[4.1] Ότι σε αυτά κρύβεται το στοιχείο του πανηγυριού και της τάσης για δημοτικότητα, με σκοπό τον εντυπωσιασμό και τα φιλόδοξα σχέδια, είναι ολοφάνερο. Εάν όμως λάβει κανείς υπόψη του την εν γένει συμπεριφορά του και το ήθος του, θα μπορούσε να πιστέψει ότι η προσπάθεια εκείνη να ευχαριστήσει τον όχλο και η τάση του για δημοτικότητα ήταν προϊόν της ευσέβειάς του· γιατί, όπως λέει ο Θουκυδίδης, ήταν από εκείνους που φοβούνταν πάρα πολύ τους θεούς και φοβερά προσκολλημένος στη θρησκεία. [4.2] Σε κάποιον μάλιστα διάλογο του Πασιφώντα είναι γραμμένο ότι θυσίαζε στους θεούς καθημερινά· διατηρούσε ακόμη και μάντη στο σπίτι του και προσποιούνταν πως σκεφτόταν συνεχώς για τις υποθέσεις του κράτους, ενώ στην πραγματικότητα τον περισσότερο καιρό ασχολούνταν με τα προσωπικά του ζητήματα και κυρίως με τα μεταλλεία αργύρου· γιατί τέτοια είχε πολλά στο Λαύριο, που του απέδιδαν βέβαια πολλά έσοδα αλλά και που η εργασία σ᾽ αυτά έκρυβε κινδύνους. Συντηρούσε εκεί μεγάλο αριθμό δούλων και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του ήταν σε ασήμι. [4.3] Γι᾽ αυτό δεν ήταν λίγοι εκείνοι που του ζητούσαν και έπαιρναν χρήματα. Και έδινε εξίσου σε όσους μπορούσαν να κάνουν κακό και σε εκείνους που άξιζε να ευεργετηθούν· γενικά, η δειλία του τον καθιστούσε προσιτό στους κακούς, ενώ η φιλανθρωπία στους χρηστούς πολίτες. [4.4] Όσο γι᾽ αυτά μπορούμε να έχουμε και τη μαρτυρία των κωμικών. [4.5] Για παράδειγμα, για κάποιον συκοφάντη ο Τηλεκλείδης γράφει τα εξής: Ο Χαρικλής λοιπόν του έδωσε μια μνα, για να μη λέει αυτός ότι ήταν ο πρώτος από τα νόθα παιδιά της μητέρας του. Ο Νικίας, ο γιος του Νικηράτου, του έδωσε τέσσερις μνες· για ποιον λόγο όμως του έδωσε αυτές, αν και το γνωρίζω καλά, δεν θα το αναφέρω, γιατί ο άνδρας είναι φίλος μου και κατά τη γνώμη μου συνετός. [4.6] Κάποιος άλλος που διακωμωδείται από τον Εύπολη στο έργο του «Μαρικάς», προσπαθώντας να ξεγελάσει κάποιον αργόσχολο και φτωχό, παρουσιάζεται να του λέει: ‹Α.› Πόσον καιρό έχεις να δεις τον Νικία; ‹Β.› Δεν τον είδα, παρά μια φορά τώρα τελευταία να στέκεται στην αγορά. ‹Α.› ο καημένος ομολογεί ότι έχει δει τον Νικία. Γιατί όμως να τον έβλεπε, αν δεν τον είχε πληρωμένο από πριν; ‹Γ.› Ακούσατε, συνομήλικοί μου, ότι έχει συλληφθεί επ᾽ αυτοφώρω ο Νικίας; ‹Β.› Εσείς, θεότρελοι, θα βρίσκατε ψεγάδι στον πιο καλό άνθρωπο; [4.7] Ο Κλέων, εξάλλου, στον Αριστοφάνη απειλώντας λέει: Θα αναγκάσω τους ρήτορες να σιωπήσουν και τον Νικία να τρέμει. [4.8] Αλλά και ο Φρύνιχος υπαινίσσεται τη δειλία και τον υπερβολικό φόβο του με τα εξής: Ήταν γενναίος πολίτης το ξέρω προσωπικά πολύ καλά, και, όταν βάδιζε, δεν έσκυβε, όπως ο Νικίας.
|