Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.1.1-2.2.3)

ΒΙΒΛΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ


[2.1.1] Ἐκ δὲ τούτου Μέμνων τοῦ τε ναυτικοῦ παντὸς ἡγεμὼν ἐκ βασιλέως Δαρείου καθεστηκὼς καὶ τῆς παραλίου ξυμπάσης, ὡς ἐς Μακεδονίαν τε καὶ τὴν Ἑλλάδα ἀποστρέψων τὸν πόλεμον, Χίον μὲν λαμβάνει προδοσίᾳ ἐνδοθεῖσαν, ἔνθεν δὲ ἐπὶ Λέσβου πλεύσας, ὡς οὐ προσεῖχον αὐτῷ οἱ Μιτυληναῖοι, τὰς ἄλλας πόλεις τῆς Λέσβου προσηγάγετο. [2.1.2] ταύτας δὲ παραστησάμενος καὶ προσχὼν τῇ Μιτυλήνῃ τὴν μὲν πόλιν χάρακι διπλῷ ἐκ θαλάσσης ἐς θάλασσαν ἀπετείχισε, στρατόπεδα δὲ πέντε ἐποικοδομησάμενος τῆς γῆς ἐκράτει οὐ χαλεπῶς. καὶ μέρος μέν τι τῶν νεῶν τὸν λιμένα αὐτῶν ἐφύλασσε, τὰς δὲ ἐπὶ τὴν ἄκραν τῆς Λέσβου τὸ Σίγριον, ἵνα ἡ προσβολὴ μάλιστά ἐστι ταῖς ἀπό τε Χίου καὶ ἀπὸ Γεραιστοῦ καὶ Μαλέας ὁλκάσιν, ἀποστείλας τὸν παράπλουν ἐν φυλακῇ εἶχεν, ὡς μή τινα ὠφέλειαν κατὰ θάλασσαν γίγνεσθαι τοῖς Μιτυληναίοις. [2.1.3] καὶ ἐν τούτῳ αὐτὸς μὲν νόσῳ τελευτᾷ, καὶ εἴπερ τι ἄλλο καὶ τοῦτο ἐν τῷ τότε ἔβλαψε τὰ βασιλέως πράγματα. Αὐτοφραδάτης δὲ καὶ Φαρνάβαζος ὁ Ἀρταβάζου, ὅτῳ καὶ ἐπέτρεψε τελευτῶν ὁ Μέμνων τὴν αὑτοῦ ἀρχὴν ἔστε Δαρεῖόν τι ὑπὲρ αὐτῆς γνῶναι, ἀδελφιδῷ αὑτοῦ ὄντι, οὗτοι τῇ πολιορκίᾳ οὐκ ἀρρώστως προσέκειντο. [2.1.4] καὶ οἱ Μιτυληναῖοι τῆς τε γῆς εἰργόμενοι καὶ ἀπὸ θαλάσσης πολλαῖς ναυσὶν ἐφορμούσαις φρουρούμενοι πέμψαντες παρὰ τὸν Φαρνάβαζον ὁμολογίας ἐποιήσαντο, τοὺς μὲν ξένους τοὺς παρ᾽ Ἀλεξάνδρου σφίσι κατὰ συμμαχίαν ἥκοντας ἀπελθεῖν, Μιτυληναίους δὲ καθελεῖν μὲν τὰς πρὸς Ἀλέξανδρόν σφισι γενομένας στήλας, ξυμμάχους δὲ εἶναι Δαρείου κατὰ τὴν εἰρήνην τὴν ἐπ᾽ Ἀνταλκίδου γενομένην πρὸς βασιλέα Δαρεῖον, τοὺς φυγάδας δὲ αὐτῶν κατιέναι ἐπὶ τοῖς ἡμίσεσι τῶν τότε ὄντων, ὅτε ἔφευγον. [2.1.5] ἐπὶ τούτοις μὲν δὴ ἡ ξύμβασις τοῖς Μιτυληναίοις πρὸς τοὺς Πέρσας ξυνέβη. Φαρνάβαζος δὲ καὶ Αὐτοφραδάτης, ὡς παρῆλθον ἅπαξ εἴσω τῆς πόλεως, φρουράν τε ἐς αὐτὴν εἰσήγαγον καὶ φρούραρχον ἐπ᾽ αὐτῇ Λυκομήδην Ῥόδιον, καὶ τύραννον ἐγκατέστησαν τῇ πόλει Διογένην, ἕνα τῶν φυγάδων, χρήματά τε εἰσέπραξαν τοὺς Μιτυληναίους τὰ μὲν βίᾳ ἀφελόμενοι τοὺς ἔχοντας, τὰ δὲ ἐς τὸ κοινὸν ἐπιβαλόντες.
[2.2.1] Ταῦτα δὲ διαπραξάμενοι Φαρνάβαζος μὲν ἔπλει ἐπὶ Λυκίας ἄγων τοὺς ξένους τοὺς μισθοφόρους, Αὐτοφραδάτης δὲ ἐπὶ τὰς ἄλλας νήσους. καὶ ἐν τούτῳ καταπέμπει Δαρεῖος Θυμώνδαν τὸν Μέντορος, αὐτὸν μὲν τοὺς ξένους παρὰ Φαρναβάζου παραληψόμενον καὶ ἀνάξοντα παρὰ βασιλέα, Φαρναβάζῳ ‹δὲ› ἐροῦντα ἄρχειν ὅσων Μέμνων ἦρχεν· [2.2.2] καὶ παραδοὺς τούτῳ τοὺς ξένους Φαρνάβαζος ἔπλει παρ᾽ Αὐτοφραδάτην ἐπὶ τὰς ναῦς. ὡς δὲ ὁμοῦ ἐγένοντο, δέκα μὲν ναῦς στέλλουσιν ἐπὶ τὰς Κυκλάδας νήσους Δατάμην ἄνδρα Πέρσην ἄγοντα, αὐτοὶ δὲ ναυσὶν ἑκατὸν ἐπὶ Τενέδου ἔπλευσαν· κατακομισθέντες δὲ τῆς Τενέδου εἰς τὸν Βόρειον καλούμενον λιμένα πέμπουσι παρὰ τοὺς Τενεδίους καὶ κελεύουσι τὰς στήλας τὰς πρὸς Ἀλέξανδρον καὶ τοὺς Ἕλληνας γενομένας σφίσι, ταύτας μὲν καθελεῖν, πρὸς Δαρεῖον δὲ ἄγειν τὴν εἰρήνην, ἣν ἐπὶ Ἀνταλκίδου Δαρείῳ συνέθεντο. [2.2.3] Τενεδίοις δὲ τὰ μὲν τῆς εὐνοίας ἐς Ἀλέξανδρόν τε καὶ τοὺς Ἕλληνας ἐποίει μᾶλλον, ἐν δὲ τῷ παρόντι ἄπορον ἄλλως ἐδόκει ὅτι μὴ προσχωρήσαντας τοῖς Πέρσαις σώζεσθαι· ἐπεὶ οὐδὲ Ἡγελόχῳ, ὅτῳ προσετέτακτο ‹ὑπ᾽› Ἀλεξάνδρου αὖθις ξυναγαγεῖν δύναμιν ναυτικήν, τοσαύτη ξυνηγμένη ἦν ὡς δι᾽ ὀλίγου προσδοκᾶν ἔσεσθαι ἄν σφισι παρ᾽ αὐτοῦ τινα ὠφέλειαν. οὕτω μὲν δὴ οἱ ἀμφὶ Φαρνάβαζον τοὺς Τενεδίους φόβῳ μᾶλλον ἢ ἐθελοντὰς παρεστήσαντο.

ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ


[2.1.1] Ύστερα από τα γεγονότα αυτά ο Μέμνων, που είχε διοριστεί από τον βασιλιά Δαρείο διοικητής όλου του στόλου καθώς και ολόκληρης της παραλιακής ζώνης, με τον σκοπό να μεταφέρει τον πόλεμο στη Μακεδονία και την Ελλάδα, κατέλαβε τη Χίο που του παραδόθηκε με προδοσία· από εκεί έπλευσε στη Λέσβο και, επειδή οι Μυτιληναίοι δεν προσχωρούσαν σε αυτόν, υπέταξε τις υπόλοιπες πόλεις της Λέσβου. [2.1.2] Αφού τις κυρίεψε και προσορμίστηκε στη Μυτιλήνη, απέκλεισε την πόλη με διπλό φράγμα από τη μια θάλασσα ως την άλλη, κατασκεύασε πέντε οχυρωμένα στρατόπεδα και έτσι κυριάρχησε με ευκολία στη στεριά. Μερικά πλοία του φύλαγαν το λιμάνι της Μυτιλήνης, ενώ άλλα τα έστειλε στο Σίγρι, το ακρωτήριο της Λέσβου, όπου προσορμίζονται συνήθως τα εμπορικά πλοία που έρχονται από τη Χίο, τη Γεραιστό και τον Μαλέα. Έτσι επιτηρούσε τα πλοία που παρέπλεαν, ώστε δεν μπορούσαν πια να πάρουν καμιά βοήθεια από τη θάλασσα οι Μυτιληναίοι. [2.1.3] Στο μεταξύ όμως ο Μέμνων αρρώστησε και πέθανε, και ο θάνατός του έβλαψε τότε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την υπόθεση του Μεγάλου Βασιλέως. Ο Αυτοφραδάτης και ο Φαρνάβαζος, ο γιος του Αρτάβαζου, εξακολούθησαν με μεγάλη επιμονή την πολιορκία· πεθαίνοντας ο Μέμνων ανέθεσε την εξουσία του στον Φαρνάβαζο που ήταν ανιψιός του, μέχρις ότου αποφασίσει για το ζήτημα αυτό ο Δαρείος. [2.1.4] Επειδή λοιπόν οι Μυτιληναίοι και από την ξηρά ήταν αποκλεισμένοι και από τη θάλασσα τους φρουρούσαν πολλά πλοία που ενεργούσαν αποκλεισμό, έστειλαν πρέσβεις τους στον Φαρνάβαζο και συνθηκολόγησαν μαζί του με τους εξής όρους: Να αποχωρήσουν οι μισθοφόροι στρατιώτες που τους είχε στείλει ο Αλέξανδρος, σύμφωνα με τους όρους της συμμαχίας τους· να καταργήσουν οι Μυτιληναίοι τις συνθήκες που είχαν συνάψει με τον Αλέξανδρο και να γίνουν σύμμαχοι του Δαρείου σύμφωνα με τους όρους της ειρήνης του Ανταλκίδα, που είχε γίνει με τον βασιλιά Δαρείο· να επιστρέψουν στην πόλη τους οι εξόριστοι και να πάρουν πίσω τη μισή περιουσία από εκείνη που είχαν, όταν εξορίστηκαν. [2.1.5] Με αυτούς λοιπόν τους όρους συνθηκολόγησαν οι Μυτιληναίοι με τους Πέρσες. Ο Φαρνάβαζος όμως και ο Αυτοφραδάτης, μόλις μπήκαν μέσα στην πόλη, εγκατέστησαν φρουρά και όρισαν ως φρούραρχό της τον Λυκομήδη τον Ρόδιο· τοποθέτησαν επίσης στην πόλη τύραννο τον Διογένη, που ήταν ένας από τους εξόριστους και εισέπραξαν χρήματα από τους Μυτιληναίους, από τα οποία άλλα άρπαξαν με βία από τους εύπορους πολίτες και άλλα επέβαλαν σε όλη την πόλη.
[2.2.1] Αφού τακτοποίησε τα ζητήματα της Μυτιλήνης, ο Φαρνάβαζος με τους ξένους μισθοφόρους έπλευσε προς τη Λυκία και ο Αυτοφραδάτης προς τα άλλα νησιά. Στο μεταξύ έστειλε ο Δαρείος τον Θυμώνδα, τον γιο του Μέντορα, για να παραλάβει από τον Φαρνάβαζο τους μισθοφόρους και να τους οδηγήσει στο εσωτερικό της Ασίας προς τον βασιλιά και συγχρόνως να υποδείξει στον Φαρνάβαζο να διοικεί αυτός όσα προηγουμένως διοικούσε ο Μέμνων. [2.2.2] Αφού λοιπόν παρέδωσε ο Φαρνάβαζος τους μισθοφόρους στον Θυμώνδα, έπλευσε προς τον Αυτοφραδάτη και τα περσικά πλοία. Μόλις συναντήθηκαν, έστειλαν δέκα πλοία με τον Πέρση Δατάμη στα νησιά των Κυκλάδων, ενώ οι ίδιοι με εκατό πλοία τους έπλευσαν προς την Τένεδο. Αφού προσορμίστηκαν στο Βόρειο λεγόμενο λιμάνι της Τενέδου, έστειλαν πρέσβεις στους Τενεδίους και τους διέταξαν να καταργήσουν τις συνθήκες που είχαν συνάψει με τον Αλέξανδρο και τους Έλληνες και να διατηρήσουν ειρήνη με τον Δαρείο, σύμφωνα με τους όρους που συμφωνήθηκαν ανάμεσα στον Δαρείο και τον Ανταλκίδα. [2.2.3] Αν και συμπαθούσαν οι Τενέδιοι περισσότερο τον Αλέξανδρο και τους Έλληνες, έκριναν όμως ότι προς το παρόν ήταν αδύνατο να σωθούν με άλλο τρόπο παρά μόνο αν προσχωρούσαν στους Πέρσες· γιατί ούτε και ο Ηγέλοχος, που τον είχε διατάξει ο Αλέξανδρος να συγκεντρώσει και πάλι ναυτικές δυνάμεις, δεν είχε ακόμη συγκεντρώσει τόσες, ώστε να ελπίζουν ότι θα μπορούσε σύντομα να τους φέρει κάποια βοήθεια. Με αυτόν λοιπόν τον τρόπο οι απεσταλμένοι του Φαρνάβαζου πήραν με το μέρος τους τους Τενεδίους, από φόβο μάλλον παρά με τη θέλησή τους.