Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.4.1-2.4.11)

[2.4.1] Αὐτὸς δὲ τῇ ὑστεραίᾳ ἐπ᾽ Ἀγκύρας τῆς Γαλατικῆς ἐστέλλετο· κἀκεῖ αὐτῷ πρεσβεία ἀφικνεῖται Παφλαγόνων, τό τε ἔθνος ἐνδιδόντων καὶ ἐς ὁμολογίαν ξυμβαινόντων· ἐς δὲ τὴν χώραν ξὺν τῇ δυνάμει μὴ ἐσβαλεῖν ἐδέοντο. [2.4.2] τούτοις μὲν δὴ προστάσσει Ἀλέξανδρος ὑπακούειν Κάλᾳ τῷ σατράπῃ τῷ Φρυγίας. αὐτὸς δὲ ἐπὶ Καππαδοκίας ἐλάσας ξύμπασαν τὴν ἐντὸς Ἅλυος ποταμοῦ προσηγάγετο καὶ ἔτι ὑπὲρ τὸν Ἅλυν πολλήν· καταστήσας δὲ Καππαδοκῶν Σαβίκταν σατράπην αὐτὸς προῆγεν ἐπὶ τὰς πύλας τὰς Κιλικίας. [2.4.3] καὶ ἀφικόμενος ἐπὶ τὸ Κύρου τοῦ ξὺν Ξενοφῶντι στρατόπεδον, ὡς κατεχομένας τὰς πύλας φυλακαῖς ἰσχυραῖς εἶδε, Παρμενίωνα μὲν αὐτοῦ καταλείπει σὺν ταῖς τάξεσι τῶν πεζῶν, ὅσοι βαρύτερον ὡπλισμένοι ἦσαν. αὐτὸς δὲ ἀμφὶ πρώτην φυλακὴν ἀναλαβὼν τούς τε ὑπασπιστὰς καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας προῆγε τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὰς πύλας, ὡς οὐ προσδεχομένοις τοῖς φύλαξιν ἐπιπεσεῖν. [2.4.4] καὶ προσάγων μὲν οὐκ ἔλαθεν, ἐς ἴσον δὲ αὐτῷ κατέστη ἡ τόλμα. οἱ γὰρ φύλακες αἰσθόμενοι Ἀλέξανδρον αὐτὸν προσάγοντα λιπόντες τὴν φυλακὴν ᾤχοντο φεύγοντες. τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἅμα τῇ ἕῳ ξὺν τῇ δυνάμει πάσῃ ὑπερβαλὼν τὰς πύλας κατέβαινεν ἐς τὴν Κιλικίαν. [2.4.5] καὶ ἐνταῦθα ἀγγέλλεται αὐτῷ Ἀρσάμης ὅτι πρόσθεν μὲν ἐπενόει διασώζειν Πέρσαις τὴν Ταρσόν, ὡς δὲ ὑπερβεβληκότα ἤδη τὰς πύλας ἐπύθετο Ἀλέξανδρον ἐκλιπεῖν ἐν νῷ ἔχειν τὴν πόλιν· δεδιέναι οὖν τοὺς Ταρσέας μὴ ἐφ᾽ ἁρπαγὴν τραπεὶς οὕτω τὴν ἀπόλειψιν τῆς Ταρσοῦ ποιήσηται. [2.4.6] ταῦτα ἀκούσας δρόμῳ ἦγεν ἐπὶ τὴν Ταρσὸν τούς τε ἱππέας καὶ τῶν ψιλῶν ὅσοι κουφότατοι, ὥστε ὁ Ἀρσάμης μαθὼν αὐτοῦ τὴν ὁρμὴν σπουδῇ φεύγει ἐκ τῆς Ταρσοῦ παρὰ βασιλέα Δαρεῖον οὐδὲν βλάψας τὴν πόλιν.
[2.4.7] Ἀλέξανδρος δέ, ὡς μὲν Ἀριστοβούλῳ λέλεκται, ὑπὸ καμάτου ἐνόσησεν, οἱ δὲ ἐς τὸν Κύδνον [τὸν] ποταμὸν λέγουσι ῥίψαντα νήξασθαι, ἐπιθυμήσαντα τοῦ ὕδατος, ἱδρῶντα καὶ καύματι ἐχόμενον. ὁ δὲ Κύδνος ῥέει διὰ μέσης τῆς πόλεως· οἷα δὲ ἐκ τοῦ Ταύρου ὄρους τῶν πηγῶν οἱ ἀνισχουσῶν καὶ διὰ χώρου καθαροῦ ῥέων, ψυχρός τέ ἐστι καὶ τὸ ὕδωρ καθαρός· [2.4.8] σπασμῷ τε οὖν ἔχεσθαι Ἀλέξανδρον καὶ θέρμαις ἰσχυραῖς καὶ ἀγρυπνίᾳ ξυνεχεῖ· καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ἰατροὺς οὐκ οἴεσθαι εἶναι βιώσιμον, Φίλιππον δὲ Ἀκαρνᾶνα, ἰατρόν, ξυνόντα Ἀλεξάνδρῳ καὶ τά τε ἀμφὶ ἰατρικὴν ἐς τὰ μάλιστα πιστευόμενον καὶ τὰ ἄλλα οὐκ ἀδόκιμον ἐν τῷ στρατῷ ὄντα, καθῆραι ἐθέλειν Ἀλέξανδρον φαρμάκῳ· καὶ τὸν κελεύειν καθῆραι. [2.4.9] τὸν μὲν δὴ παρασκευάζειν τὴν κύλικα, ἐν τούτῳ δὲ Ἀλεξάνδρῳ δοθῆναι ἐπιστολὴν παρὰ Παρμενίωνος φυλάξασθαι Φίλιππον· ἀκούειν γὰρ διεφθάρθαι ὑπὸ Δαρείου χρήμασιν ὥστε φαρμάκῳ ἀποκτεῖναι Ἀλέξανδρον. τὸν δὲ ἀναγνόντα τὴν ἐπιστολὴν καὶ ἔτι μετὰ χεῖρας ἔχοντα αὐτὸν μὲν λαβεῖν τὴν κύλικα ἐν ᾗ ἦν τὸ φάρμακον, τὴν ἐπιστολὴν δὲ τῷ Φιλίππῳ δοῦναι ἀναγνῶναι. [2.4.10] καὶ ὁμοῦ τόν τε Ἀλέξανδρον πίνειν καὶ τὸν Φίλιππον ἀναγινώσκειν τὰ παρὰ τοῦ Παρμενίωνος. Φίλιππον δὲ εὐθὺς ἔνδηλον γενέσθαι, ὅτι καλῶς οἱ ἔχει τὰ τοῦ φαρμάκου· οὐ γὰρ ἐκπλαγῆναι πρὸς τὴν ἐπιστολήν, ἀλλὰ τοσόνδε μόνον παρακαλέσαι Ἀλέξανδρον, καὶ ἐς τὰ ἄλλα οἱ πείθεσθαι ὅσα ἐπαγγέλλοιτο· σωθήσεσθαι γὰρ πειθόμενον. [2.4.11] καὶ τὸν μὲν καθαρθῆναί τε καὶ ῥαΐσαι αὐτῷ τὸ νόσημα, Φιλίππῳ δὲ ἐπιδεῖξαι, ὅτι πιστός ἐστιν αὐτῷ φίλος, καὶ τοῖς ἄλλοις δὲ τοῖς ἀμφ᾽ αὐτὸν, ὅτι αὐτοῖς τε τοῖς φίλοις βέβαιος εἰς τὸ ἀνύποπτον τυγχάνει ὢν καὶ πρὸς τὸ ἀποθανεῖν ἐρρωμένος.

[2.4.1] Την επόμενη μέρα ο Αλέξανδρος ξεκίνησε για την Άγκυρα, πόλη της Γαλατίας. Εκεί ήρθαν προς αυτόν πρέσβεις των Παφλαγόνων, που του παρέδωσαν τον λαό τους και συμφώνησαν τους όρους της παραδόσεώς του· τον παρακάλεσαν μόνο να μην εισβάλει με τον στρατό του στη χώρα τους. [2.4.2] Ο Αλέξανδρος τους διέταξε να υπακούουν στον Κάλα, τον σατράπη της Μεγάλης Φρυγίας. Ο ίδιος προχώρησε προς την Καππαδοκία και προσάρτησε όλη τη χώρα δυτικά του Άλυος ποταμού, καθώς και μεγάλη έκταση πέρα από τον Άλυ. Διόρισε τον Σαβίκτα σατράπη της Καππαδοκίας και αυτός προχώρησε προς τις Κιλίκιες πύλες. [2.4.3] Όταν έφθασε στο στρατόπεδο του Κύρου, ο οποίος είχε συνεκστρατεύσει με τον Ξενοφώντα, και είδε ότι ισχυρές φρουρές κατείχαν τις Κιλίκιες πύλες, άφησε τον Παρμενίωνα εκεί με τα τάγματα των πεζών που ήταν βαρύτερα οπλισμένα. Ο ίδιος κατά την ώρα της πρώτης περίπου νυχτερινής φρουράς πήρε μαζί του τους υπασπιστές, τους τοξότες, και τους Αγριάνες και προχώρησε μέσα στη νύχτα προς τις πύλες, με σκοπό να επιτεθεί στους φρουρούς, ενώ αυτοί δεν τον περίμεναν. [2.4.4] Καθώς πλησίαζε, έγινε αντιληπτός, η τόλμη του όμως έφερε το ίδιο νικηφόρο αποτέλεσμα. Γιατί οι φύλακες, μόλις κατάλαβαν ότι πλησιάζει ο ίδιος ο Αλέξανδρος, εγκατέλειψαν τη θέση τους και τράπηκαν σε φυγή. Την επόμενη μέρα μόλις ξημέρωσε, πέρασε τις Κιλίκιες πύλες με όλες του τις δυνάμεις και κατέβηκε στην Κιλικία. [2.4.5] Εκεί του ανήγγειλαν ότι ο Αρσάμης προηγουμένως μεν σκεφτόταν να διασώσει την Ταρσό για τους Πέρσες, μόλις όμως πληροφορήθηκε ότι ο Αλέξανδρος είχε περάσει πια τις Κιλίκιες πύλες, είχε την πρόθεση να εγκαταλείψει την πόλη· φοβούνταν λοιπόν οι κάτοικοι της Ταρσού μήπως λεηλατήσει την πόλη πριν την εγκαταλείψει. [2.4.6] Όταν το πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος, οδήγησε γρήγορα προς την Ταρσό το ιππικό του και τους πιο ελαφρά οπλισμένους από τους πεζούς, ώστε ο Αρσάμης μαθαίνοντας για την ορμητική προέλαση του Αλεξάνδρου έφυγε βιαστικά από την Ταρσό και πήγε στον βασιλιά Δαρείο, χωρίς να βλάψει καθόλου την πόλη.
[2.4.7] Ο Αλέξανδρος, όπως αναφέρει ο Αριστόβουλος, αρρώστησε από κόπωση. Άλλοι όμως λένε ότι αρρώστησε, επειδή βούτηξε στον Κύδνο ποταμό για να κολυμπήσει· είχε επιθυμήσει το νερό, επειδή ήταν ιδρωμένος και τον είχε πιάσει η ζέστη. Ο Κύδνος ποταμός περνάει μέσα από την Ταρσό και, επειδή πηγάζει από το όρος Ταύρο και διασχίζει ανοιχτό χώρο, είναι ψυχρός και έχει νερά καθαρά. [2.4.8] Τον έπιασαν λοιπόν σπασμοί και υπέφερε από υψηλό πυρετό και συνεχή αγρυπνία. Όλοι οι γιατροί νόμιζαν ότι δεν πρόκειται να ζήσει, ο γιατρός όμως Φίλιππος ο Ακαρνάνας που ήταν φίλος του Αλεξάνδρου και του είχαν μεγάλη εμπιστοσύνη στα ιατρικά ζητήματα και γενικά έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως στον στρατό, ήθελε να του δώσει καθαρτικό φάρμακο· ο Αλέξανδρος λοιπόν τον διέταξε να του δώσει το καθαρτικό. [2.4.9] Ο Φίλιππος ετοίμαζε ήδη το ποτήρι με το φάρμακο, όταν έδωσαν στον Αλέξανδρο επιστολή του Παρμενίωνα· του έγραφε ότι έπρεπε να φυλαχτεί από τον Φίλιππο, γιατί είχε πληροφορίες ότι εξαγοράστηκε από τον Δαρείο για να τον δηλητηριάσει. Ο Αλέξανδρος διάβασε το γράμμα και, ενώ ακόμη το κρατούσε στα χέρια του, πήρε το ποτήρι, όπου ήταν το φάρμακο, και συγχρόνως έδινε το γράμμα στον Φίλιππο για να το διαβάσει. [2.4.10] Έτσι την ίδια στιγμή έπινε το φάρμακο ο Αλέξανδρος και ο Φίλιππος διάβαζε την επιστολή του Παρμενίωνα. Αμέσως έγινε φανερό ότι το φάρμακο του Φιλίππου ήταν ακίνδυνο, επειδή δεν έδειξε καμιάν έκπληξη για την επιστολή, αλλά μόνο παρακάλεσε τον Αλέξανδρο να ακολουθήσει τις οδηγίες του και σε ό,τι άλλο θα του υποδείκνυε· γιατί μονάχα αν τις ακολουθούσε, θα σωζόταν. [2.4.11] Το φάρμακο τον καθάρισε και η αρρώστια πέρασε· έτσι ο Αλέξανδρος και στον Φίλιππο απέδειξε ότι είναι πιστός του φίλος, και στους άλλους, που τον περιστοίχιζαν, ότι είναι αποφασισμένος να μην υποψιάζεται τους φίλους του και μπροστά στον θάνατο έδειξε γενναιότητα.