Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΡΙΑΝΟΣ
Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (1.26.4-1.27.8)
[1.26.4] Ἀλέξανδρος δὲ ἐπὶ Σίδης ᾔει. εἰσὶ δὲ οἱ Σιδῆται Κυμαῖοι ἐκ Κύμης τῆς Αἰολίδος· καὶ οὗτοι λέγουσιν ὑπὲρ σφῶν τόνδε τὸν λόγον, ὅτι, ὡς κατῆράν τε ἐς τὴν γῆν ἐκείνην οἱ πρῶτοι ἐκ Κύμης σταλέντες καὶ ἐπὶ οἰκισμῷ ἐξέβησαν, αὐτίκα τὴν μὲν Ἑλλάδα γλῶσσαν ἐξελάθοντο, εὐθὺς δὲ βάρβαρον φωνὴν ἵεσαν, οὐδὲ τῶν προσχώρων βαρβάρων, ἀλλὰ ἰδίαν σφῶν οὔπω πρόσθεν οὖσαν τὴν φωνήν· καὶ ἔκτοτε οὐ κατὰ τοὺς ἄλλους προσχώρους Σιδῆται ἐβαρβάριζον. [1.26.5] καταλιπὼν δὲ φρουρὰν ἐν Σίδῃ προῄει ἐπὶ Σύλλιον, χωρίον ὀχυρὸν καὶ φρουρὰν ἔχον ξένων μισθοφόρων καὶ αὐτῶν τῶν ἐπιχωρίων βαρβάρων. ἀλλ᾽ οὔτε τὸ Σύλλιον ἐξ ἐφόδου αὐτοσχεδίου ἠδυνήθη λαβεῖν, ἐπεί τ᾽ ἠγγέλθη αὐτῷ κατὰ τὴν ὁδὸν τοὺς Ἀσπενδίους ὅτι οὐδὲν τῶν ξυγκειμένων πρᾶξαι ἐθέλοιεν, οὔτε τοὺς ἵππους παραδοῦναι τοῖς πεμφθεῖσιν οὔτε ἀπαριθμῆσαι τὰ χρήματα, καὶ τὰ ἐκ τῆς χώρας ὅτι ἀνασκευασάμενοι ἐς τὴν πόλιν τάς τε πύλας ἀποκεκλείκασι τοῖς παρὰ Ἀλεξάνδρου καὶ τὰ τείχη, ὅπῃ πεπονηκότα ἦν, ἐπισκευάζουσι, ταῦτα πυθόμενος ἐπὶ Ἀσπένδου ἀνεζεύγνυεν. |
[1.26.4] Κατόπιν ο Αλέξανδρος προχώρησε προς τη Σίδη. Οι Σιδήτες είναι Κυμαίοι άποικοι από την αιολική Κύμη, και διηγούνται την εξής ιστορία για τους προγόνους τους: Μόλις κατέπλευσαν οι πρώτοι άποικοι που ήρθαν από την Κύμη και αποβιβάστηκαν για να κατοικήσουν σε εκείνον τον τόπο, ξέχασαν αμέσως την ελληνική και άρχισαν ξαφνικά να μιλούν μια βαρβαρική γλώσσα που δεν ήταν μάλιστα των βαρβάρων γειτόνων τους, αλλά μια ξεχωριστή δική τους γλώσσα, ανύπαρκτη ως τότε· από την εποχή εκείνη οι Σιδήτες μιλούσαν βαρβαρική γλώσσα, διαφορετική από τη γλώσσα των άλλων γειτόνων τους. [1.26.5] Αφού λοιπόν άφησε φρουρά στη Σίδη, προχώρησε εναντίον του Συλλίου, που ήταν μια οχυρωμένη πόλη και είχε φρουρά από ξένους μισθοφόρους και από ντόπιους βάρβαρους. Ο Αλέξανδρος όμως δεν μπόρεσε να κυριέψει το Σύλλιο με αιφνιδιαστική επίθεση και, ενώ προχωρούσε, τον ειδοποίησαν ότι οι Ασπένδιοι δεν θέλουν να εκτελέσουν τίποτε από όσα συμφωνήθηκαν, δηλαδή ούτε να παραδώσουν τα άλογα στους άνδρες που έστειλε ούτε να μετρήσουν σε αυτούς τα χρήματα· τον πληροφόρησαν ακόμη ότι οι Ασπένδιοι μάζευαν τα πράγματά τους από τα χωράφια και τα μετέφεραν στην πόλη, ότι έκλεισαν τις πύλες τους στους στρατιώτες του Αλεξάνδρου και ότι επισκευάζουν τα τείχη τους, όπου είχαν πάθει ζημιές. Όταν τα έμαθε αυτά ο Αλέξανδρος, γύρισε πίσω εναντίον της Ασπένδου. |