Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἱππόλυτος (1153-1172)


ΕΞΟΔΟΣ


ΑΓΓΕΛΟΣ
ποῖ γῆς ἄνακτα τῆσδε Θησέα μολὼν
εὕροιμ᾽ ἄν, ὦ γυναῖκες; εἴπερ ἴστε μοι
1155 σημήνατ᾽· ἆρα τῶνδε δωμάτων ἔσω;
ΧΟ. ὅδ᾽ αὐτὸς ἔξω δωμάτων πορεύεται.
ΑΓ. Θησεῦ, μερίμνης ἄξιον φέρω λόγον
σοὶ καὶ πολίταις οἵ τ᾽ Ἀθηναίων πόλιν
ναίουσι καὶ γῆς τέρμονας Τροζηνίας.
1160 ΘΗ. τί δ᾽ ἔστι; μῶν τις συμφορὰ νεωτέρα
δισσὰς κατείληφ᾽ ἀστυγείτονας πόλεις;
ΑΓ. Ἱππόλυτος οὐκέτ᾽ ἔστιν, ὡς εἰπεῖν ἔπος·
δέδορκε μέντοι φῶς ἐπὶ σμικρᾶς ῥοπῆς.
ΘΗ. πρὸς τοῦ; δι᾽ ἔχθρας μῶν τις ἦν ἀφιγμένος
1165 ὅτου κατήισχυν᾽ ἄλοχον ὡς πατρὸς βίαι;
ΑΓ. οἰκεῖος αὐτὸν ὤλεσ᾽ ἁρμάτων ὄχος
ἀραί τε τοῦ σοῦ στόματος, ἃς σὺ σῶι πατρὶ
πόντου κρέοντι παιδὸς ἠράσω πέρι.
ΘΗ. ὦ θεοί, Πόσειδόν θ᾽· ὡς ἄρ᾽ ἦσθ᾽ ἐμὸς πατὴρ
1170 ὀρθῶς, ἀκούσας τῶν ἐμῶν κατευγμάτων.
πῶς καὶ διώλετ᾽; εἰπέ, τῶι τρόπωι Δίκης
ἔπαισεν αὐτὸν ῥόπτρον αἰσχύναντά με;


ΕΞΟΔΟΣ


ΚΟΡ. Νά! Βλέπω έναν ακόλουθο του Ιππόλυτου
να τρέχει κατά δω μ᾽ όψη θλιμμένη.
ΑΓΓΕΛΟΣ
Γυναίκες, πού να βρω το βασιλιά
της χώρας, το Θησέα; Πείτε μου, αν ξέρετε!
Άραγες να ᾽ναι μέσα στο παλάτι;
ΚΟΡ. Νά τονε! Βγαίνει απ᾽ το παλάτι ο ίδιος.
ΑΓΓ. Θησέα, σου φέρνω θλιβερό μαντάτο,
για σε, για τους πολίτες της Αθήνας
κι όσους στη χώρα ζούνε της Τροιζήνας.
1160ΘΗΣ. Τί τρέχει; Κι άλλη συφορά τις βρήκε
τις δυο γειτονικές μας πολιτείες;
ΑΓΓ. Κοντολογίς: πια δεν υπάρχ᾽ Ιππόλυτος!
Βλέπει ακόμα το φως, μα ξεψυχάει.
ΘΗΣ. Και πώς; Μη και τον χάλασε κανένας
άλλος, που την κυρά του την ατίμασε
καθώς και τη δικιά μου; ΑΓΓ. Το δικό του
τ᾽ αμάξι τονε σκότωσε: οι κατάρες σου
στο θαλασσόθεο Ποσειδώνα πιάσανε.
ΘΗΣ. Ω Ποσειδών᾽ αλήθεια είσαι πατέρας μου,
1170αφού την κατάρα μου την εισάκουσες!
(στον Άγγελο)
Πώς σκοτώθηκε; Πες μου. Πώς το ρόπαλο
της Δίκης βρήκε τον ατιμαστή μου;