Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Νεκρικοὶ Διάλογοι (3.1-3.2)


3. ΝΕΚΡΩΝ ΠΛΟΥΤΩΝΙ ΚΑΤΑ ΜΕΝΙΠΠΟΥ


ΚΡΟΙΣΟΣ
[3.1] Οὐ φέρομεν, ὦ Πλούτων, Μένιππον τουτονὶ τὸν κύνα παροικοῦντα· ὥστε ἢ ἐκεῖνόν ποι κατάστησον ἢ ἡμεῖς μετοικήσομεν εἰς ἕτερον τόπον.
ΠΛΟΥΤΩΝ
Τί δ᾽ ὑμᾶς δεινὸν ἐργάζεται ὁμόνεκρος ὤν;
ΚΡΟΙΣΟΣ
Ἐπειδὰν ἡμεῖς οἰμώζωμεν καὶ στένωμεν ἐκείνων μεμνημένοι τῶν ἄνω, Μίδας μὲν οὑτοσὶ τοῦ χρυσίου, Σαρδανάπαλλος δὲ τῆς πολλῆς τρυφῆς, ἐγὼ δὲ Κροῖσος τῶν θησαυρῶν, ἐπιγελᾷ καὶ ἐξονειδίζει ἀνδράποδα καὶ καθάρματα ἡμᾶς ἀποκαλῶν, ἐνίοτε δὲ καὶ ᾄδων ἐπιταράττει ἡμῶν τὰς οἰμωγάς, καὶ ὅλως λυπηρός ἐστιν.
ΠΛΟΥΤΩΝ
Τί ταῦτά φασιν, ὦ Μένιππε;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Ἀληθῆ, ὦ Πλούτων· μισῶ γὰρ αὐτοὺς ἀγεννεῖς καὶ ὀλεθρίους ὄντας, οἷς οὐκ ἀπέχρησεν βιῶναι κακῶς, ἀλλὰ καὶ ἀποθανόντες ἔτι μέμνηνται καὶ περιέχονται τῶν ἄνω· χαίρω τοιγαροῦν ἀνιῶν αὐτούς.
ΠΛΟΥΤΩΝ
Ἀλλ᾽ οὐ χρή· λυποῦνται γὰρ οὐ μικρῶν στερόμενοι.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Καὶ σὺ μωραίνεις, ὦ Πλούτων, ὁμόψηφος ὢν τοῖς τούτων στεναγμοῖς;
ΠΛΟΥΤΩΝ
Οὐδαμῶς, ἀλλ᾽ οὐκ ἂν ἐθέλοιμι στασιάζειν ὑμᾶς.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
[3.2] Καὶ μήν, ὦ κάκιστοι Λυδῶν καὶ Φρυγῶν καὶ Ἀσσυρίων, οὕτω γινώσκετε ὡς οὐδὲ παυσομένου μου· ἔνθα γὰρ ἂν ἴητε, ἀκολουθήσω ἀνιῶν καὶ κατᾴδων καὶ καταγελῶν.
ΚΡΟΙΣΟΣ
Ταῦτα οὐχ ὕβρις;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Οὔκ, ἀλλ᾽ ἐκεῖνα ὕβρις ἦν, ἃ ὑμεῖς ἐποιεῖτε, προσκυνεῖσθαι ἀξιοῦντες καὶ ἐλευθέροις ἀνδράσιν ἐντρυφῶντες καὶ τοῦ θανάτου παράπαν οὐ μνημονεύοντες· τοιγαροῦν οἰμώξεσθε πάντων ἐκείνων ἀφῃρημένοι.
ΚΡΟΙΣΟΣ
Πολλῶν γε, ὦ θεοί, καὶ μεγάλων κτημάτων.
ΜΙΔΑΣ
Ὅσου μὲν ἐγὼ χρυσοῦ.
ΣΑΡΔΑΝΑΠΑΛΛΟΣ
Ὅσης δὲ ἐγὼ τρυφῆς.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Εὖ γε, οὕτω ποιεῖτε· ὀδύρεσθε μὲν ὑμεῖς, ἐγὼ δὲ τὸ γνῶθι σαυτὸν πολλάκις συνείρων ἐπᾴσομαι ὑμῖν· πρέποι γὰρ ἂν ταῖς τοιαύταις οἰμωγαῖς ἐπᾳδόμενον.


3. ΝΕΚΡΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΜΕΝΙΠΠΟΥ


ΚΡΟΙΣΟΣ
[3.1] Δεν τον αντέχουμε, Πλούτωνα, αυτόν εδώ τον Μένιππο τον κυνικό να είναι εγκατεστημένος κοντά μας. Συνεπώς ή εκείνον να τον μετακινήσεις κάπου αλλού ή εμείς θα μετακομίσουμε σε άλλον τόπο.
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Και τί κακό σάς κάνει, αφού είναι κι αυτός συνάδελφος νεκρός;
ΚΡΟΙΣΟΣ
Κάθε φορά που εμείς θρηνούμε και στενάζουμε, καθώς θυμόμαστε όσα είχαμε επάνω, αυτός εδώ ο Μίδας το χρυσάφι του, ο Σαρδανάπαλος τη μεγάλη του πολυτέλεια και εγώ ο Κροίσος τους θησαυρούς μου, μας περιγελά και μας εξυβρίζει αποκαλώντας μας τιποτένιους δούλους και καθάρματα, και μερικές φορές μάλιστα τραγουδώντας ταράζει τους θρήνους μας, και γενικά είναι ανυπόφορος.
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Τί είναι αυτά που λένε, Μένιππε;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Αλήθεια είναι, Πλούτωνα. Τους μισώ, επειδή είναι αναξιοπρεπείς και απαίσιοι, και δεν τους φτάνει που έζησαν με κακοήθεια, αλλά και τώρα, πεθαμένοι, ακόμη θυμούνται κι έχουνε σφιχταγκαλιάσει τα επάνω. Χαίρομαι λοιπόν να τους στενοχωρώ.
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Δεν πρέπει όμως. Είναι λυπημένοι, γιατί αυτά που έχουν στερηθεί δεν είναι και λίγα.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Κι εσύ ανοηταίνεις, Πλούτωνα, και δίνεις θετική ψήφο στους στεναγμούς τους;
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Όχι βέβαια, αλλά δεν θα ήθελα να υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ σας.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
[3.2] Ε, λοιπόν, εσείς οι κακοηθέστεροι από τους Λυδούς και τους Φρύγες και τους Ασσυρίους, να το ξέρετε πως δεν πρόκειται να πάψω. Όπου κι αν πηγαίνετε, θα σας ακολουθώ ενοχλώντας και τραγουδώντας κοροϊδευτικά και περιγελώντας σας.
ΚΡΟΙΣΟΣ
Αυτό δεν είναι αλαζονεία;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Όχι, αλλά αλαζονεία ήταν εκείνα που κάνατε εσείς, που είχατε την αξίωση να σας προσκυνούνε και εκμεταλλευόσασταν ελεύθερους ανθρώπους, και ούτε που σας περνούσε καθόλου από το μυαλό ο θάνατος. Τώρα λοιπόν θα θρηνείτε, μια και όλα εκείνα τα στερηθήκατε.
ΚΡΟΙΣΟΣ
Πολλή, θεοί μου, και μεγάλη περιουσία!
ΜΙΔΑΣ
Εγώ πόσο χρυσάφι είχα!
ΣΑΡΔΑΝΑΠΑΛΟΣ
Κι εγώ πόση πολυτέλεια!

ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Πολύ ωραία, συνεχίστε έτσι· εσείς θα κλαίγεστε, κι εγώ θα συνοδεύω τα κλαψουρίσματά σας με τραγούδι, παρεμβάλλοντας συχνά το «γνῶθι σαυτόν». Πραγματικά ταιριάζει να συνοδεύει τέτοιου είδους θρήνους.