Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.8.1-2.8.8)

[2.8.1] Ὁ δὲ τότε μὲν δειπνοποιεῖσθαι παραγγέλλει, προπέμπει δὲ ὡς ἐπὶ τὰς πύλας τῶν τε ἱππέων ὀλίγους καὶ τῶν τοξοτῶν προκατασκεψομένους τὴν ὁδὸν τὴν ὀπίσω [ὡς ἐπὶ τὰς πύλας]· καὶ αὐτὸς τῆς νυκτὸς ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν πᾶσαν ᾔει, ὡς κατασχεῖν αὖθις τὰς πύλας. [2.8.2] ὡς δὲ ἀμφὶ μέσας νύκτας ἐκράτησεν αὖθις τῶν παρόδων, ἀνέπαυε τὴν στρατιὰν τὸ λοιπὸν τῆς νυκτὸς αὐτοῦ ἐπὶ τῶν πετρῶν, προφυλακὰς ἀκριβεῖς καταστησάμενος. ὑπὸ δὲ τὴν ἕω κατῄει ἀπὸ τῶν πυλῶν κατὰ τὴν ὁδόν· καὶ ἕως μὲν πάντῃ στενόπορα ἦν τὰ χωρία, ἐπὶ κέρως ἦγεν, ὡς δὲ διεχώρει ἐς πλάτος, ἀνέπτυσσεν ἀεὶ τὸ κέρας ἐς φάλαγγα, ἄλλην καὶ ἄλλην τῶν ὁπλιτῶν τάξιν παράγων, τῇ μὲν ὡς ἐπὶ τὸ ὄρος, ἐν ἀριστερᾷ δὲ ὡς ἐπὶ τὴν θάλασσαν. [2.8.3] οἱ δὲ ἱππεῖς αὐτῷ τέως μὲν κατόπιν τῶν πεζῶν τεταγμένοι ἦσαν, ὡς δὲ ἐς τὴν εὐρυχωρίαν προῄεσαν, συνέτασσεν ἤδη τὴν στρατιὰν ὡς ἐς μάχην, πρώτους μὲν ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ κέρως πρὸς τῷ ὄρει τῶν πεζῶν τό τε ἄγημα καὶ τοὺς ὑπασπιστάς, ὧν ἡγεῖτο Νικάνωρ ὁ Παρμενίωνος, ἐχομένην δὲ τούτων τὴν Κοίνου τάξιν, ἐπὶ δὲ τούτοις τὴν Περδίκκου. οὗτοι μὲν ἔστε ἐπὶ τὸ μέσον τῶν ὁπλιτῶν ἀπὸ τοῦ δεξιοῦ ἀρξαμένῳ τεταγμένοι ἦσαν. [2.8.4] ἐπὶ δὲ τοῦ εὐωνύμου πρώτη μὲν ἡ Ἀμύντου τάξις ἦν, ἐπὶ δὲ ἡ Πτολεμαίου, ἐχομένη δὲ ταύτης ἡ Μελεάγρου. τοῦ δὲ εὐωνύμου τοῖς πεζοῖς μὲν Κρατερὸς ἐπετέτακτο ἄρχειν, τοῦ δὲ ξύμπαντος εὐωνύμου Παρμενίων ἡγεῖτο· καὶ παρήγγελτο αὐτῷ μὴ ἀπολείπειν τὴν θάλασσαν, ὡς μὴ κυκλωθεῖεν ἐκ τῶν βαρβάρων, ὅτι πάντῃ ὑπερφαλαγγήσειν αὐτῶν διὰ πλῆθος ἤμελλον.
[2.8.5] Δαρεῖος δέ, ἐπειδὴ ἐξηγγέλθη αὐτῷ προσάγων ἤδη Ἀλέξανδρος ὡς ἐς μάχην, τῶν μὲν ἱππέων διαβιβάζει πέραν τοῦ ποταμοῦ τοῦ Πινάρου ἐς τρισμυρίους μάλιστα τὸν ἀριθμὸν καὶ μετὰ τούτων τῶν ψιλῶν ἐς δισμυρίους, ὅπως τὴν λοιπὴν δύναμιν καθ᾽ ἡσυχίαν συντάξειε. [2.8.6] καὶ πρώτους μὲν τοῦ ὁπλιτικοῦ τοὺς Ἕλληνας τοὺς μισθοφόρους ἔταξεν ἐς τρισμυρίους κατὰ τὴν φάλαγγα τῶν Μακεδόνων· ἐπὶ δὲ τούτοις τῶν Καρδάκ[κ]ων καλουμένων ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἐς ἑξακισμυρίους· ὁπλῖται δὲ ἦσαν καὶ οὗτοι. τοσούτους γὰρ ἐπὶ φάλαγγος ἁπλῆς ἐδέχετο τὸ χωρίον, ἵνα ἐτάσσοντο. [2.8.7] ἐπέταξε δὲ καὶ τῷ ὄρει τῷ ἐν ἀριστερᾷ σφῶν κατὰ τὸ Ἀλεξάνδρου δεξιὸν ἐς δισμυρίους· καὶ τούτων ἔστιν οἳ κατὰ νώτου ἐγένοντο τῆς Ἀλεξάνδρου στρατιᾶς. τὸ γὰρ ὄρος ἵνα ἐπετάχθησαν πῇ μὲν διεχώρει ἐς βάθος καὶ κολπῶδές τι αὐτοῦ ὥσπερ ἐν θαλάσσῃ ἐγίγνετο, ἔπειτα ἐς ἐπικαμπὴν προϊὸν τοὺς ἐπὶ ταῖς ὑπωρείαις τεταγμένους κατόπιν τοῦ δεξιοῦ κέρως τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐποίει. [2.8.8] τὸ δὲ ἄλλο πλῆθος αὐτοῦ ψιλῶν τε καὶ ὁπλιτῶν, κατὰ ἔθνη συντεταγμένον ἐς βάθος οὐκ ὠφέλιμον, ὄπισθεν ἦν τῶν Ἑλλήνων τῶν μισθοφόρων καὶ τοῦ ἐπὶ φάλαγγος τεταγμένου βαρβαρικοῦ. ἐλέγετο γὰρ ἡ πᾶσα ξὺν Δαρείῳ στρατιὰ μάλιστα ἐς ἑξήκοντα μυριάδας μαχίμους εἶναι.

[2.8.1] Τότε ο Αλέξανδρος διέταξε τους στρατιώτες του να δειπνήσουν· έστειλε όμως λίγους ιππείς και τοξότες του προς τις Αμανικές πύλες, για να κατασκοπεύσουν τον δρόμο που ήταν πίσω από αυτές. Ο ίδιος πήρε μαζί του όλον τον στρατό και προχώρησε μέσα στη νύχτα για να ανακαταλάβει τις Αμανικές πύλες. [2.8.2] Γύρω στα μεσάνυχτα έγινε και πάλι κύριος των στενών και ξεκούρασε εκεί, πάνω στα βράχια, τον στρατό του την υπόλοιπη νύχτα, αφού τοποθέτησε με προσοχή φρουρούς. Μόλις ξημέρωσε, άρχισε να κατεβαίνει από τις πύλες προς τον δρόμο· και όσο ήταν στενοί οι τόποι από όλες τις μεριές, προχωρούσε με τον στρατό του συνταγμένο σε μακρά σειρά, όσο όμως ο δρόμος γινόταν φαρδύτερος, μετέβαλλε συνεχώς τη μακρά σειρά του στρατού του σε φάλαγγα, τοποθετώντας τα τάγματα των οπλιτών το ένα δίπλα στο άλλο, ώστε να έχουν προς τα δεξιά το Αμανό όρος και προς τα αριστερά τη θάλασσα. [2.8.3] Οι ιππείς του ως εκείνη την ώρα είχαν παραταχθεί πίσω από τους πεζούς. Όταν όμως προχώρησαν σε ανοιχτό μέρος, άρχισε αμέσως ο Αλέξανδρος να παρατάσσει τον στρατό του για μάχη, τοποθετώντας πρώτους στη δεξιά του πτέρυγα προς τη μεριά του βουνού από τους πεζούς στρατιώτες του το άγημα και τους υπασπιστές που αρχηγός τους ήταν ο Νικάνωρ, ο γιος του Παρμενίωνα, στη συνέχεια το τάγμα του Κοίνου και μετά από αυτό το τάγμα του Περδίκκα. Αυτοί είχαν παραταχθεί ως το μέσον των οπλιτών, αν αρχίσει κανείς από τα δεξιά. [2.8.4] Στην αριστερή πτέρυγα πρώτο ήταν το τάγμα του Αμύντα, μετά το τάγμα του Πτολεμαίου και στη συνέχεια το τάγμα του Μελεάγρου. Ο Κρατερός είχε τοποθετηθεί αρχηγός του πεζικού στην αριστερή πτέρυγα, ενώ ο Παρμενίων ανέλαβε την αρχηγία ολόκληρης της αριστερής πτέρυγας και είχε πάρει διαταγή να μην απομακρυνθεί από τη θάλασσα, για να μην τους κυκλώσουν οι βάρβαροι, γιατί υπήρχε φόβος να τους κυκλώσουν από παντού εξαιτίας της αριθμητικής τους υπεροχής.
[2.8.5] Όταν πληροφορήθηκε ο Δαρείος ότι βαδίζει ήδη ο Αλέξανδρος εναντίον του για μάχη, έστειλε στην απέναντι όχθη του ποταμού Πινάρου τριάντα χιλιάδες ιππείς και μαζί με αυτούς περίπου είκοσι χιλιάδες ελαφρά οπλισμένους, για να μπορέσει με την ησυχία του να παρατάξει τις υπόλοιπες δυνάμεις του. [2.8.6] Από τους βαριά οπλισμένους παρέταξε πρώτους τους τριάντα περίπου χιλιάδες Έλληνες μισθοφόρους απέναντι στη μακεδονική φάλαγγα· έπειτα δεξιά και αριστερά από αυτούς, τοποθέτησε τους λεγόμενους Κάρδακες, που ήταν επίσης βαριά οπλισμένοι και έφθαναν τις εξήντα χιλιάδες. Γιατί τόσοι μονάχα χωρούσαν κατά μέτωπο στον χώρο όπου παρατάσσονταν. [2.8.7] Παρέταξε επίσης άλλους είκοσι περίπου χιλιάδες κατά μήκος του βουνού που ήταν αριστερά τους και απέναντι στη δεξιά πτέρυγα του Αλεξάνδρου. Μερικοί από αυτούς βρέθηκαν στα νώτα του στρατού του Αλεξάνδρου, γιατί το βουνό όπου παρατάχτηκαν, εκτεινόταν εδώ και εκεί σε βάθος και σχημάτιζε κόλπους, όπως ακριβώς και στη θάλασσα· έπειτα προχωρούσε κυκλικά και βοηθούσε, ώστε οι Πέρσες οι παραταγμένοι στις υπώρειές του να βρίσκονται πίσω από τη δεξιά πτέρυγα του Αλεξάνδρου. [2.8.8] Το υπόλοιπο πλήθος των ελαφρά και βαριά οπλισμένων, παραταγμένο κατά εθνότητες και σε βάθος άχρηστο, τοποθετήθηκε πίσω από τους Έλληνες μισθοφόρους και τους παραταγμένους σε φάλαγγα βαρβάρους. Έλεγαν ότι ολόκληρος ο μάχιμος στρατός του Δαρείου έφθανε τους εξακόσιες περίπου χιλιάδες άνδρες.