ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Σ᾽ έθρεψα εγώ, μαζί σου να γεράσω θέλω.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Του πατέρα μου φόνισσα μ᾽ εμέ να ζήσεις;
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
910Η Μοίρα, γιε μου, σ᾽ όλ᾽ αυτά είναι η αιτία.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Κι αυτόν σου ετοίμασε λοιπόν το φόνο η Μοίρα.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Καθόλου, γιε μου, δε ψηφάς κατάρες μάνας;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Με γέννησες στη συμφορά για να με ρίξεις.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Δε σ᾽ έριξα παρά σε σπίτια φιλικά μας.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Πουλήθηκ᾽ άτιμα, γιος λεύτερου πατέρα.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Και που ᾽ναι η πλερωμή που δέχτηκα για σένα;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Ντρέπομαι αυτή σου την πομπή να πω ίσα πέρα.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Μα πες και του πατέρα σου τ᾽ άδικα τότε.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Μέσα στα σπίτια εσύ, μην κρίνεις το ξωμάχο.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
920Να κλαις γυναίκες, που ο άντρας των, παιδί μου, λείπει.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Στην ησυχία τους ζουν κι ο κόπος των τις θρέφει.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Το ᾽χεις το βλέπω απόφαση να με σκοτώσεις.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Συ θα σκοτώσεις, όχι εγώ, τον εαυτό σου.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Φυλάξου από τις μάνας σου τις άγριες σκύλες.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Κι απ᾽ του πατέρα μου πώς θα σωθώ, αν σ᾽ αφήσω;
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Θαρρώ, του κάκου, ζωντανή κλαίω μπρος σε τάφο!
ΟΡΕΣΤΗΣ
Την καταδίκη σου όρισε πατέρα φόνος.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Αλί μου εγώ, που γέννησα κι έθρεψα φίδι!
ΟΡΕΣΤΗΣ
Τί μάντης βρήκε του ονείρου σου αλήθεια ο φόβος!
930σκότωσες τον δεν έπρεπε· και τ᾽ όμοιο πάθε.
Η ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ
Κλαίω τη μαύρη, εγώ, τη μοίρα και των δυο των,
μ᾽ αφού στην κορφήν έφτασε τόσων αιμάτων
ο άθλιος ο Ορέστης, πιο καλά τουλάχιστο έχω
το μάτι των σπιτιών να μη σβήσει για πάντα.
|