Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (8.29.1-8.33.4)

[8.29.1] Τοῦ δ᾽ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος, ἐπειδὴ τὴν Ἴασον κατεστήσατο ὁ Τισσαφέρνης ἐς φυλακήν, παρῆλθεν ἐς τὴν Μίλητον, καὶ μηνὸς μὲν τροφήν, ὥσπερ ὑπέστη ἐν τῇ Λακεδαίμονι, ἐς δραχμὴν Ἀττικὴν ἑκάστῳ πάσαις ταῖς ναυσὶ διέδωκε, τοῦ δὲ λοιποῦ χρόνου ἐβούλετο τριώβολον διδόναι, ἕως ἂν βασιλέα ἐπέρηται· ἢν δὲ κελεύῃ, δώσειν ἔφη ἐντελῆ τὴν δραχμήν. [8.29.2] Ἑρμοκράτους δὲ ἀντειπόντος τοῦ Συρακοσίου στρατηγοῦ (ὁ γὰρ Θηριμένης οὐ ναύαρχος ὤν, ἀλλ᾽ Ἀστυόχῳ παραδοῦναι τὰς ναῦς ξυμπλέων μαλακὸς ἦν περὶ τοῦ μισθοῦ) ὅμως δὲ παρὰ πέντε ναῦς πλέον ἀνδρὶ ἑκάστῳ ἢ τρεῖς ὀβολοὶ ὡμολογήθησαν. ἐς γὰρ πέντε ναῦς καὶ πεντήκοντα τριάκοντα τάλαντα ἐδίδου τοῦ μηνός· καὶ τοῖς ἄλλοις, ὅσῳ πλείους νῆες ἦσαν τούτου τοῦ ἀριθμοῦ, κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον τοῦτον ἐδίδοτο.
[8.30.1] Τοῦ δ᾽ αὐτοῦ χειμῶνος τοῖς ἐν τῇ Σάμῳ Ἀθηναίοις προσαφιγμέναι γὰρ ἦσαν καὶ οἴκοθεν ἄλλαι νῆες πέντε καὶ τριάκοντα καὶ στρατηγοὶ Χαρμῖνος καὶ Στρομβιχίδης καὶ Εὐκτήμων, καὶ τὰς ἀπὸ Χίου καὶ τὰς ἄλλας πάσας ξυναγαγόντες ἐβούλοντο διακληρωσάμενοι ἐπὶ μὲν τῇ Μιλήτῳ τῷ ναυτικῷ ἐφορμεῖν, πρὸς δὲ τὴν Χίον καὶ ναυτικὸν καὶ πεζὸν πέμψαι. [8.30.2] καὶ ἐποίησαν οὕτως· Στρομβιχίδης μὲν γὰρ καὶ Ὀνομακλῆς καὶ Εὐκτήμων τριάκοντα ναῦς ἔχοντες καὶ τῶν ἐς Μίλητον ἐλθόντων χιλίων ὁπλιτῶν μέρος ἄγοντες ἐν ναυσὶν ὁπλιταγωγοῖς ἐπὶ Χίον λαχόντες ἔπλεον, οἱ δ᾽ ἄλλοι ἐν Σάμῳ μένοντες τέσσαρσι καὶ ἑβδομήκοντα ναυσὶν ἐθαλασσοκράτουν καὶ ἐπίπλους τῇ Μιλήτῳ ἐποιοῦντο.
[8.31.1] Ὁ δ᾽ Ἀστύοχος ὡς τότε ἐν τῇ Χίῳ ἔτυχε διὰ τὴν προδοσίαν τοὺς ὁμήρους καταλεγόμενος τούτου μὲν ἐπέσχεν, ἐπειδὴ ᾔσθετο τάς τε μετὰ Θηριμένους ναῦς ἡκούσας καὶ τὰ περὶ τὴν ξυμμαχίαν βελτίω ὄντα, λαβὼν δὲ ναῦς τάς τε Πελοποννησίων δέκα καὶ Χίας δέκα ἀνάγεται, [8.31.2] καὶ προσβαλὼν Πτελεῷ καὶ οὐχ ἑλὼν παρέπλευσεν ἐπὶ Κλαζομενὰς καὶ ἐκέλευεν αὐτῶν τοὺς τὰ Ἀθηναίων φρονοῦντας ἀνοικίζεσθαι ἐς τὸν Δαφνοῦντα καὶ προσχωρεῖν σφίσιν· ξυνεκέλευε δὲ καὶ Τάμως Ἰωνίας ὕπαρχος ὤν. [8.31.3] ὡς δ᾽ οὐκ ἐσήκουον, προσβολὴν ποιησάμενος τῇ πόλει οὔσῃ ἀτειχίστῳ καὶ οὐ δυνάμενος ἑλεῖν, ἀπέπλευσεν ἀνέμῳ μεγάλῳ αὐτὸς μὲν ἐς Φώκαιαν καὶ Κύμην, αἱ δὲ ἄλλαι νῆες κατῆραν ἐς τὰς ἐπικειμένας ταῖς Κλαζομεναῖς νήσους, Μαραθοῦσσαν καὶ Πήλην καὶ Δρυμοῦσσαν. [8.31.4] καὶ ὅσα ὑπεξέκειτο αὐτόθι τῶν Κλαζομενίων, ἡμέρας ἐμμείναντες διὰ τοὺς ἀνέμους ὀκτὼ τὰ μὲν διήρπασαν καὶ ἀνήλωσαν, τὰ δὲ ἐσβαλόμενοι ἀπέπλευσαν ἐς Φώκαιαν καὶ Κύμην ὡς Ἀστύοχον. [8.32.1] ὄντος δ᾽ αὐτοῦ ἐνταῦθα Λεσβίων ἀφικνοῦνται πρέσβεις βουλόμενοι αὖθις ἀποστῆναι· καὶ αὐτὸν μὲν πείθουσιν, ὡς δ᾽ οἵ τε Κορίνθιοι καὶ οἱ ἄλλοι ξύμμαχοι ἀπρόθυμοι ἦσαν διὰ τὸ πρότερον σφάλμα, ἄρας ἔπλει ἐπὶ τῆς Χίου. καὶ χειμασθεισῶν τῶν νεῶν ὕστερον ἀφικνοῦνται ἄλλαι ἄλλοθεν ἐς τὴν Χίον. [8.32.2] καὶ μετὰ τοῦτο Πεδάριτος, τότε παριὼν πεζῇ ἐκ τῆς Μιλήτου, γενόμενος ἐν Ἐρυθραῖς διαπεραιοῦται αὐτός τε καὶ ἡ στρατιὰ ἐς Χίον· ὑπῆρχον δὲ αὐτῷ καὶ ἐκ τῶν πέντε νεῶν στρατιῶται ὑπὸ Χαλκιδέως ἐς πεντακοσίους ξὺν ὅπλοις καταλειφθέντες. [8.32.3] ἐπαγγελλομένων δέ τινων Λεσβίων τὴν ἀπόστασιν, προσφέρει τῷ τε Πεδαρίτῳ καὶ τοῖς Χίοις ὁ Ἀστύοχος τὸν λόγον ὡς χρὴ παραγενομένους ταῖς ναυσὶν ἀποστῆσαι τὴν λέσβον· ἢ γὰρ ξυμμάχους πλείους σφᾶς ἕξειν, ἢ τοὺς Ἀθηναίους, ἤν τι σφάλλωνται, κακώσειν. οἱ δ᾽ οὐκ ἐσήκουον, οὐδὲ τὰς ναῦς ὁ Πεδάριτος ἔφη τῶν Χίων αὐτῷ προήσειν. [8.33.1] κἀκεῖνος λαβὼν τάς τε τῶν Κορινθίων πέντε καὶ ἕκτην Μεγαρίδα καὶ μίαν Ἑρμιονίδα καὶ ἃς αὐτὸς Λακωνικὰς ἔχων ἦλθεν, ἔπλει ἐπὶ τῆς Μιλήτου πρὸς τὴν ναυαρχίαν, πολλὰ ἀπειλήσας τοῖς Χίοις ἦ μὴν μὴ ἐπιβοηθήσειν, ἤν τι δέωνται. [8.33.2] καὶ προσβαλὼν Κωρύκῳ τῆς Ἐρυθραίας ἐνηυλίσατο. οἱ δ᾽ ἀπὸ τῆς Σάμου Ἀθηναῖοι ἐπὶ τὴν Χίον πλέοντες τῇ στρατιᾷ καὶ αὐτοὶ ἐκ τοῦ ἐπὶ θάτερα λόφου διείργοντο καὶ καθωρμίσαντο καὶ ἐλελήθεσαν ἀλλήλους. [8.33.3] ἐλθούσης δὲ παρὰ Πεδαρίτου ὑπὸ νύκτα ἐπιστολῆς ὡς Ἐρυθραίων ἄνδρες αἰχμάλωτοι ἐκ Σάμου ἐπὶ προδοσίᾳ ἐς Ἐρυθρὰς ἥκουσιν ἀφειμένοι, ἀνάγεται ὁ Ἀστύοχος εὐθὺς ἐς τὰς Ἐρυθρὰς πάλιν, καὶ παρὰ τοσοῦτον ἐγένετο αὐτῷ μὴ περιπεσεῖν τοῖς Ἀθηναίοις. [8.33.4] διαπλεύσας δὲ καὶ ὁ Πεδάριτος πρὸς αὐτόν, καὶ ἀναζητήσαντες τὰ περὶ τῶν δοκούντων προδιδόναι, ὡς ηὗρον ἅπαν ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν ἀνθρώπων ἐκ τῆς Σάμου προφασισθέν, ἀπολύσαντες τῆς αἰτίας ἀπέπλευσαν ὁ μὲν ἐς τὴν Χίον, ὁ δὲ ἐς τὴν Μίλητον ἐκομίσθη, ὥσπερ διενοεῖτο.

[8.29.1] Τον επόμενο χειμώνα, ο Τισσαφέρνης, αφού άφησε φρουρά στην Ίασο, πήγε στην Μίλητο και, σύμφωνα με την υπόσχεση που είχε δώσει στην Σπάρτη, πλήρωσε ένα μήνα μισθό στα πληρώματα όλου του στόλου, δηλαδή μιαν αττική δραχμή την ημέρα για τον κάθε ναύτη. Αλλ᾽ από τότε κι ύστερα, δήλωσε ότι θα έδινε μόνο τρεις οβολούς έως ότου του απαντήσει ο βασιλεύς. Αν του έδινε διαταγή, θα πλήρωνε ολόκληρη την δραχμή. [8.29.2] Διαμαρτυρήθηκε ο στρατηγός των Συρακουσίων Ερμοκράτης (ο Θηριμένης, που δεν ήταν ναύαρχος αλλά είχε εντολή να οδηγήσει τον στόλο και να τον παραδώσει στον Αστύοχο, φάνηκε μαλακός στο ζήτημα των μισθών) και συμφωνήθηκε να πληρώνει ο Τισσαφέρνης —εκτός από τους τρεις οβολούς για κάθε ναύτη— ποσό ίσο με τους μισθούς πέντε καραβιών. Για πενήντα πέντε καράβια έδινε τριάντα τάλαντα τον μήνα. Και για τα άλλα καράβια, πάνω από τον αριθμό αυτόν, θα πλήρωνε ένα ποσό που θα καθοριζόταν με την ίδια αναλογία.
[8.30.1] Τον ίδιο χειμώνα, πήγαν να ενισχύσουν τους Αθηναίους οι οποίοι ήσαν στη Σάμο άλλα τριάντα πέντε καράβια από την Αθήνα με στρατηγούς τον Χαρμίνο, τον Στρομβιχίδη και τον Ευκτήμονα. Σχεδίαζαν να συγκεντρώσουν όλα τους τα καράβια από την Χίο και από αλλού και να κατανείμουν την αρχηγία με κλήρο, ώστε ένα τμήμα του στόλου να αποκλείσει την Μίλητο και το άλλο τμήμα, μαζί με πεζικό, να πάει στην Χίο. [8.30.2] Εφάρμοσαν το σχέδιό τους. Ο κλήρος έπεσε στον Στρομβιχίδη, τον Ονομακλή και τον Ευκτήμονα να πάνε στην Χίο με τριάντα καράβια και με οπλιταγωγά που μετέφεραν ένα μέρος από τους χίλιους οπλίτες που είχαν πάει στην Μίλητο. Οι άλλοι στρατηγοί έμειναν στην Σάμο με εβδομήντα τέσσερα καράβια. Κυριαρχούσαν στην θάλασσα κι έκαναν επιδρομές εναντίον της Μιλήτου.
[8.31.1] Ο Αστύοχος έτυχε να βρίσκεται στην Χίο όπου έκανε επιλογή για να πάρει ομήρους εξαιτίας της προδοτικής συνωμοσίας. Σταμάτησε την επιλογή όταν έμαθε ότι είχε φθάσει ο στόλος με τον Θηριμένη και ότι η κατάσταση της συμμαχίας είχε βελτιωθεί. Πήρε δέκα πελοποννησιακά και δέκα χιακά καράβια, ανοίχτηκε στο πέλαγος [8.31.2] και πήγε να χτυπήσει τον Πτελεό. Δεν κατόρθωσε να τον κυριέψει και έπλευσε κοντά στην ακτή έως τις Κλαζομενές, όπου παράγγειλλε σε όσους κατοίκους ήσαν οπαδοί των Αθηναίων, να μετοικήσουν στην Δαφνούντα και στους άλλους να προχωρήσουν. Το ίδιο έκανε και ο Τάμως, υποδιοικητής της Ιωνίας. [8.31.3] Οι κάτοικοι αρνήθηκαν να υπακούσουν και ο Αστύοχος έκανε επίθεση εναντίον της πολιτείας που ήταν ατείχιστη. Δεν μπόρεσε να την κυριέψει κι έφυγε, αλλά σηκώθηκε δυνατός άνεμος που τον παράσυρε τον ίδιο προς την Φώκαια και την Κύμη, ενώ τα άλλα καράβια κατέφυγαν στην Μαραθούσσα, την Πήλη και την Δρυμούσσα, νησιά που βρίσκονται κοντά στις Κλαζομενές. [8.31.4] Ο άνεμος τους κράτησε εκεί οκτώ ημέρες και σ᾽ αυτό το διάστημα λεηλάτησαν ή κατανάλωσαν ή φόρτωσαν στα καράβια τους τις προμήθειες που είχαν εκεί οι Κλαζομένιοι. Μετά έφυγαν για την Φώκαια και την Κύμη, για να συναντήσουν τον Αστύοχο.
[8.32.1] Όσον ο Αστύοχος ήταν ακόμα εκεί, έφτασαν πρέσβεις από την Λέσβο οι οποίοι ήθελαν να επιχειρήσουν νέα αποστασία. Έπεισαν τον Αστύοχο, αλλά οι Κορίνθιοι και οι άλλοι σύμμαχοι ήσαν απρόθυμοι εξαιτίας της πρώτης αποτυχίας. Έφυγε λοιπόν για να πάει στην Χίο. Μια τρικυμία σκόρπισε τα καράβια του κι έφτασαν στην Χίο σκόρπια και χωριστά. [8.32.2] Μετά απ᾽ αυτό έφτασε στην Χίο ο Πεδάριτος, ο οποίος είχε πάει πεζή από την Μίλητο στις Ερυθρές κι από εκεί είχε διαπεραιωθεί με τον στρατό του στην Χίο. Είχε στην διάθεσή του και πεντακόσιους στρατιώτες με τα όπλα τους, τους οποίους είχε αφήσει εκεί ο Χαλκιδεύς όταν είχε πάει με τα πέντε καράβια του. [8.32.3] Μερικοί Λέσβιοι υπόσχονταν ότι η Λέσβος θα αποστατήσει και ο Αστύοχος πρότεινε στον Πεδάριτο και στους Χίους να το επιχειρήσουν, λέγοντας ότι έπρεπε να στείλουν καράβια για να προκαλέσουν την αποστασία της Λέσβου. Θα μπορούσαν έτσι ή ν᾽ αυξήσουν τον αριθμό των συμμάχων τους ή, και αν ακόμα αποτύχαιναν, να βλάψουν οπωσδήποτε τους Αθηναίους. Αλλά δεν τον άκουσαν και ο Πεδάριτος δήλωσε ότι δεν θα του εμπιστευτεί τα καράβια των Χίων.
[8.33.1] Τότε ο Αστύοχος πήρε τα πέντε κορινθιακά καράβια, ένα από τα Μέγαρα, άλλο ένα από την Ερμιόνη και όσα λακωνικά είχε μαζί του, και έφυγε για την Μίλητο για ν᾽ αναλάβει ναύαρχος. Φεύγοντας απείλησε τους Χίους ότι δεν θα τους βοηθήσει αν βρεθούν σε ανάγκη. [8.33.2] Άραξε στον Κώρυκο της Ερυθραίας και κατασκήνωσε εκεί για την νύχτα. Οι Αθηναίοι που από την Σάμο έπλεαν προς την Χίο μ᾽ εκστρατευτικό σώμα, άραξαν και αυτοί από την άλλη μεριά ενός λόφου που χώριζε τους δύο στόλους. Έτσι ο ένας στόλος δεν είδε τον άλλον. [8.33.3] Την νύχτα έφτασε γράμμα του Πεδάριτου που έλεγε ότι μερικοί Ερυθραίοι αιχμάλωτοι, τους οποίους οι Αθηναίοι είχαν αφήσει ελεύθερους, είχαν φθάσει από την Σάμο στις Ερυθρές για να προκαλέσουν την παράδοση της πολιτείας. Ο Αστύοχος ξεκίνησε αμέσως πάλι για τις Ερυθρές. Από τόσο μόνο έλειψε να μην πέσει απάνω στους Αθηναίους. [8.33.4] Πήγε και ο Πεδάριτος και τον βρήκε και εξέτασαν μαζί το ζήτημα αυτό της συνωμοσίας. Όταν διαπίστωσαν ότι όλο αυτό το ζήτημα δεν ήταν παρά πρόφαση για να ελευθερωθούν όσοι Ερυθραίοι ήσαν στην Σάμο, τους κήρυξαν αθώους και ο Πεδάριτος γύρισε στην Χίο, ενώ ο Αστύοχος πήγε στην Μίλητο όπως σκόπευε από την αρχή.