Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πρωταγόρας (352a-353b)

[352a] Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, τῇδέ πῃ καταφανὲς ἂν ἡμῖν γένοιτο; ὥσπερ εἴ τις ἄνθρωπον σκοπῶν ἐκ τοῦ εἴδους ἢ πρὸς ὑγίειαν ἢ πρὸς ἄλλο τι τῶν τοῦ σώματος ἔργων, ἰδὼν τὸ πρόσωπον καὶ τὰς χεῖρας ἄκρας εἴποι· «Ἴθι δή μοι ἀποκαλύψας καὶ τὰ στήθη καὶ τὸ μετάφρενον ἐπίδειξον, ἵνα ἐπισκέψωμαι σαφέστερον,» καὶ ἐγὼ τοιοῦτόν τι ποθῶ πρὸς τὴν σκέψιν· θεασάμενος ὅτι οὕτως ἔχεις πρὸς τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ ἡδὺ ὡς φῄς, δέομαι τοιοῦτόν τι εἰπεῖν· Ἴθι δή μοι, ὦ Πρωταγόρα, [352b] καὶ τόδε τῆς διανοίας ἀποκάλυψον· πῶς ἔχεις πρὸς ἐπιστήμην; πότερον καὶ τοῦτό σοι δοκεῖ ὥσπερ τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἄλλως; δοκεῖ δὲ τοῖς πολλοῖς περὶ ἐπιστήμης τοιοῦτόν τι, οὐκ ἰσχυρὸν οὐδ᾽ ἡγεμονικὸν οὐδ᾽ ἀρχικὸν εἶναι· οὐδὲ ὡς περὶ τοιούτου αὐτοῦ ὄντος διανοοῦνται, ἀλλ᾽ ἐνούσης πολλάκις ἀνθρώπῳ ἐπιστήμης οὐ τὴν ἐπιστήμην αὐτοῦ ἄρχειν ἀλλ᾽ ἄλλο τι, τοτὲ μὲν θυμόν, τοτὲ δὲ ἡδονήν, τοτὲ δὲ λύπην, ἐνίοτε δὲ ἔρωτα, πολλάκις δὲ φόβον, ἀτεχνῶς [352c] διανοούμενοι περὶ τῆς ἐπιστήμης ὥσπερ περὶ ἀνδραπόδου, περιελκομένης ὑπὸ τῶν ἄλλων ἁπάντων. ἆρ᾽ οὖν καὶ σοὶ τοιοῦτόν τι περὶ αὐτῆς δοκεῖ, ἢ καλόν τε εἶναι ἡ ἐπιστήμη καὶ οἷον ἄρχειν τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἐάνπερ γιγνώσκῃ τις τἀγαθὰ καὶ τὰ κακά, μὴ ἂν κρατηθῆναι ὑπὸ μηδενὸς ὥστε ἄλλ᾽ ἄττα πράττειν ἢ ἃν ἐπιστήμη κελεύῃ, ἀλλ᾽ ἱκανὴν εἶναι τὴν φρόνησιν βοηθεῖν τῷ ἀνθρώπῳ;
Καὶ δοκεῖ, ἔφη, ὥσπερ σὺ λέγεις, ὦ Σώκρατες, καὶ ἅμα, [352d] εἴπερ τῳ ἄλλῳ, αἰσχρόν ἐστι καὶ ἐμοὶ σοφίαν καὶ ἐπιστήμην μὴ οὐχὶ πάντων κράτιστον φάναι εἶναι τῶν ἀνθρωπείων πραγμάτων.
Καλῶς γε, ἔφην ἐγώ, σὺ λέγων καὶ ἀληθῆ. οἶσθα οὖν ὅτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων ἐμοί τε καὶ σοὶ οὐ πείθονται, ἀλλὰ πολλούς φασι γιγνώσκοντας τὰ βέλτιστα οὐκ ἐθέλειν πράττειν, ἐξὸν αὐτοῖς, ἀλλὰ ἄλλα πράττειν· καὶ ὅσους δὴ ἐγὼ ἠρόμην ὅτι ποτε αἴτιόν ἐστι τούτου, ὑπὸ ἡδονῆς φασιν [352e] ἡττωμένους ἢ λύπης ἢ ὧν νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον ὑπό τινος τούτων κρατουμένους ταῦτα ποιεῖν τοὺς ποιοῦντας.
Πολλὰ γὰρ οἶμαι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καὶ ἄλλα οὐκ ὀρθῶς λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι.
Ἴθι δὴ μετ᾽ ἐμοῦ ἐπιχείρησον πείθειν τοὺς ἀνθρώπους καὶ διδάσκειν ὅ ἐστιν αὐτοῖς τοῦτο τὸ πάθος, ὅ φασιν ὑπὸ [353a] τῶν ἡδονῶν ἡττᾶσθαι καὶ οὐ πράττειν διὰ ταῦτα τὰ βέλτιστα, ἐπεὶ γιγνώσκειν γε αὐτά. ἴσως γὰρ ἂν λεγόντων ἡμῶν ὅτι Οὐκ ὀρθῶς λέγετε, ὦ ἄνθρωποι, ἀλλὰ ψεύδεσθε, ἔροιντ᾽ ἂν ἡμᾶς· «Ὦ Πρωταγόρα τε καὶ Σώκρατες, εἰ μὴ ἔστιν τοῦτο τὸ πάθημα ἡδονῆς ἡττᾶσθαι, ἀλλὰ τί ποτ᾽ ἐστίν, καὶ τί ὑμεῖς αὐτό φατε εἶναι; εἴπατον ἡμῖν.»
Τί δέ, ὦ Σώκρατες, δεῖ ἡμᾶς σκοπεῖσθαι τὴν τῶν πολλῶν δόξαν ἀνθρώπων, οἳ ὅτι ἂν τύχωσι τοῦτο λέγουσιν;
[353b] Οἶμαι, ἦν δ᾽ ἐγώ, εἶναί τι ἡμῖν τοῦτο πρὸς τὸ ἐξευρεῖν περὶ ἀνδρείας, πρὸς τἆλλα μόρια τὰ τῆς ἀρετῆς πῶς ποτ᾽ ἔχει. εἰ οὖν σοι δοκεῖ ἐμμένειν οἷς ἄρτι ἔδοξεν ἡμῖν, ἐμὲ ἡγήσασθαι ᾗ οἶμαι ἂν ἔγωγε κάλλιστα φανερὸν γενέσθαι, ἕπου· εἰ δὲ μὴ βούλει, εἴ σοι φίλον, ἐῶ χαίρειν.
Ἀλλ᾽, ἔφη, ὀρθῶς λέγεις· καὶ πέραινε ὥσπερ ἤρξω.

γ) Ο ηγεμονικός ρόλος της σοφίας στις ανθρώπινες ενέργειες.
[352a] Τότε είπα: Μήπως το ζήτημα θα μπορούσε να ξεκαθαριστεί κάπως έτσι; Ας πούμε ότι κάποιος εξετάζει την υγεία ή μια από τις σωματικές λειτουργίες ενός ανθρώπου απ᾽ ό,τι μπορεί να δει εξωτερικά, κι αφού δει το πρόσωπο και τις παλάμες, θα του πει: Τώρα, γιά να δούμε το στήθος και τις πλάτες σου· βγάλε τα ρούχα σου, για να σ᾽ εξετάσω καλύτερα. Κι εγώ, για να προχωρήσει η έρευνα, έχω μια ανάλογη απαίτηση· αφού σημειώσω ότι αυτές είναι οι απόψεις σου επάνω στο καλό και το ευχάριστο —απ᾽ ό,τι λες— επίτρεψέ μου μια τέτοια ερώτηση: Εμπρός, Πρωταγόρα, [352b] αποκάλυψε κι αυτή την περιοχή των σκέψεών σου· ποιά ιδέα έχεις σχηματίσει για τη γνώση; Τί συμβαίνει; και σ᾽ αυτό το θέμα οι γνώμες σου συμφωνούν με τον πολύ κόσμο ή είναι διαφορετικές; Νά ποιά γνώμη έχει ο πολύς κόσμος για τη γνώση: ότι αυτή είναι κάτι αδύναμο, ανίκανο να κρατήσει την πρωτοκαθεδρία και την εξουσία· κατά τη γνώμη τους λοιπόν έχει αυτές τις αδυναμίες και, όπως πιστεύουν, καμιά φορά μπορεί ένας άνθρωπος να έχει μέσα του τη γνώση, κι όμως να μην τον κυβερνά η γνώση, αλλά κάτι άλλο: τη μια η έξαψη, την άλλη η λύπη, πού και πού ο έρωτας, πολλές φορές κι ο φόβος· με δυο λόγια [352c] φαντάζονται τη γνώση σαν κανένα ανδράποδο, που όλα τ᾽ άλλα το σέρνουν πότε αποδώ και πότε αποκεί. Μήπως λοιπόν κι εσύ έχεις κάποια ανάλογη ιδέα γι᾽ αυτή ή πιστεύεις ότι η γνώση είναι κάτι ωραίο και ικανό να κυβερνά τον άνθρωπο και ότι, αν ένας άνθρωπος ξέρει ποιό είναι το καλό και ποιό το κακό, τίποτε δεν του δένει τα χέρια, ώστε να κάνει κάτι άλλο κι όχι εκείνο που του συμβουλεύει η γνώση — δηλαδή πιστεύεις ότι η φρόνηση είναι ένας άξιος βοηθός του ανθρώπου;
Σωκράτη, όχι μονάχα συμφωνώ με τα λόγια σου, αλλά για μένα, [352d] περισσότερο από κάθε άλλον, θα ᾽ταν ντροπή να μην υποστηρίζω ότι απ᾽ όλα όσα έχει ο άνθρωπος τη μεγαλύτερη δύναμη την έχει η γνώση και η σοφία.
Τα λόγια σου έχουν και ομορφιά και αλήθεια, του είπα. Ξέρεις όμως ότι οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν ακούν εμένα κι εσένα, αλλά λένε ότι πολλοί γνωρίζουν ποιό είναι το καλύτερο κι όμως, κι ας είναι στο χέρι τους, δεν κάνουν με προθυμία αυτό, αλλά κάνουν άλλα. Ρώτησα πολλούς για ποιά αιτία άραγε συμβαίνει αυτό, και όλοι μου είπαν ότι όσοι κάνουν αυτά, τα κάνουν, [352e] γιατί νικιούνται από την ηδονή ή τη λύπη ή από κάτι άλλο απ᾽ αυτά που ανέφερα.
Δεν είναι μόνο σ᾽ αυτά που πέφτουν έξω οι άνθρωποι, αλλά και σ᾽ ένα σωρό άλλα, νομίζω.
Εμπρός λοιπόν, προσπάθησε μαζί μου να πείσεις τους ανθρώπους και να τους διδάξεις τί ακριβώς παθαίνουν όταν, όπως λεν, [353a] νικιούνται από τις ηδονές, και γι᾽ αυτό τον λόγο δεν κάνουν το καλύτερο, μόλο που, λένε, το γνωρίζουν. Γιατί ίσως, την ώρα που εμείς τους λέγαμε: Άνθρωποί μας, δεν τα λέτε σωστά, πέφτετε έξω, θα μας έκαναν την ερώτηση: Πρωταγόρα και Σωκράτη, μια και αυτό που παθαίνουμε δεν είναι η αδυναμία μας μπροστά στην ηδονή, τί άλλο είναι τέλος πάντων; Εσείς ποιό όνομα του δίνετε; πέστε το, να το ακούσουμε.
Για ποιό λόγο να εξετάσουμε τη γνώμη των πολλών, που λένε ό,τι τους κατεβεί, Σωκράτη;
[353b] Τότε του είπα: Πιστεύω πως κάποια βοήθεια θα μας δώσει κι αυτό, για να ξεδιαλύνουμε το ζήτημα της ανδρείας — δηλαδή σε ποιά σχέση βρίσκεται αυτή με τα άλλα μόρια της αρετής. Λοιπόν θέλεις να μείνουμε σταθεροί στην απόφαση που πήραμε εδώ και λίγη ώρα, δηλαδή εγώ να κατευθύνω τη συζήτηση, με ποιό τρόπο πιστεύω ότι θα γίνει απόλυτα κατανοητό το ζήτημα; Τότε ακολούθησέ με· αν ωστόσο δε θέλεις, για να σου κάνω την καρδιά, βάζω τελεία και παύλα.
Όχι, έχεις δίκιο· προχώρα προς το τέλος, όπως άρχισες.