Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Ἀντιγόνη (1064-1090)


ΤΕ. ἀλλ᾽ εὖ γέ τοι κάτισθι μὴ πολλοὺς ἔτι
1065τρόχους ἁμιλλητῆρας ἡλίου τελῶν,
ἐν οἷσι τῶν σῶν αὐτὸς ἐκ σπλάγχνων ἕνα
νέκυν νεκρῶν ἀμοιβὸν ἀντιδοὺς ἔσῃ,
ἀνθ᾽ ὧν ἔχεις μὲν τῶν ἄνω βαλὼν κάτω,
ψυχήν τ᾽ ἀτίμως ἐν τάφῳ κατῴκισας,
1070ἔχεις δὲ τῶν κάτωθεν ἐνθάδ᾽ αὖ θεῶν
ἄμοιρον, ἀκτέριστον, ἀνόσιον νέκυν.
ὧν οὔτε σοὶ μέτεστιν οὔτε τοῖς ἄνω
θεοῖσιν, ἀλλ᾽ ἐκ σοῦ βιάζονται τάδε.
τούτων σε λωβητῆρες ὑστεροφθόροι
1075λοχῶσιν Ἅιδου καὶ θεῶν Ἐρινύες,
ἐν τοῖσιν αὐτοῖς τοῖσδε ληφθῆναι κακοῖς.
καὶ ταῦτ᾽ ἄθρησον εἰ κατηργυρωμένος
λέγω· φανεῖ γὰρ, οὐ μακροῦ χρόνου τριβή,
ἀνδρῶν γυναικῶν σοῖς δόμοις κωκύματα.
1080ἔχθρᾳ δὲ πᾶσαι συνταράσσονται πόλεις
ὅσων σπαράγματ᾽ ἢ κύνες καθήγνισαν
ἢ θῆρες, ἤ τις πτηνὸς οἰωνός, φέρων
ἀνόσιον ὀσμὴν ἑστιοῦχον ἐς πόλιν.
τοιαῦτά σου, λυπεῖς γάρ, ὥστε τοξότης
1085ἀφῆκα θυμῷ καρδίας τοξεύματα
βέβαια, τῶν σὺ θάλπος οὐχ ὑπεκδραμῇ.
ὦ παῖ, σὺ δ᾽ ἡμᾶς ἄπαγε πρὸς δόμους, ἵνα
τὸν θυμὸν οὗτος ἐς νεωτέρους ἀφῇ,
καὶ γνῷ τρέφειν τὴν γλῶσσαν ἡσυχαιτέραν
1090τὸν νοῦν τ᾽ ἀμείνω τῶν φρενῶν ὧν νῦν φέρει.


ΤΕΙ. Μάθε λοιπόν κι εσύ πως δε θα δεις
πολλούς του ήλιου γοργόδρομους ακόμα,
δίχως μ᾽ έναν απ᾽ τα δικά σου σπλάχνα
κι εσύ νεκρό νεκρούς ν᾽ αντιπλερώσεις·
γιατ᾽ έχεις έναν απ᾽ τους επάνω ρίξει
στον Κάτω κόσμο κι άνομα έχεις κλείσει
μια ζωντανή ψυχή μέσα σε τάφο·
1070κι έναν πάλι νεκρό μακριά απ᾽ τους Κάτω
θεούς κρατάς, χωρίς ταφή και δίχως
τις νόμιμες τιμές, ενώ δεν έχεις
δικαίωμα, μήτε εσύ μήτε και οι επάνω
θεοί, μα με τη βία τούς αναγκάζεις.
Για όλ᾽ αυτά κι οι εκδικήτρες στερνοφθόρες
του Άδη και των θεών οι Ερινύες
σὄχουν στήσει καρτέρι, για να πέσεις
κι ο ίδιος μες στις συμφορές τις ίδιες·
και κοίτα αν πλερωμένος με χρυσάφι
σου τα λέω αυτά· γιατί δε θα περάσει
πολύς καιρός που αντρίκεια και γυναίκεια
στα σπίτια σου θ᾽ ανάψουν μοιρολόγια.
1080Εχτρές σου όλες ταράζουνται κι οι χώρες
που στων νεκρών τους τα ξεσκλίδια εδώσαν
τις επιτάφιες τις τιμές οι σκύλοι,
ή αγρίμια, ή κάποιο γοργοφτέρουγο όρνιο,
φέρνοντας μιαν ανόσια οσμή στην πόλη,
που είχε την πατρική τους την εστία.
Τέτοια, αφού μ᾽ ερεθίζεις, σαν τοξότης
σου ᾽ριξα στο θυμό μου κι εγώ βέλη
αλάθευτα, ίσα στην καρδιά, που εσύ
δε θα γλιτώσεις το ζεμάτισμά τους.
Μα έλα, παιδί, κι οδήγα με στο σπίτι
για ν᾽ αφήσομε αυτόν να ξεθυμάνει
πάνω σ᾽ άλλους νεότερους και μάθει
να ᾽χει γλώσσα ησυχότερη και γνώση
1090του μυαλού του καλύτερη από τώρα.


ΤΕΙ. Εσύ όμως να ξέρεις πως δεν θα τελέψει πολλούς γύρους βιαστικός ο ήλιος,
που από τα σπλάχνα σου έναν νεκρό θα δώσεις,
νεκρών αλλαξιά, για όποιον έβαλες απ᾽ τον επάνω κόσμο κάτω,
και μια ψυχή για τιμωρία σε τάφο σπίτωσες,
1070και πάλι που των κάτω θεών ξεκλεμένον
βαστάς εδώ, άθαφτο και ανάγιαστο νεκρό,
ενώ ούτε εσένα ανήκει ούτε των θεών επάνω,
παρά του κεφαλιού σου γίνονται όλα αυτά και με τη βία.
Να σε τιμωρήσουν παραφυλάν αυτές που παίρνουν την αμαρτία κατόπιν,
οι Ερινύες του Άδου και των θεών, να σε πιάσουν στα κρίματά σου επάνω.
Κοίτα τώρα αν σ᾽ τα λέω αυτά επειδή μ᾽ έχουν χρυσώσει.
Δεν θα περάσει πολύς καιρός και θ᾽ ακουστούν στα σπίτια σου
θρήνοι απ᾽ άντρες και γυναίκες.
1080Κάθε πολιτεία εχθρά σηκώνεται, όταν
ή από σκυλιά ή από θεριά
σπαραχτούν και λερωθούν τα λείψανά της,
ή κανένα όρνιο κουβαλήσει ανόσια μυρουδιά στην πόλη την κατοικημένη·
τέτοιες, γιατί με πίκρανες, απ᾽ τον θυμό μου,
σαν τοξότης σου ᾽ριξα σαϊτιές στην καρδιά,
που δεν θα παν χαμένες, γιατί δεν θα ξεφύγεις τη φλόγα τους.
Παιδί, πήγαινέ με μακριά από δω στο σπίτι μου
για να βγάλει τον θυμό του αυτόν σε πιο νεότερο,
και να μάθει να κρατάει τη γλώσσα του ησυχότερη
και τον νου με πιο καλύτερη γνώση
1090απ᾽ όποιαν έχει ως τώρα.
(φεύγει ο Τειρεσίας)


ΤΕΙ. (με βροντερή φωνή)
Μάθε λοιπόν πολλές φορές πως δεν θενα γυρίσουν
του ήλιου οι τροχοί γρήγορα, πριν κι εσύ να πληρώσεις
μ᾽ έναν νεκρό απ᾽ τα σπλάχνα σου για τους νεκρούς εκείνους·
γιατί εκεί κάτω έστειλες αυτήν απ᾽ τους επάνω,
και μες σε τάφον έκλεισες τη ζωντανή ψυχή της·
1070κι έναν νεκρόν εσύ υστερείς τους θεούς του κάτω κόσμου
κι άταφο τον κρατάς εδώ και δίχως και θυσία·
κι αυτά δεν επιτρέπονται κι ούτε βέβαια σε σένα,
κι ούτε και στους επάνω θεούς, που εσύ τους αναγκάζεις.
Μα σε παραμονεύουνε του Άδη οι Ερινύες,
αυτές που καταδιώκουνε και τιμωρούν το κρίμα,
και γρήγορα θα βρεις κι εσύ μιαν όμοια δυστυχία.
Και σκέψου τώρα αν λέγω αυτά γιατ᾽ είμαι πουλημένος.
Όμως σε λίγο θ᾽ ακουστούν μες στο δικό σου σπίτι
των γυναικών και των αντρών κλαημοί και μοιρολόγια.
1080Γιατί εχτρικά ταράζεται και κάθε πολιτεία,
όταν τ᾽ αγρίμια ή τα σκυλιά κηδεύουν τα κουφάρια,
ή κάποιο φτερωτό πουλί οπού παντού γιομίζει
με μιαν ανόσια μυρωδιά των δόλιων την πατρίδα.
Μα τέτοιες βέβαιες σαγιτιές σού ρίχνω σαν τοξότης,
που να ξεφύγεις δεν μπορείς από το κάψιμό τους,
γιατί πολύ με θύμωσες με τις κακές βρισιές σου.
(Στο παιδί)
Μα εσύ, παιδί μου, σέρνε με, στο σπίτι πήγαινέ με,
για να ξεσπάσει τώρα αυτός απάνω σε πιο νέους,
και για να μάθει να κρατά πιο ήσυχη τη γλώσσα,
1090και πιο σωστή την κρίση του, παρ᾽ ό,τι έχει τώρα.
(Φεύγει με το παιδί)