Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ἠθικὰ Νικομάχεια (1115a-1115b)
[VI] Ὅτι μὲν οὖν μεσότης ἐστὶ περὶ φόβους καὶ θάρρη, ἤδη φανερὸν γεγένηται· φοβούμεθα δὲ δῆλον ὅτι τὰ φοβερά, ταῦτα δ᾽ ἐστὶν ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν κακά· διὸ καὶ τὸν φόβον ὁρίζονται προσδοκίαν κακοῦ. φοβούμεθα μὲν οὖν πάντα τὰ κακά, οἷον ἀδοξίαν πενίαν νόσον ἀφιλίαν θάνατον, ἀλλ᾽ οὐ περὶ πάντα δοκεῖ ὁ ἀνδρεῖος εἶναι· ἔνια γὰρ καὶ δεῖ φοβεῖσθαι καὶ καλόν, τὸ δὲ μὴ αἰσχρόν, οἷον ἀδοξίαν· ὁ μὲν γὰρ φοβούμενος ἐπιεικὴς καὶ αἰδήμων, ὁ δὲ μὴ φοβούμενος ἀναίσχυντος. λέγεται δ᾽ ὑπό τινων ἀνδρεῖος κατὰ μεταφοράν· ἔχει γάρ τι ὅμοιον τῷ ἀνδρείῳ· ἄφοβος γάρ τις καὶ ὁ ἀνδρεῖος. πενίαν δ᾽ ἴσως οὐ δεῖ φοβεῖσθαι οὐδὲ νόσον, οὐδ᾽ ὅλως ὅσα μὴ ἀπὸ κακίας μηδὲ δι᾽ αὑτόν. ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὁ περὶ ταῦτα ἄφοβος ἀνδρεῖος. λέγομεν δὲ καὶ τοῦτον καθ᾽ ὁμοιότητα· ἔνιοι γὰρ ἐν τοῖς πολεμικοῖς κινδύνοις δειλοὶ ὄντες ἐλευθέριοί εἰσι καὶ πρὸς χρημάτων ἀποβολὴν εὐθαρσῶς ἔχουσιν. οὐδὲ δὴ εἴ τις ὕβριν περὶ παῖδας καὶ γυναῖκα φοβεῖται ἢ φθόνον ἤ τι τῶν τοιούτων, δειλός ἐστιν· οὐδ᾽ εἰ θαρρεῖ μέλλων μαστιγοῦσθαι, ἀνδρεῖος. περὶ ποῖα οὖν τῶν φοβερῶν ὁ ἀνδρεῖος; ἢ περὶ τὰ μέγιστα; οὐθεὶς γὰρ ὑπομενετικώτερος τῶν δεινῶν. φοβερώτατον δ᾽ ὁ θάνατος· πέρας γάρ, καὶ οὐδὲν ἔτι τῷ τεθνεῶτι δοκεῖ οὔτ᾽ ἀγαθὸν οὔτε κακὸν εἶναι. δόξειε δ᾽ ἂν οὐδὲ περὶ θάνατον τὸν ἐν παντὶ ὁ ἀνδρεῖος εἶναι, οἷον ἐν θαλάττῃ ἢ νόσοις. ἐν τίσιν οὖν; ἢ ἐν τοῖς καλλίστοις; τοιοῦτοι δὲ οἱ ἐν πολέμῳ· ἐν μεγίστῳ γὰρ καὶ καλλίστῳ κινδύνῳ. ὁμόλογοι δὲ τούτοις εἰσὶ καὶ αἱ τιμαὶ αἱ ἐν ταῖς πόλεσι καὶ παρὰ τοῖς μονάρχοις. κυρίως δὴ λέγοιτ᾽ ἂν ἀνδρεῖος ὁ περὶ τὸν καλὸν θάνατον ἀδεής, καὶ ὅσα θάνατον ἐπιφέρει ὑπόγυια ὄντα· τοιαῦτα δὲ μάλιστα τὰ κατὰ πόλεμον. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν θαλάττῃ [1115b] καὶ ἐν νόσοις ἀδεὴς ὁ ἀνδρεῖος, οὐχ οὕτω δὲ ὡς οἱ θαλάττιοι· οἳ μὲν γὰρ ἀπεγνώκασι τὴν σωτηρίαν καὶ τὸν θάνατον τὸν τοιοῦτον δυσχεραίνουσιν, οἳ δὲ εὐέλπιδές εἰσι παρὰ τὴν ἐμπειρίαν. ἅμα δὲ καὶ ἀνδρίζονται ἐν οἷς ἐστὶν ἀλκὴ ἢ καλὸν τὸ ἀποθανεῖν· ἐν ταῖς τοιαύταις δὲ φθοραῖς οὐδέτερον ὑπάρχει. |
[6] Ότι η ανδρεία είναι μεσότητα στην περιοχή του φόβου και του θάρρους έχει ήδη γίνει φανερό. Είναι προφανές ότι φοβούμαστε τα πράγματα που προκαλούν φόβο, και αυτά είναι, για να το πούμε με δυο λόγια, τα κακά πράγματα — εξού και ο ορισμός του φόβου ως «προσδοκίας κακού». Φοβούμαστε λοιπόν όλα τα κακά πράγματα, π.χ. το κακό όνομα, τη φτώχεια, την αρρώστια, την έλλειψη φίλων, τον θάνατο, ο ανδρείος όμως άνθρωπος δεν θεωρείται ότι έχει σχέση με όλα αυτά. Μερικά, πράγματι, από αυτά τα κακά και πρέπει και είναι ωραίο να τα φοβάται κανείς· μερικά μάλιστα θα ήταν άσχημο να μην τα φοβάται, π.χ. το κακό όνομα: όποιος το φοβάται είναι ένας σωστός άνθρωπος, ένας άνθρωπος που αισθάνεται ντροπή, ενώ αυτός που δεν το φοβάται είναι άνθρωπος που δεν αισθάνεται ντροπή. Μερικοί χρησιμοποιούν και σ᾽ αυτή την περίπτωση τη λέξη «ανδρείος», αυτοί όμως κάνουν, στην πραγματικότητα, μεταφορά της λέξης σε μια καινούργια σημασία· έχει, πράγματι, ο άνθρωπος αυτός κάτι κοινό με τον ανδρείο, αφού και ο ανδρείος είναι ένας άνθρωπος που δεν αισθάνεται φόβο. Τη φτώχεια όμως ίσως δεν πρέπει να τη φοβούμαστε, ούτε την αρρώστια: γενικά δεν πρέπει να φοβούμαστε τα πράγματα που δεν προέρχονται από την κακία ούτε έχουν την αρχή τους σ᾽ εμάς τους ίδιους. Αλλά και πάλι ο άνθρωπος που δεν αισθάνεται φόβο μπροστά σ᾽ αυτά δεν είναι ανδρείος. Τον λέμε, παρ᾽ όλα αυτά, και αυτόν ανδρείο — αναλογικά· γιατί υπάρχουν άνθρωποι που, ενώ είναι δειλοί στους πολεμικούς κινδύνους, είναι ελευθέριοι και αντιμετωπίζουν με θάρρος την απώλεια χρημάτων. Ούτε, επίσης, είναι δειλός ο άνθρωπος που φοβάται μια βιαιοπραγία σε βάρος των παιδιών του ή της γυναίκας του ή όποιος φοβάται τον φθόνο ή άλλα τέτοια πράγματα· ούτε πάλι είναι ανδρείος ο άνθρωπος που αντιμετωπίζει με θάρρος μια επικείμενη μαστίγωσή του. Με τί λογής λοιπόν φοβερά πράγματα σχετίζεται η ιδιότητα του ανδρείου; Ασφαλώς με τα πιο μεγάλα και τα πιο βαριά· γιατί κανείς άλλος δεν είναι πιο ικανός από τον ανδρείο να μείνει και να αντιμετωπίσει τα δεινά. Το πιο φοβερό, πάντως, από όλα τα πράγματα είναι ο θάνατος, γιατί ο θάνατος είναι το τέλος, και για τον πεθαμένο —όλοι το λένε— δεν υπάρχει πια ύστερα τίποτε, ούτε καλό ούτε κακό. Φαίνεται όμως ότι η ιδιότητα του ανδρείου δεν σχετίζεται με όλες τις περιπτώσεις θανάτου, επιπαραδείγματι με τον θάνατο στη θάλασσα ή με τον θάνατο από αρρώστια. Με ποιές λοιπόν, τότε, περιπτώσεις θανάτου; Ασφαλώς με τις ωραιότερες. Τέτοιοι είναι οι θάνατοι στο πεδίο της μάχης· γιατί αυτοί βρίσκουν τον άνθρωπο μέσα στον πιο μεγάλο και τον πιο ωραίο κίνδυνο. Σε αντιστοιχία προς αυτούς τους θανάτους βρίσκονται και οι τιμές που τους απονέμονται στις πόλεις και στο περιβάλλον των μοναρχών. Κατά κύριο, επομένως, λόγο ανδρείος θα πρέπει να χαρακτηρισθεί αυτός που αντιμετωπίζει δίχως φόβο τον ωραίο θάνατο, καθώς και όλα όσα αποτελούν άμεση απειλή θανάτου — τέτοια είναι κατά κύριο λόγο όσα διαδραματίζονται στον πόλεμο. |