Πατέρας και γιος μπαίνουν στο σπίτι τους. Έρχεται, συνοδεμένος από ένα μάρτυρα, ο δανειστής του Στρεψιάδη Πασίας και πηγαίνει προς το σπίτι του οφειλέτη του.
ΠΑΣΙΑΣ
Σωστό είν᾽ αυτό, να χάνεις τα λεφτά σου;
Ποτέ. Κάλλιο ήταν τότε να τον διώξω
χωρίς ντροπή, παρά μπελάδες να έχω
και μάρτυρα κι εσένα να σε σέρνω
για υπόθεση δική μου· κοντά στ᾽ άλλα
γίνομαι εχθρός και μ᾽ ένα χωριανό μου.
1220Μα την πατρίδα εγώ δε θα ντροπιάσω
ποτέ όσο ζω· θα κάμω του Στρεψιάδη
μήνυση εγώ,…
Ο Στρεψιάδης ακούοντας τ᾽ όνομά του, που ο Πασίας το είπε δυνατά, βγαίνει στην πόρτα του.
ΣΤΡ. Ποιός είν᾽ αυτός; ΠΑΣ. σαν έρθει
η μέρα που είναι και στερνή και πρώτη.
ΣΤΡ., στους θεατές.
Δυο μέρες είπε· μάρτυρες σας βάζω.
Και για ποιό πράμα μήνυση θα κάμεις;
ΠΑΣ. Για τις δώδεκα μνες, αυτές που πήρες
για ν᾽ αγοράσεις τον ψαρή. ΣΤΡ. Τ᾽ ακούτε;
Για άλογα λέει, ενώ όλοι ξέρετε ότι
άλογα και ιππασίες δεν τα χωνεύω.
ΠΑΣ. Και μάλιστα ορκιζόσουν στους θεούς,
ναι μά το Δία, πως θα τις δώσεις πίσω.
ΣΤΡ. Μα ο Φειδιππίδης τότε, μά το Δία,
δε μου είχε μάθει ακόμα αυτόν το λόγο
που δεν πέφτει ποτέ. ΠΑΣ. Κι αυτό είναι λόγος
1230για ν᾽ αρνηθείς το χρέος σου τώρα; ΣΤΡ. Τί άλλο
διάφορο θα ᾽χω εγώ απ᾽ τη μάθησή του;
ΠΑΣ. Κι αν σε οδηγήσω σε ιερό, ως και μ᾽ όρκο
στους θεούς θα τ᾽ αρνηθείς ότι μου οφείλεις;
ΣΤΡ. Ποιούς θεούς; ΠΑΣ. Στο Δία, Ερμή και Ποσειδώνα.
ΣΤΡ. Και τριώβολο από πάνω, μά το Δία,
θα βάλω για να πάρω τέτοιον όρκο.
ΠΑΣ. Ου να χαθείς, με την αδιαντροπιά σου!
ΣΤΡ., χτυπώντας του την κοιλιά, ειρωνικά.
Ετούτη εδώ, αν τριφτεί καλά με αλάτι,
γίνεται ασκί σπουδαίο… ΠΑΣ. Με κοροϊδεύεις
κιόλας; ΣΤΡ. που ως έξι θα χωράει κανάτια.
ΠΑΣ. Μα θα μου τα πλερώσεις όλα τούτα,
ναι μά τους θεούς, μά το μεγάλο Δία.
1240ΣΤΡ. Αυτό το «μά τους θεούς» πολύ μ᾽ αρέσει·
και, για όσους ξέρουν, είν᾽ ο Δίας γελοίος,
όταν σ᾽ αυτόν ορκίζονται. ΠΑΣ. Θά ᾽ρθει ώρα
που θα τιμωρηθείς γι᾽ αυτά. Μα τώρα,
μια απόκριση, να φεύγω· θα μου δώσεις
τα χρήματά μου ή όχι; ΣΤΡ. Ψυχραιμία!
Σε λίγο καθαρά θα σου απαντήσω.
Μπαίνει στο σπίτι του. Ο Πασίας απευθύνεται στο μάρτυρά του.
ΠΑΣ. Τί λες να κάμει; Λες να μου τα δώσει;
ΣΤΡ., γυρίζοντας με ένα χαμηλό στρογγυλό τραπεζάκι.
Πού είν᾽ αυτός που τα λεφτά γυρεύει;
Πες· τί είναι τούτο; ΠΑΣ. Τί είναι; Είναι σοφράς.
ΣΤΡ. Και μου ζητάς λεφτά, βρε, τέτοιος που είσαι;
1250Ούτε έναν οβολό δε δίνω σε έναν
που αντί να πει η σοφρά λέει ο σοφράς.
ΠΑΣ. Δεν πληρώνεις λοιπόν; ΣΤΡ. Μου φαίνεται, όχι.
Έλα, άδειαζέ μας τη γωνιά, και σβέλτα·
φεύγα απ᾽ την πόρτα. ΠΑΣ. Φεύγω, μα να ξέρεις·
παράβολο αν δεν πάω να καταθέσω,
να μη χαρώ… ΣΤΡ. Θα πάει κι αυτό χαμένο
κοντά στις άλλες δώδεκα. Κι ωστόσο
δε θα ᾽θελα να πάθεις τέτοιο πράμα,
που είπες χαζά «ο σοφράς» αντί «η σοφρά».
|