Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πρωταγόρας (360e-362a)

Οὔτοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἄλλου ἕνεκα ἐρωτῶ πάντα ταῦτα ἢ σκέψασθαι βουλόμενος πῶς ποτ᾽ ἔχει τὰ περὶ τῆς ἀρετῆς καὶ τί ποτ᾽ ἐστὶν αὐτό, ἡ ἀρετή. οἶδα γὰρ ὅτι τούτου φανεροῦ [361a] γενομένου μάλιστ᾽ ἂν κατάδηλον γένοιτο ἐκεῖνο περὶ οὗ ἐγώ τε καὶ σὺ μακρὸν λόγον ἑκάτερος ἀπετείναμεν, ἐγὼ μὲν λέγων ὡς οὐ διδακτὸν ἀρετή, σὺ δ᾽ ὡς διδακτόν. καί μοι δοκεῖ ἡμῶν ἡ ἄρτι ἔξοδος τῶν λόγων ὥσπερ ἄνθρωπος κατηγορεῖν τε καὶ καταγελᾶν, καὶ εἰ φωνὴν λάβοι, εἰπεῖν ἂν ὅτι «Ἄτοποί γ᾽ ἐστέ, ὦ Σώκρατές τε καὶ Πρωταγόρα· σὺ μὲν λέγων ὅτι οὐ διδακτόν ἐστιν ἀρετὴ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν, νῦν σεαυτῷ τἀναντία [361b] σπεύδεις, ἐπιχειρῶν ἀποδεῖξαι ὡς πάντα χρήματά ἐστιν ἐπιστήμη, καὶ ἡ δικαιοσύνη καὶ σωφροσύνη καὶ ἡ ἀνδρεία, ᾧ τρόπῳ μάλιστ᾽ ἂν διδακτὸν φανείη ἡ ἀρετή. εἰ μὲν γὰρ ἄλλο τι ἦν ἢ ἐπιστήμη ἡ ἀρετή, ὥσπερ Πρωταγόρας ἐπεχείρει λέγειν, σαφῶς οὐκ ἂν ἦν διδακτόν· νῦν δὲ εἰ φανήσεται ἐπιστήμη ὅλον, ὡς σὺ σπεύδεις, ὦ Σώκρατες, θαυμάσιον ἔσται μὴ διδακτὸν ὄν. Πρωταγόρας δ᾽ αὖ διδακτὸν τότε ὑποθέμενος, νῦν τοὐναντίον ἔοικεν σπεύδοντι ὀλίγου πάντα [361c] μᾶλλον φανῆναι αὐτὸ ἢ ἐπιστήμην· καὶ οὕτως ἂν ἥκιστα εἴη διδακτόν.» ἐγὼ οὖν, ὦ Πρωταγόρα, πάντα ταῦτα καθορῶν ἄνω κάτω ταραττόμενα δεινῶς, πᾶσαν προθυμίαν ἔχω καταφανῆ αὐτὰ γενέσθαι, καὶ βουλοίμην ἂν ταῦτα διεξελθόντας ἡμᾶς ἐξελθεῖν καὶ ἐπὶ τὴν ἀρετὴν ὅτι ἔστιν, καὶ πάλιν ἐπισκέψασθαι περὶ αὐτοῦ εἴτε διδακτὸν εἴτε μὴ διδακτόν, μὴ πολλάκις ἡμᾶς ὁ Ἐπιμηθεὺς ἐκεῖνος καὶ ἐν τῇ σκέψει [361d] σφήλῃ ἐξαπατήσας, ὥσπερ καὶ ἐν τῇ διανομῇ ἠμέλησεν ἡμῶν, ὡς φῂς σύ. ἤρεσεν οὖν μοι καὶ ἐν τῷ μύθῳ ὁ Προμηθεὺς μᾶλλον τοῦ Ἐπιμηθέως· ᾧ χρώμενος ἐγὼ καὶ προμηθούμενος ὑπὲρ τοῦ βίου τοῦ ἐμαυτοῦ παντὸς πάντα ταῦτα πραγματεύομαι, καὶ εἰ σὺ ἐθέλοις, ὅπερ καὶ κατ᾽ ἀρχὰς ἔλεγον, μετὰ σοῦ ἂν ἥδιστα ταῦτα συνδιασκοποίην.
Καὶ ὁ Πρωταγόρας, Ἐγὼ μέν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἐπαινῶ σου τὴν προθυμίαν καὶ τὴν διέξοδον τῶν λόγων. καὶ γὰρ οὔτε [361e] τἆλλα οἶμαι κακὸς εἶναι ἄνθρωπος, φθονερός τε ἥκιστ᾽ ἀνθρώπων, ἐπεὶ καὶ περὶ σοῦ πρὸς πολλοὺς δὴ εἴρηκα ὅτι ὧν ἐντυγχάνω πολὺ μάλιστα ἄγαμαι σέ, τῶν μὲν τηλικούτων καὶ πάνυ· καὶ λέγω γε ὅτι οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ τῶν ἐλλογίμων γένοιο ἀνδρῶν ἐπὶ σοφίᾳ. καὶ περὶ τούτων δὲ εἰς αὖθις, ὅταν βούλῃ, διέξιμεν· νῦν δ᾽ ὥρα ἤδη καὶ ἐπ᾽ ἄλλο τι τρέπεσθαι.
[362a] Ἀλλ᾽, ἦν δ᾽ ἐγώ, οὕτω χρὴ ποιεῖν, εἴ σοι δοκεῖ. καὶ γὰρ ἐμοὶ οἷπερ ἔφην ἰέναι πάλαι ὥρα, ἀλλὰ Καλλίᾳ τῷ καλῷ χαριζόμενος παρέμεινα.
Ταῦτ᾽ εἰπόντες καὶ ἀκούσαντες ἀπῇμεν.

ΣΤ. ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.
Τότε είπα: Όλες αυτές τις ερωτήσεις τις κάνω μονάχα για ένα σκοπό: θέλω να εξετάσω πού βρίσκεται η αλήθεια πάνω στο ζήτημα της αρετής, και τί ακριβώς είναι αυτό που λέμε αρετή. Γιατί είμαι βέβαιος ότι, αν αυτό ξεκαθαριστεί, [361a] θα αποδεικνυόταν ευκολότατα εκείνο που μας έκαμε κι εμένα κι εσένα, τον καθένα απ᾽ τη σκοπιά του, να μιλάμε ώρα πολλή, κι εγώ να λέω ότι η αρετή είναι κάτι που δεν μπορεί να διδαχτεί, εσύ ότι μπορεί. Τώρα μου φαίνεται ότι το τελικό συμπέρασμα της συζήτησής μας σα να γίνεται κατήγορος και σαρκαστής μας· και αν του δινόταν φωνή, θα ᾽λεγε: Σωκράτη και Πρωταγόρα, με κάνετε να χάσω το μυαλό μου· εσύ, ο οποίος στην αρχή είπες ότι η αρετή δεν μπορεί να διδαχτεί, τώρα βάζεις τα δυνατά σου κι υποστηρίζεις το αντίθετο απ᾽ ό,τι έλεγες, [361b] προσπαθώντας ν᾽ αποδείξεις ότι όλα τα μόρια της αρετής είναι γνώση: και η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη και η ανδρεία και μ᾽ αυτό τον τρόπο θαυμάσια μπορεί να γίνει φανερό ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί· γιατί αν η αρετή είναι κάτι άλλο κι όχι σοφία, όπως προσπάθησε να υποστηρίξει ο Πρωταγόρας, σίγουρα δε θα μπορούσε να διδαχτεί· τώρα όμως, αν γίνει φανερό ότι στο σύνολό της είναι σοφία —αυτή δεν είναι η επιδίωξή σου;— θα ήταν παράδοξο να μην μπορεί να διδαχτεί. Από την άλλη ο Πρωταγόρας τότε ξεκίνησε με την άποψη ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί· αντίθετα όμως δίνει την εντύπωση ανθρώπου που βάζει τα δυνατά του για ν᾽ αποδείξει —ούτε λίγο ούτε πολύ— [361c] ότι αυτή είναι ό,τι άλλο θες, όχι όμως γνώση· αλλά σ᾽ αυτή την περίπτωση θα ᾽ταν των αδυνάτων αδύνατο να μπορεί να διδαχτεί. Βλέπω λοιπόν, Πρωταγόρα, ότι όλ᾽ αυτά έγιναν άνω κάτω, βρίσκονται σε φοβερή σύγχυση. Γι᾽ αυτό μ᾽ όλη μου την ψυχή επιθυμώ να ξεκαθαριστούν αυτά και θα ᾽θελα, αφού τα εξετάσουμε σχολαστικά, να φτάσουμε τέλος στην εξέταση της ουσίας της αρετής, και τότε για μια ακόμη φορά να εξετάσουμε το ίδιο ζήτημα — δηλαδή αν αυτή είναι από τα πράγματα που μπορούν να διδαχτούν ή όχι. Γιατί φοβάμαι μην τυχόν ο Επιμηθέας που έλεγες [361d] μας παραπλανήσει και μας βγάλει από το σωστό δρόμο στην έρευνά μας, όπως κατά τα λεγόμενά σου μας άφησε στο έλεος του θεού, όταν έκανε τη διανομή. Λοιπόν και στο μύθο μού έκανε καλύτερη εντύπωση ο Προμηθέας από τον Επιμηθέα. Εγώ τον παίρνω για παράδειγμα και τα μελετώ όλ᾽ αυτά, γιατί —σαν Προμηθέας— φροντίζω από τα πριν για την πορεία όλης μου της ζωής· θα ένιωθα λοιπόν μοναδική χαρά, όπως είπα και στην αρχή, να τα εξετάζω αυτά μαζί σου, αν αυτό είναι και δική σου επιθυμία.
Τότε ο Πρωταγόρας είπε: Εγώ, Σωκράτη, θαυμάζω το ζήλο σου και τον τρόπο με τον οποίο εκθέτεις τις σκέψεις σου. [361e] Λοιπόν πιστεύω ότι και γενικά δεν είμαι κακός άνθρωπος και ότι δε βρίσκεται άνθρωπος που να νιώθει φθόνο λιγότερο από μένα· έτσι κι εσένα —το ᾽χω κιόλας πει σε πολλούς— σε θαυμάζω περισσότερο από κάθε άλλο συνομιλητή μου, κι όσο για τους συνομηλίκους σου, δε σε συγκρίνω με κανένα. Και λέω ότι δε θα με έκανε να εκπλαγώ, αν πάρεις θέση ανάμεσα στους ονομαστούς για τη σοφία τους ανθρώπους. Ωστόσο για το θέμα αυτό σε άλλη ευκαιρία, όταν θέλεις, θα συζητήσουμε αναλυτικά· τώρα όμως είναι καιρός να ασχοληθούμε και με κάτι άλλο.
[362a] Αλλά, του είπα, αφού έτσι νομίζεις, έτσι ας γίνει. Γιατί εγώ από ώρα έπρεπε να πάω κάπου, όπως είπα, αλλά παρέμεινα για να κάνω την καρδιά του ωραίου Καλλία.
Αυτά είπαμε κι ακούσαμε και τους αφήσαμε και φύγαμε.