ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ
Βλαστάρι του Αγαμέμνονα, άκουσέ μας·
σου μιλούνε της μητέρας σου τ᾽ αδέρφια
οι Διόσκουροι, ο Κάστορας και τούτος
1240ο αδερφός μου ο Πολυδεύκης. Μόλις
εγαληνέψαμε τρανή φουρτούνα
για το καλό ενός καραβιού και στο Άργος
ήρθαμε, καθώς είδαμε τον φόνο
της αδερφής μας που μητέρα σου είναι.
Ετούτη δίκαια τιμωρήθηκε, μα δίκαια
δεν έπραξες εσύ. Ο Φοίβος, ναι ο Φοίβος,
—όμως αφέντης μου είναι, δεν μιλάω—
αν και σοφός, δεν σου ᾽δωσε μαντείες
σοφές. Ωστόσο πρέπει να δεχτούμε
τις εντολές του. Πράξε αυτά που ορίσαν
για σένα ο Δίας κι η Μοίρα. Δώσε
γυναίκα στον Πυλάδη την Ηλέκτρα
σπίτι του να την πάρει κι εσύ φύγε
1250απ᾽ τ᾽ Άργος· τι δεν πρέπει να πατήσεις
στην πόλη αυτή, μια κι είσαι μητροκτόνος.
Οι φοβερές θεές, οι σκυλομάτες
οι Κήρες θα σε κυνηγήσουν, όπως
τρελός θα γυρίζεις από τόπο
σε τόπο. Κι όταν φτάσεις στην Αθήνα,
το άγιο ξόανο της Παλλάδας ν᾽ αγκαλιάσεις·
θα τις τρομάξει εκείνη, δεν θ᾽ αφήσει
με τα φριχτά τους φίδια να σ᾽ αγγίξουν,
βάζοντας πάνωθέ σου την ασπίδα
που της Γοργόνας έχει το κεφάλι.
Υπάρχει εκεί του Άρη κάποιος βράχος,
όπου οι θεοί καθίσαν να δικάσουν
πρώτη φορά τον φόνο, όταν εκείνος
1260τον Αλιρρόθιο σκότωσε ο σκληρόψυχος,
του πελαγίσιου αφέντη το βλαστάρι,
μανία γεμάτος για της κόρης του
τον βιασμό. Γι᾽ αυτό τον λόγο, είναι το μέρος
όπου ψηφίσαν, ιερότατο και σίγουρο.
Στον τόπο αυτόν κι εσύ πρέπει να τρέξεις
να κρίνουνε τον φόνο που ᾽χεις κάνει.
Κι η ισοψηφία που θα βγει στη δίκη
θα σε γλιτώσει απ᾽ τον χαμό. Γιατί ο Λοξίας
το φταίξιμό σου απάνω του θα πάρει,
αφού σ᾽ οδήγησε αυτός στον φόνο
της μάνας σου με τον χρησμό του. Κι έτσι
για τις γενιές που θα ᾽ρθουνε κατόπι
θα μπει τούτος ο νόμος: σε ίσες ψήφους
αθώος να βγαίνει πάντα όποιον δικάζουν.
1270Κι οι φοβερές θεές, θυμό γεμάτες,
κοντά σ᾽ αυτό τον βράχο θα χωθούνε,
σ᾽ ένα χάσμα της γης, που ιερό θα γίνει
μαντείο για τους πιστούς. Εσύ σε πόλη
αρκαδική πρέπει να κατοικήσεις,
στο ρέμα του Αλφειού και στου Λυκαίου
του Δία το ιερό σιμά. Και τ᾽ όνομά της
θα πάρει απ᾽ το δικό σου η πόλη. Τούτα
είχα να πω για σένα· το κουφάρι
του Αίγισθου οι Αργίτες θα το θάψουν.
Τη μάνα σου σε τάφο θα τη βάλουν
η Ελένη κι ο Μενέλαος, που τώρα
στο Ναύπλιο έχει αυτός ξαναγυρίσει,
απ᾽ τον καιρό που κούρσεψε την Τροία·
1280γιατί η Ελένη απ᾽ του Πρωτέα το σπίτι,
φεύγοντας απ᾽ την Αίγυπτο, γυρνάει.
Ποτέ δεν πήγε στη Φρυγία. Ο Δίας
το είδωλό της έστειλε στην Τροία,
πόλεμος για να γίνει και να βρούνε
τον θάνατο τόσοι θνητοί. Ο Πυλάδης
παίρνοντας την Ηλέκτρα, που ᾽ναι τώρα
και παντρεμένη και παρθένα, από τη χώρα
των Αχαιών, στη γη του να την πάει,
κι ας φέρει στη Φωκίδα αυτόν που λέγαν
γαμπρό σου και με πλούτη ας τον φορτώσει.
Κι εσύ για του Ισθμού γοργά προχώρα
το πέρασμα και πήγαινε στην πόλη
της Κεκροπίας, την ευτυχισμένη.
Γιατί από πάνω σου σαν αποδιώξεις
1290τον φόνο τον μοιρόγραφτο, θα ζήσεις
καλότυχα, απ᾽ τα βάσανα γλιτώνοντας.
|