ΧΟΡΟΣ
Εγώ να πάθω αυτά, καημός!
κι εγώ η παλαιϊκιά να κατοικώ στη γης
σίχαμα καταφρονεμένο!
840Λυσσάω απ᾽ την οργή, λυσσάω απ᾽ το κακό,
ω γης κι ουρανέ!
ποιός στα πλευρά περνά,
ποιός σφάχτης στην καρδιά;
άκουσε το θυμό μου, μάνα Νύχτα!
απ᾽ τις αρχαίες μου τις τιμές
μ᾽ άνομες πονηριές
με βγάλανε θεοί — κι είμαι τίποτα πια!
ΑΘΗΝΑ
Δε θα συνεριστώ την τόση οργή, γιατ᾽ είσαι
στα χρόνια μεγαλύτερη· μα όσο κι αν ξέρεις
από με βέβαια πιο πολλά, όμως και μένα
850μου έδωσε ο Δίας να μπορώ σωστά να κρίνω.
Αν φύγετε σ᾽ αλλόφυλη να πάτε χώρα,
θα θυμηθείτε αυτής της γης, σας το προλέγω·
γιατί τα χρόνια που ᾽ν᾽ να ᾽ρθουν πιο δοξασμένα
θα ᾽ναι για το λαό μου αυτό, κι όταν συ θα ᾽χεις
σεβαστήν έδρα πλάι εδώ στον Ερεχθέα,
τόσα θα ᾽ναι να βρεις κι απ᾽ άντρες και γυναίκες
όσα πουθενά αλλού ποτέ σου απ᾽ άλλους θα ᾽χες.
Μα έτσι και συ μη σπείρεις σε δικούς μου τόπους
ζιζάνια φονικά, που τα σπλάχνα ρημάζουν
860των νέων και με χωρίς κρασί τους ξεφρενώνουν,
μηδέ φωτιές μες στου λαού μου συδαυλίζεις,
σαν να ᾽ν᾽ κοκόρια, τις καρδιές κι αμάχη στήσεις,
που άγρια να πολεμούν αδέρφια με τ᾽ αδέρφια·
με τους απ᾽ έξω ας είν᾽ ο πόλεμος, που νά τος,
έρχετ᾽ ως που να πεις και τον τρανό της δόξας
έρωτ᾽ ανάβει, κι όχι να μου λες για μάχες
που στις αυλές τα σπιτικά τα ορνίθια στήνουν.
Λοιπόν τέτοια να βρεις, αν θες, μπορεί από μένα:
να ᾽χεις μαζί μου αυτή την άγια χώρα, μ᾽ όσες
θα σου πρέπουν τιμές για όσα καλά της κάμεις.
|