Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (8.96.1-8.98.4)

[8.96.1] Τοῖς δὲ Ἀθηναίοις ὡς ἦλθε τὰ περὶ τὴν Εὔβοιαν γεγενημένα, ἔκπληξις μεγίστη δὴ τῶν πρὶν παρέστη. οὔτε γὰρ ἡ ἐν τῇ Σικελίᾳ ξυμφορά, καίπερ μεγάλη τότε δόξασα εἶναι, οὔτε ἄλλο οὐδέν πω οὕτως ἐφόβησεν. [8.96.2] ὅπου γὰρ στρατοπέδου τε τοῦ ἐν Σάμῳ ἀφεστηκότος ἄλλων τε νεῶν οὐκ οὐσῶν οὐδὲ τῶν ἐσβησομένων αὐτῶν τε στασιαζόντων καὶ ἄδηλον ὂν ὁπότε σφίσιν αὐτοῖς ξυρράξουσι, τοσαύτη ἡ ξυμφορὰ ἐπεγεγένητο, ἐν ᾗ ναῦς τε καὶ τὸ μέγιστον Εὔβοιαν ἀπωλωλέκεσαν, ἐξ ἧς πλείω ἢ τῆς Ἀττικῆς ὠφελοῦντο, πῶς οὐκ εἰκότως ἠθύμουν; [8.96.3] μάλιστα δ᾽ αὐτοὺς καὶ δι᾽ ἐγγυτάτου ἐθορύβει, εἰ οἱ πολέμιοι τολμήσουσι νενικηκότες εὐθὺ σφῶν ἐπὶ τὸν Πειραιᾶ ἐρῆμον ὄντα νεῶν πλεῖν· καὶ ὅσον οὐκ ἤδη ἐνόμιζον αὐτοὺς παρεῖναι. [8.96.4] ὅπερ ἄν, εἰ τολμηρότεροι ἦσαν, ῥᾳδίως ἂν ἐποίησαν, καὶ ἢ διέστησαν ἂν ἔτι μᾶλλον τὴν πόλιν ἐφορμοῦντες ἤ, εἰ ἐπολιόρκουν μένοντες, καὶ τὰς ἀπ᾽ Ἰωνίας ναῦς ἠνάγκασαν ἂν καίπερ πολεμίας οὔσας τῇ ὀλιγαρχίᾳ τοῖς σφετέροις οἰκείοις καὶ τῇ ξυμπάσῃ πόλει βοηθῆσαι· καὶ ἐν τούτῳ Ἑλλήσποντός τε ἂν ἦν αὐτοῖς καὶ Ἰωνία καὶ αἱ νῆσοι καὶ τὰ μέχρι Εὐβοίας καὶ ὡς εἰπεῖν ἡ Ἀθηναίων ἀρχὴ πᾶσα. [8.96.5] ἀλλ᾽ οὐκ ἐν τούτῳ μόνῳ Λακεδαιμόνιοι Ἀθηναίοις πάντων δὴ ξυμφορώτατοι προσπολεμῆσαι ἐγένοντο, ἀλλὰ καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς· διάφοροι γὰρ πλεῖστον ὄντες τὸν τρόπον, οἱ μὲν ὀξεῖς, οἱ δὲ βραδεῖς, καὶ οἱ μὲν ἐπιχειρηταί, οἱ δὲ ἄτολμοι, ἄλλως τε καὶ ἐν ἀρχῇ ναυτικῇ πλεῖστα ὠφέλουν. ἔδειξαν δὲ οἱ Συρακόσιοι· μάλιστα γὰρ ὁμοιότροποι γενόμενοι ἄριστα καὶ προσεπολέμησαν.
[8.97.1] Ἐπὶ δ᾽ οὖν τοῖς ἠγγελμένοις οἱ Ἀθηναῖοι ναῦς τε εἴκοσιν ὅμως ἐπλήρουν καὶ ἐκκλησίαν ξυνέλεγον, μίαν μὲν εὐθὺς τότε πρῶτον ἐς τὴν Πύκνα καλουμένην, οὗπερ καὶ ἄλλοτε εἰώθεσαν, ἐν ᾗπερ καὶ τοὺς τετρακοσίους καταπαύσαντες τοῖς πεντακισχιλίοις ἐψηφίσαντο τὰ πράγματα παραδοῦναι (εἶναι δὲ αὐτῶν ὁπόσοι καὶ ὅπλα παρέχονται) καὶ μισθὸν μηδένα φέρειν μηδεμιᾷ ἀρχῇ· εἰ δὲ μή, ἐπάρατον ἐποιήσαντο. [8.97.2] ἐγίγνοντο δὲ καὶ ἄλλαι ὕστερον πυκναὶ ἐκκλησίαι, ἀφ᾽ ὧν καὶ νομοθέτας καὶ τἆλλα ἐψηφίσαντο ἐς τὴν πολιτείαν. καὶ οὐχ ἥκιστα δὴ τὸν πρῶτον χρόνον ἐπί γε ἐμοῦ Ἀθηναῖοι φαίνονται εὖ πολιτεύσαντες· μετρία γὰρ ἥ τε ἐς τοὺς ὀλίγους καὶ τοὺς πολλοὺς ξύγκρασις ἐγένετο καὶ ἐκ πονήρων τῶν πραγμάτων γενομένων τοῦτο πρῶτον ἀνήνεγκε τὴν πόλιν. [8.97.3] ἐψηφίσαντο δὲ καὶ Ἀλκιβιάδην καὶ ἄλλους μετ᾽ αὐτοῦ κατιέναι καὶ παρά τε ἐκεῖνον καὶ παρὰ τὸ ἐν Σάμῳ στρατόπεδον πέμψαντες διεκελεύοντο ἀνθάπτεσθαι τῶν πραγμάτων.
[8.98.1] Ἐν δὲ τῇ μεταβολῇ ταύτῃ εὐθὺς οἱ μὲν περὶ τὸν Πείσανδρον καὶ Ἀλεξικλέα καὶ ὅσοι ἦσαν τῆς ὀλιγαρχίας μάλιστα ὑπεξέρχονται ἐς τὴν Δεκέλειαν· Ἀρίσταρχος δὲ αὐτῶν μόνος (ἔτυχε γὰρ καὶ στρατηγῶν) λαβὼν κατὰ τάχος τοξότας τινὰς τοὺς βαρβαρωτάτους ἐχώρει πρὸς τὴν Οἰνόην. [8.98.2] ἦν δὲ Ἀθηναίων ἐν μεθορίοις τῆς Βοιωτίας τεῖχος, ἐπολιόρκουν δ᾽ αὐτὸ διὰ ξυμφορὰν σφίσιν ἐκ τῆς Οἰνόης γενομένην ἀνδρῶν ἐκ Δεκελείας ἀναχωρούντων διαφθορᾶς οἱ Κορίνθιοι ἐθελοντηδόν, προσπαρακαλέσαντες τοὺς Βοιωτούς. [8.98.3] κοινολογησάμενος οὖν αὐτοῖς ὁ Ἀρίσταρχος ἀπατᾷ τοὺς ἐν τῇ Οἰνόῃ, λέγων ὡς καὶ οἱ ἐν τῇ πόλει τἆλλα ξυμβεβήκασι Λακεδαιμονίοις, κἀκείνους δεῖ Βοιωτοῖς τὸ χωρίον παραδοῦναι· ἐπὶ τούτοις γὰρ ξυμβεβάσθαι. οἱ δὲ πιστεύσαντες ὡς ἀνδρὶ στρατηγῷ καὶ οὐκ εἰδότες οὐδὲν διὰ τὸ πολιορκεῖσθαι ὑπόσπονδοι ἐξέρχονται. [8.98.4] τούτῳ μὲν τῷ τρόπῳ Οἰνόην τε ληφθεῖσαν Βοιωτοὶ κατέλαβον καὶ ἡ ἐν ταῖς Ἀθήναις ὀλιγαρχία καὶ στάσις ἐπαύσατο.

[8.96.1] Όταν οι πληροφορίες για τα όσα είχαν γίνει στην Εύβοια έφτασαν στην Αθήνα, προκλήθηκε πανικός όπως ποτέ πριν. Ούτε η συμφορά της Σικελίας, αν και τότε που έγινε φάνηκε τεράστια, ούτε άλλο τίποτε είχε προκαλέσει τόσο μεγάλο φόβο. [8.96.2] Ο στρατός της Σάμου ήταν επαναστατημένος, αλλά καράβια και πληρώματα δεν υπήρχαν, η πολιτεία βρισκόταν σ᾽ αναταραχή και μπορούσε να ξεσπάσει, άδηλο πότε, εμφύλιος σπαραγμός. Και τώρα τους έβρισκε μεγάλη συμφορά. Είχαν χάσει τον στόλο και, το κυριότερο, την Εύβοια που ήταν πολυτιμότερη κι από την Αττική. Πώς να μην χάσουν το ηθικό τους; [8.96.3] Εκείνο που τους τρόμαζε πιο βαθιά, και περισσότερο απ᾽ όλα, ήταν μήπως οι εχθροί, τώρα που είχαν νικήσει, τολμήσουν να έρθουν κατευθείαν στον έρημο Πειραιά. Νόμιζαν ότι ο εχθρός θα φανεί από ώρα σε ώρα. [8.96.4] Και πραγματικά, αν οι Πελοποννήσιοι ήσαν πιο τολμηροί, θα το είχαν κάνει εύκολα και, αν την πολιορκούσαν, θα δημιουργούσαν μέσα στην πολιτεία ακόμα οξύτερο διχασμό και θα είχαν εξαναγκάσει τον στόλο της Ιωνίας —αν και ήταν εχθρικός προς την ολιγαρχία— να έρθει να βοηθήσει τους δικούς της και ολόκληρη την πολιτεία. Έτσι θα κυριαρχούσαν στον Ελλήσποντο, στην Ιωνία και έως την Εύβοια, δηλαδή με μια λέξη, σ᾽ ολόκληρη την Αθηναϊκή ηγεμονία. [8.96.5] Αλλά σ᾽ αυτή την περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες, οι Λακεδαιμόνιοι φάνηκαν βολικοί εχθροί για τους Αθηναίους. Ιδίως για μια ναυτική δύναμη, η μεγάλη διαφορά ιδιοσυγκρασίας ήταν και το μεγάλο πλεονέκτημα. Οι Αθηναίοι ήσαν γρήγοροι και αποφασιστικοί, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι αργοί και άτολμοι. Το πράγμα φάνηκε με τους Συρακουσίους που ήσαν όμοιοι με τους Αθηναίους και τους πολέμησαν με αποτελεσματικό τρόπο.
[8.97.1] Παρά τις απελπιστικές πληροφορίες, οι Αθηναίοι κατόρθωσαν να επανδρώσουν είκοσι καράβια και συγκάλεσαν μια πρώτη Εκκλησία στην Πνύκα, όπου και άλλοτε συνήθιζαν να συγκεντρώνονται, όπου κατάργησαν τους Τετρακοσίους και ψήφισαν να παραδοθεί η εξουσία στους Πέντε Χιλιάδες τους οποίους θ᾽ αποτελούσαν όσοι από τους πολίτες μπορούσαν να εξοπλίζονται με δικά τους έξοδα. Αποφάσισαν να μην λαβαίνει κανείς μισθό για κανένα δημόσιο λειτούργημα. Ο παραβάτης θα ήταν καταραμένος. [8.97.2] Έγιναν και άλλες Εκκλησίες στην Πνύκα, στις οποίες εκλέξαν νομοθέτες και ψήφισαν διάφορα μέτρα για το πολίτευμα. Τον πρώτο καιρό της περιόδου αυτής —αν τον συγκρίνει κανείς με τα προηγούμενα χρόνια, όσα εγώ τουλάχιστον έζησα— οι Αθηναίοι πολιτεύτηκαν με πολλή σωφροσύνη, γιατί έγινε ένας φρόνιμος συνδυασμός της δημοκρατίας και της ολιγαρχίας και τούτο βοήθησε κυρίως την πολιτεία ν᾽ αναλάβει από την πολύ δύσκολη κατάσταση όπου βρισκόταν. [8.97.3] Ψήφισαν επίσης να επιστρέψουν από την εξορία ο Αλκιβιάδης και άλλοι μαζί του. Έστειλαν μηνύματα στον ίδιο καθώς και στον στρατό της Σάμου και τους παρακινούσαν να βοηθήσουν κι εκείνοι για ν᾽ ανορθώσουν την κατάσταση.
[8.98.1] Αμέσως μόλις άρχισε η πολιτειακή αυτή αλλαγή, ο Πείσανδρος, ο Αλεξικλής και οι οπαδοί τους, καθώς και όσοι ήσαν οι κυριότεροι ολιγαρχικοί, έφυγαν κρυφά και πήγαν στην Δεκέλεια. Από αυτούς ο Αρίσταρχος —που έτυχε να είναι στρατηγός— κατόρθωσε να πάρει μαζί του μερικούς τοξότες, από τους βαρβάρους, και προχώρησε έως την Οινόη [8.98.2] που ήταν αθηναϊκό φρούριο στην παραμεθόριο της Βοιωτίας. Το πολιορκούσαν εθελοντές Κορίνθιοι (που είχαν καλέσει και Βοιωτούς να τους βοηθήσουν) επειδή η φρουρά της Οινόης είχε σκοτώσει μερικούς στρατιώτες που έφευγαν από την Δεκέλεια. [8.98.3] Ο Αρίσταρχος, αφού συνεννοήθηκε με τους πολιορκητές, εξαπάτησε την φρουρά της Οινόης, λέγοντας ότι οι Αθηναίοι είχαν κάνει ανακωχή με τους Λακεδαιμονίους και ότι έπρεπε να παραδοθεί το φρούριο στους Βοιωτούς σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής. Η φρουρά τον πίστεψε, αφού ήταν στρατηγός και μη ξέροντας τίποτε από τα όσα είχαν γίνει επειδή ήταν πολιορκημένη, έκανε συμφωνία και παράδωσε το φρούριο. [8.98.4] Μ᾽ αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο οι Βοιωτοί πήραν την Οινόη, ενώ στην Αθήνα ανατρεπόταν η ολιγαρχία κι έπαυε η εμφύλια ρήξη.