Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (8.69.1-8.71.3)

[8.69.1] Ἐπειδὴ δὲ ἡ ἐκκλησία οὐδενὸς ἀντειπόντος, ἀλλὰ κυρώσασα ταῦτα διελύθη, τοὺς τετρακοσίους ἤδη ὕστερον τρόπῳ τοιῷδε ἐς τὸ βουλευτήριον ἐσήγαγον. ἦσαν [δ᾽] Ἀθηναῖοι πάντες αἰεὶ οἱ μὲν ἐπὶ τείχει, οἱ δ᾽ ἐν τάξει, τῶν ἐν Δεκελείᾳ πολεμίων ἕνεκα ἐφ᾽ ὅπλοις· [8.69.2] τῇ οὖν ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τοὺς μὲν μὴ ξυνειδότας εἴασαν ὥσπερ εἰώθεσαν ἀπελθεῖν, τοῖς δ᾽ ἐν τῇ ξυνωμοσίᾳ εἴρητο ἡσυχῇ μὴ ἐπ᾽ αὐτοῖς τοῖς ὅπλοις, ἀλλ᾽ ἄπωθεν περιμένειν, καὶ ἤν τις ἐνιστῆται τοῖς ποιουμένοις, λαβόντας τὰ ὅπλα μὴ ἐπιτρέπειν. [8.69.3] ἦσαν δὲ καὶ Ἄνδριοι καὶ Τήνιοι καὶ Καρυστίων τριακόσιοι καὶ Αἰγινητῶν τῶν ἐποίκων, οὓς Ἀθηναῖοι ἔπεμψαν οἰκήσοντας, ἐπ᾽ αὐτὸ τοῦτο ἥκοντες ἐν τοῖς ἑαυτῶν ὅπλοις, οἷς ταὐτὰ προείρητο. [8.69.4] τούτων δὲ διατεταγμένων οὕτως ἐλθόντες οἱ τετρακόσιοι μετὰ ξιφιδίου ἀφανοῦς ἕκαστος, καὶ οἱ εἴκοσι καὶ ἑκατὸν μετ᾽ αὐτῶν [Ἕλληνες] νεανίσκοι, οἷς ἐχρῶντο εἴ τί που δέοι χειρουργεῖν, ἐπέστησαν τοῖς ἀπὸ τοῦ κυάμου βουλευταῖς οὖσιν ἐν τῷ βουλευτηρίῳ καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐξιέναι λαβοῦσι τὸν μισθόν· ἔφερον δὲ αὐτοῖς τοῦ ὑπολοίπου χρόνου παντὸς αὐτοὶ καὶ ἐξιοῦσιν ἐδίδοσαν. [8.70.1] ὡς δὲ τούτῳ τῷ τρόπῳ ἥ τε βουλὴ οὐδὲν ἀντειποῦσα ὑπεξῆλθε καὶ οἱ ἄλλοι πολῖται οὐδὲν ἐνεωτέριζον, ἀλλ᾽ ἡσύχαζον, οἱ [δὲ] τετρακόσιοι ἐσελθόντες ἐς τὸ βουλευτήριον τότε μὲν πρυτάνεις τε σφῶν αὐτῶν ἀπεκλήρωσαν καὶ ὅσα πρὸς τοὺς θεοὺς εὐχαῖς καὶ θυσίαις καθιστάμενοι ἐς τὴν ἀρχὴν ἐχρήσαντο, ὕστερον δὲ πολὺ μεταλλάξαντες τῆς τοῦ δήμου διοικήσεως (πλὴν τοὺς φεύγοντας οὐ κατῆγον τοῦ Ἀλκιβιάδου ἕνεκα) τά τε ἄλλα ἔνεμον κατὰ κράτος τὴν πόλιν. [8.70.2] καὶ ἄνδρας τέ τινας ἀπέκτειναν οὐ πολλούς, οἳ ἐδόκουν ἐπιτήδειοι εἶναι ὑπεξαιρεθῆναι, καὶ ἄλλους ἔδησαν, τοὺς δὲ καὶ μετεστήσαντο· πρός τε Ἆγιν τὸν Λακεδαιμονίων βασιλέα ὄντα ἐν τῇ Δεκελείᾳ ἐπεκηρυκεύοντο, λέγοντες διαλλαγῆναι βούλεσθαι καὶ εἰκὸς εἶναι αὐτὸν σφίσι καὶ οὐκέτι τῷ ἀπίστῳ δήμῳ μᾶλλον ξυγχωρεῖν. [8.71.1] ὁ δὲ νομίζων τὴν πόλιν οὐχ ἡσυχάζειν, οὐδ᾽ εὐθὺς οὕτω τὸν δῆμον τὴν παλαιὰν ἐλευθερίαν παραδώσειν, εἴ τε στρατιὰν πολλὴν ἴδοι σφῶν, οὐκ ἂν ἡσυχάζειν, οὐδ᾽ ἐν τῷ παρόντι πάνυ τι πιστεύων μὴ οὐκέτι ταράσσεσθαι αὐτούς, τοῖς μὲν ἀπὸ τῶν τετρακοσίων ἐλθοῦσιν οὐδὲν ξυμβατικὸν ἀπεκρίνατο, προσμεταπεμψάμενος δὲ ἐκ Πελοποννήσου στρατιὰν πολλὴν οὐ πολλῷ ὕστερον καὶ αὐτὸς τῇ ἐκ τῆς Δεκελείας φρουρᾷ μετὰ τῶν ἐλθόντων κατέβη πρὸς αὐτὰ τὰ τείχη τῶν Ἀθηναίων, ἐλπίσας ἢ ταραχθέντας αὐτοὺς μᾶλλον ἂν χειρωθῆναι σφίσιν ᾗ βούλονται ἢ καὶ αὐτοβοεὶ ἂν διὰ τὸν ἔνδοθέν τε καὶ ἔξωθεν κατὰ τὸ εἰκὸς γενησόμενον θόρυβον· τῶν γὰρ μακρῶν τειχῶν διὰ τὴν κατ᾽ αὐτὰ ἐρημίαν λήψεως οὐκ ἂν ἁμαρτεῖν. [8.71.2] ὡς δὲ προσέμειξέ τε ἐγγὺς καὶ οἱ Ἀθηναῖοι τὰ μὲν ἔνδοθεν οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν ἐκίνησαν, τοὺς δὲ ἱππέας ἐκπέμψαντες καὶ μέρος τι τῶν ὁπλιτῶν καὶ ψιλῶν καὶ τοξοτῶν ἄνδρας τε κατέβαλον αὐτῶν διὰ τὸ ἐγγὺς προσελθεῖν καὶ ὅπλων τινῶν καὶ νεκρῶν ἐκράτησαν, οὕτω δὴ γνοὺς ἀπήγαγε πάλιν τὴν στρατιάν. [8.71.3] καὶ αὐτὸς μὲν καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ κατὰ χώραν ἐν τῇ Δεκελείᾳ ἔμενον, τοὺς δ᾽ ἐπελθόντας ὀλίγας τινὰς ἡμέρας ἐν τῇ γῇ μείναντας ἀπέπεμψεν ἐπ᾽ οἴκου. μετὰ δὲ τοῦτο παρά τε τὸν Ἆγιν ἐπρεσβεύοντο οἱ τετρακόσιοι οὐδὲν ἧσσον, κἀκείνου μᾶλλον ἤδη προσδεχομένου καὶ παραινοῦντος ἐκπέμπουσι καὶ ἐς τὴν Λακεδαίμονα περὶ ξυμβάσεως πρέσβεις, βουλόμενοι διαλλαγῆναι.

[8.69.1] Όταν, χωρίς να αντιμιλήσει κανείς, διαλύθηκε η Εκκλησία του δήμου, αφού επικύρωσε τις προτάσεις αυτές, εγκατέστησαν τους τετρακόσιους στο βουλευτήριο με τον εξής τρόπο. Όλοι οι Αθηναίοι ήσαν τότε συνεχώς επιστρατευμένοι, άλλοι στις φρουρές για τα τείχη και άλλοι στις μονάδες τους, εξαιτίας της παρουσίας του εχθρού στην Δεκέλεια. [8.69.2] Την ημέρα εκείνη, λοιπόν, άφησαν όσους δεν ήξεραν το μυστικό να φύγουν όπως συνήθως, αλλά στους συνωμότες έδωσαν διαταγή να περιμένουν χωρίς να κάνουν τίποτε, όχι όμως κοντά στα όπλα τους, αλλά σε μικρή απόσταση. Αν φανερωνόταν κάποια αντίδραση εναντίον εκείνων που θα ενεργούσαν, τότε να πάρουν τα όπλα και να την εμποδίσουν. [8.69.3] Ήσαν εκεί και Άνδριοι και Τήνιοι και τριακόσιοι Καρύστιοι και μερικοί από τους Αθηναίους που είχε στείλει η Αθήνα αποίκους στην Αίγινα και είχαν έρθει, με τα όπλα τους, γι᾽ αυτόν τον σκοπό. Και σ᾽ αυτούς είχαν δώσει τις ίδιες διαταγές. [8.69.4] Αφού πήραν αυτά τα μέτρα, παρουσιάστηκαν οι τετρακόσιοι, έχοντας ο καθένας ένα κοντοσπάθι κρυμμένο και, συνοδευόμενοι από εκατόν είκοσι νεαρούς μπράβους, τους οποίους μεταχειρίζονταν όταν έπρεπε να χρησιμοποιήσουν σωματική βία, πήγαν στο βουλευτήριο, όπου ήσαν οι βουλευτές οι οποίοι είχαν εκλεγεί με κλήρο. Τους είπαν να φύγουν αφού εισπράξουν την αποζημίωσή τους. Είχαν φέρει μαζί τους ολόκληρο τον μισθό για την υπόλοιπη βουλευτική περίοδο και τους τον έδιναν καθώς έβγαιναν.
[8.70.1] Όταν, λοιπόν, με τον τρόπο αυτόν απομακρύνθηκαν οι βουλευτές χωρίς να φέρουν αντίρρηση, και οι άλλοι πολίτες δεν αντιδρούσαν, αλλά έμεναν ήσυχοι, οι τετρακόσιοι μπήκαν στο βουλευτήριο και ανάδειξαν, με κλήρο, πρυτάνεις μεταξύ τους. Έκαναν τις συνηθισμένες θυσίες και ευχές για την ανάληψη της εξουσίας. Αργότερα, όμως, επέφεραν μεγάλες αλλαγές στους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά δεν ανακάλεσαν τους εξορίστους εξαιτίας του Αλκιβιάδη. Κυβερνούσαν αυταρχικά την πολιτεία [8.70.2] και σκότωσαν λίγους πολίτες, εκείνους τους οποίους θεωρούσαν ότι έπρεπε να εξαφανίσουν. Άλλους, τους φυλάκισαν ή τους εξόρισαν. Έστειλαν κήρυκες στον βασιλέα των Λακεδαιμονίων Άγι, που ήταν στην Δεκέλεια, μηνώντας του ότι ήσαν έτοιμοι να συνθηκολογήσουν μαζί του και ότι θα ήταν φυσικό να θέλει εκείνος να συνδιαλλαγεί περισσότερο μαζί τους, παρά με την ανάξια εμπιστοσύνης δημοκρατία.
[8.71.1] Αλλά ο Άγις θεωρούσε ότι η κατάσταση στην Αθήνα δεν ήταν σταθερή, ότι ο λαός δεν θα παράδινε έτσι εύκολα την παλιά του ελευθερία και ότι, αν έβλεπε μεγάλο πελοποννησιακό στρατό, θα επαναστατούσε. Δεν πίστευε, άλλωστε, ότι δεν θα γίνονταν ταραχές. Δεν έδωσε, λοιπόν, διαλλακτική απόκριση στους αποσταλμένους των τετρακοσίων, αλλά παράγγειλε να του στείλουν από την Πελοπόννησο σοβαρές ενισχύσεις και μαζί τους κατέβηκε, λίγο αργότερα, με την φρουρά της Δεκέλειας έως κάτω από τα τείχη της Αθήνας, με την ελπίδα ότι θα γίνουν ταραχές και ότι οι Αθηναίοι θα αναγκαστούν να συνδιαλλαγούν μαζί του, με τους όρους που θα ήθελε ή ότι με την ταραχή που θα προκαλούσε η εσωτερική σύγχυση και ο εξωτερικός εχθρός, θα μπορούσε, με την πρώτη έφοδο, εύκολα να κυριέψει τα Μακρά Τείχη που θα ήσαν έρημα. [8.71.2] Αλλά όταν έφτασε κοντά στα τείχη δεν σημειώθηκε καμιά εσωτερική ταραχή. Οι Αθηναίοι έβγαλαν έξω από τα τείχη το ιππικό και ένα μέρος των οπλιτών, καθώς και μερικούς ψιλούς και τοξότες. Σκότωσαν μερικούς στρατιώτες που είχαν πλησιάσει πολύ και πήραν τα όπλα και τους νεκρούς. Όταν το είδε ο Άγις, αποσύρθηκε με τον στρατό του. [8.71.3] Ο ίδιος και η φρουρά του έμειναν στην Δεκέλεια. Τους άλλους, όμως, που είχαν έρθει για ενίσχυση, αφού έμειναν λίγες μέρες στην περιοχή, τους έστειλε πίσω στην πατρίδα τους. Παρ᾽ όλα αυτά, οι τετρακόσιοι έστειλαν πάλι πρέσβεις στον Άγι, ο οποίος τους δέχτηκε και με την συμβουλή του έστειλαν πρέσβεις στην Λακεδαίμονα για να κάνουν ειρήνη, θέλοντας να συνδιαλλαγούν με την Σπάρτη.