Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πολιτεία (398c-399d)

[398c] Οὐκοῦν μετὰ τοῦτο, ἦν δ᾽ ἐγώ, τὸ περὶ ᾠδῆς τρόπου καὶ μελῶν λοιπόν;
Δῆλα δή.
Ἆρ᾽ οὖν οὐ πᾶς ἤδη ἂν εὕροι ἃ ἡμῖν λεκτέον περὶ αὐτῶν οἷα δεῖ εἶναι, εἴπερ μέλλομεν τοῖς προειρημένοις συμφωνήσειν;
Καὶ ὁ Γλαύκων ἐπιγελάσας, Ἐγὼ τοίνυν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, κινδυνεύω ἐκτὸς τῶν πάντων εἶναι· οὔκουν ἱκανῶς γε ἔχω ἐν τῷ παρόντι συμβαλέσθαι ποῖα ἄττα δεῖ ἡμᾶς λέγειν· ὑποπτεύω μέντοι.
Πάντως δήπου, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρῶτον μὲν τόδε ἱκανῶς ἔχεις [398d] λέγειν, ὅτι τὸ μέλος ἐκ τριῶν ἐστιν συγκείμενον, λόγου τε καὶ ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ.
Ναί, ἔφη, τοῦτό γε.
Οὐκοῦν ὅσον γε αὐτοῦ λόγος ἐστίν, οὐδὲν δήπου διαφέρει τοῦ μὴ ᾀδομένου λόγου πρὸς τὸ ἐν τοῖς αὐτοῖς δεῖν τύποις λέγεσθαι οἷς ἄρτι προείπομεν καὶ ὡσαύτως;
Ἀληθῆ, ἔφη.
Καὶ μὴν τήν γε ἁρμονίαν καὶ ῥυθμὸν ἀκολουθεῖν δεῖ τῷ λόγῳ.
Πῶς δ᾽ οὔ;
Ἀλλὰ μέντοι θρήνων γε καὶ ὀδυρμῶν ἔφαμεν ἐν λόγοις οὐδὲν προσδεῖσθαι.
Οὐ γὰρ οὖν.
[398e] Τίνες οὖν θρηνώδεις ἁρμονίαι; λέγε μοι· σὺ γὰρ μουσικός.
Μειξολυδιστί, ἔφη, καὶ συντονολυδιστὶ καὶ τοιαῦταί τινες.
Οὐκοῦν αὗται, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἀφαιρετέαι; ἄχρηστοι γὰρ καὶ γυναιξὶν ἃς δεῖ ἐπιεικεῖς εἶναι, μὴ ὅτι ἀνδράσι.
Πάνυ γε.
Ἀλλὰ μὴν μέθη γε φύλαξιν ἀπρεπέστατον καὶ μαλακία καὶ ἀργία.
Πῶς γὰρ οὔ;
Τίνες οὖν μαλακαί τε καὶ συμποτικαὶ τῶν ἁρμονιῶν;
Ἰαστί, ἦ δ᾽ ὅς, καὶ λυδιστὶ αὖ τινες χαλαραὶ καλοῦνται.
[399a] Ταύταις οὖν, ὦ φίλε, ἐπὶ πολεμικῶν ἀνδρῶν ἔσθ᾽ ὅτι χρήσῃ;
Οὐδαμῶς, ἔφη· ἀλλὰ κινδυνεύει σοι δωριστὶ λείπεσθαι καὶ φρυγιστί.
Οὐκ οἶδα, ἔφην ἐγώ, τὰς ἁρμονίας, ἀλλὰ κατάλειπε ἐκείνην τὴν ἁρμονίαν, ἣ ἔν τε πολεμικῇ πράξει ὄντος ἀνδρείου καὶ ἐν πάσῃ βιαίῳ ἐργασίᾳ πρεπόντως ἂν μιμήσαιτο φθόγγους τε καὶ προσῳδίας, καὶ ἀποτυχόντος ἢ εἰς τραύματα ἢ εἰς [399b] θανάτους ἰόντος ἢ εἴς τινα ἄλλην συμφορὰν πεσόντος, ἐν πᾶσι τούτοις παρατεταγμένως καὶ καρτερούντως ἀμυνομένου τὴν τύχην· καὶ ἄλλην αὖ ἐν εἰρηνικῇ τε καὶ μὴ βιαίῳ ἀλλ᾽ ἐν ἑκουσίᾳ πράξει ὄντος, ἢ τινά τι πείθοντός τε καὶ δεομένου, ἢ εὐχῇ θεὸν ἢ διδαχῇ καὶ νουθετήσει ἄνθρωπον, ἢ τοὐναντίον ἄλλῳ δεομένῳ ἢ διδάσκοντι ἢ μεταπείθοντι ἑαυτὸν ἐπέχοντα, καὶ ἐκ τούτων πράξαντα κατὰ νοῦν, καὶ μὴ ὑπερηφάνως ἔχοντα, ἀλλὰ σωφρόνως τε καὶ μετρίως ἐν πᾶσι τούτοις [399c] πράττοντά τε καὶ τὰ ἀποβαίνοντα ἀγαπῶντα. ταύτας δύο ἁρμονίας, βίαιον, ἑκούσιον, δυστυχούντων, εὐτυχούντων, σωφρόνων, ἀνδρείων [ἁρμονίας] αἵτινες φθόγγους μιμήσονται κάλλιστα, ταύτας λεῖπε.
Ἀλλ᾽, ἦ δ᾽ ὅς, οὐκ ἄλλας αἰτεῖς λείπειν ἢ ἃς νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον.
Οὐκ ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, πολυχορδίας γε οὐδὲ παναρμονίου ἡμῖν δεήσει ἐν ταῖς ᾠδαῖς τε καὶ μέλεσιν.
Οὔ μοι, ἔφη, φαίνεται.
Τριγώνων ἄρα καὶ πηκτίδων καὶ πάντων ὀργάνων ὅσα [399d] πολύχορδα καὶ πολυαρμόνια, δημιουργοὺς οὐ θρέψομεν.
Οὐ φαινόμεθα.
Τί δέ; αὐλοποιοὺς ἢ αὐλητὰς παραδέξῃ εἰς τὴν πόλιν; ἢ οὐ τοῦτο πολυχορδότατον, καὶ αὐτὰ τὰ παναρμόνια αὐλοῦ τυγχάνει ὄντα μίμημα;
Δῆλα δή, ἦ δ᾽ ὅς.
Λύρα δή σοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ κιθάρα λείπεται [καὶ] κατὰ πόλιν χρήσιμα· καὶ αὖ κατ᾽ ἀγροὺς τοῖς νομεῦσι σύριγξ ἄν τις εἴη.
Ὡς γοῦν, ἔφη, ὁ λόγος ἡμῖν σημαίνει.

[398c] Δε μας μένει τώρα λοιπόν το άλλο μέρος της μουσικής, που είναι σχετικό με το άσμα και με τη μελωδία;
Και βέβαια.
Δε θα μπορούσε λοιπόν τώρα ο καθένας να βρει τί έχομε να πούμε και γι᾽ αυτά και τί λογής πρέπει να ᾽ναι, αν θέμε να είμαστε σύμφωνοι μ᾽ όσα είπαμε πριν;
Χαμογέλασε ο Γλαύκων πάνω σ᾽ αυτό και είπε: Εγώ λοιπόν, Σωκράτη, κινδυνεύω να μείνω έξω απ᾽ όλους αυτούς που μπορούν να το βρούνε· γιατί δεν είμαι, για την ώρα τουλάχιστο, σε θέση να ορίσω τί λογής θα ᾽ναι εκείνα που πρέπει να λέμε, αν και κάπως τα υποπτεύομαι.
Οπωσδήποτε είσαι βέβαια σε θέση να γνωρίζεις [398d] και να μας πεις αυτό πρώτα, πως η μελωδία αποτελείται από τρία στοιχεία, από τα λόγια, από την αρμονία και από το ρυθμό.
Ναι, αυτό μάλιστα.
Λοιπόν, όσο για τα λόγια του τραγουδιού, διαφέρουν άραγε από τα λόγια της απλής διήγησης, ώστε να μην μπορεί να εφαρμοστούν και σ᾽ αυτά οι ίδιοι εκείνοι τύποι, που ορίσαμε πριν, και με τον ίδιο τρόπο;
Αλήθεια.
Πρέπει όμως βέβαια ακόμη και η αρμονία και ο ρυθμός να πηγαίνουν σύμφωνα με τα λόγια.
Πώς όχι;
Ναι, μα είπαμε όμως πως στις διηγήσεις δεν μας χρειάζονται καθόλου ούτε θρήνοι, ούτε μοιρολόγια.
Όχι βέβαια.
[398e] Ποιές λοιπόν είναι οι θρηνητικές μελωδίες; πες μου, αφού είσαι μουσικός εσύ.
Η μειξολυδιστί και η συντονολυδιστί και κάτι άλλες τέτοιες.
Αυτές λοιπόν πρέπει να βγαίνουν απ᾽ τη μέση· γιατί είναι άχρηστες, όχι μόνο για τους άντρες, μα και για τις γυναίκες, για κείνες τουλάχιστο που εννοούν να φυλάγουν την αξιοπρέπειά τους.
Έτσ᾽ είναι βέβαια.
Όμως και τη μέθη και τη μαλθακότητα και την οκνηρία τα θεωρώ πράγματα που δεν ταιριάζουν καθόλου στους φρουρούς μας.
Και πώς όχι;
Ποιές λοιπόν αρμονίες είναι μαλθακές και που συνηθίζονται στα συμπόσια;
Η ιωνική και η λυδική, που τις λένε και χαλαρές.
[399a] Θα τις μεταχειριστείς λοιπόν, φίλε μου, αυτές ποτέ για πολεμικούς ανθρώπους;
Ποτέ βέβαια· μα κινδυνεύει να μη σου μένουν άλλες, εκτός από τη δωρική και τη φρυγική.
Δεν τις γνωρίζω εγώ τις αρμονίες, μα άφησέ μου εκείνη πρώτα την αρμονία που θα μπορούσε να μιμηθεί καθώς πρέπει τον ήχο της φωνής και την προσωδία ενός γενναίου ανθρώπου, και στις πολεμικές επιχειρήσεις και σε κάθε άλλη επικίνδυνη εργασία, και που κι όταν αποτυχαίνει ακόμα κι όταν αντικρίζει λαβωμούς και [399b] θανάτους, ή πέσει σε καμιάν άλλη συμφορά, σ᾽ όλες αυτές τις περιστάσεις αντιτάσσει καρτερικά το στήθος του και αποκρούει τα χτυπήματα της τύχης· και μιαν άλλη δεύτερη, όχι γι᾽ αυτές τις βίαιες αλλά για τις ειρηνικές πράξεις του ανθρώπου που θέλει και τις κάνει μόνος του, νά παραδείγματος χάριν, όταν ζητά να πείσει κάποιον για κάτι, ή όταν παρακαλά ή με ευχές το θεό, ή με συμβουλές και νουθεσίες έναν άνθρωπο, ή το εναντίο, όταν στέκεται ο ίδιος κι ακούει πρόθυμα τις παρακλήσεις, τις συμβουλές και τις νουθεσίες ενός άλλου, και να του βγαίνει αυτό σε καλό του, και να μην το παίρνει απάνω του, αλλά να φέρνεται φρόνιμα και μετρημένα σ᾽ όλες του [399c] τις πράξεις και να δέχεται όπως του έρθουν τα πράγματα. Αυτές λοιπόν τις δυο αρμονίες να μας φυλάξεις, που θα μιμούνται τους φθόγγους των γενναίων και μετρημένων ανθρώπων στις βίαιες και στις θεληματικές πράξεις των, στις δυστυχίες και στις ευτυχίες των.
Μα δε ζητάς να σου φυλάξω άλλες, είπεν ο Γλαύκων, αλλά αυτές ακριβώς που σου έλεγα τώρα κι εγώ.
Δε θα χρειαστούμε λοιπόν τότε στ᾽ άσματα και στις μελωδίες μας όργανα πολύχορδα και με πολλές αρμονίες.
Όχι, καθώς φαίνεται.
Κι έτσι δε θα ᾽χομε βέβαια και ανάγκη να συντηρούμε αυτούς που κατασκευάζουν τρίγωνα και πηκτίδες και όλα [399d] τα τέτοια πολύχορδα και πολυαρμόνια όργανα.
Έτσι φαίνεται.
Και τί; θα παραδεχτείς τάχα στην πολιτεία μας εκείνους που κατασκευάζουν και που παίζουν αυλούς; ή μη δεν είναι ο αυλός το πιο πολύχορδο όργανο, και δεν είναι μιμήσεις του αυλού όλ᾽ αυτά τα παναρμόνια;
Έτσι είναι πράγματι.
Η λύρα λοιπόν και η κιθάρα σού μένουν, τα μόνα χρήσιμα για την πόλη μας, και το πολύ κανένα σουραύλι για τους βοσκούς στην εξοχή.
Έτσι τουλάχιστο το φέρνει ο λόγος μας.