Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ

Δύσκολος (784-812)


ΠΡΑΞΗ V


ΣΩ. οὐχ ὡς ἐβουλόμην ἅπαντά μοι, πάτερ,
785 οὐδ᾽ ὡς προσεδόκων γίνεται παρὰ σοῦ. (ΚΑ.) τί δέ;
οὐ συγκεχώρηχ᾽; ἧς ἐρᾷς σε λαμβάνειν
καὶ βούλομαι καί φημι δεῖν. (ΣΩ.) οὔ μοι δοκεῖς.
(ΚΑ.) νὴ τοὺς θεοὺς ἔγωγε, γινώσκων ὅτι
νέῳ γάμος βέβαιος οὕτως γίνεται
790 ἐὰν δι᾽ ἔρωτα τοῦτο συμπεισθῇ ποεῖν.
(ΣΩ.) ἔπειτ᾽ ἐγὼ μὲν τὴν ἀδελφὴν λήψομαι
τὴν τοῦ νεανίσκου, νομίζων ἄ[ξιον
ἡμῶν ἐκεῖνον· πῶς δὲ τοῦτο νῦ[ν σὺ φῄς,
οὐκ ἀντιδώσειν τὴν ἐμήν; αἰσχρὸν λέγεις.
795 (ΚΑ.) νύμφην γὰρ ἅμα καὶ νυμφίον πτωχοὺς λαβεῖν
οὐ βούλομ᾽, ἱκανὸν δ᾽ ἐστὶν ἡμῖν θάτερον.
(ΣΩ.) περὶ χρημάτων λαλεῖς, ἀβεβαίου πράγματος.
εἰ μὲν γὰρ οἶσθα ταῦτα παραμενοῦντά σοι
εἰς πάντα τὸν χρόνον, φύλαττε μηδενὶ
800 τοῦ σοῦ μεταδιδούς· ὧν δὲ μὴ σὺ κύριος
εἶ, μηδὲ σαυτοῦ τῆς τύχης δὲ πάντ᾽ ἔχεις,
μή τι φθονοίης, ὦ πάτερ, τούτων τινί.
αὕτη γὰρ ἄλλῳ, τυχὸν ἀναξίῳ τινί,
παρελομένη σοῦ πάντα προσθήσει πάλιν.
805 διόπερ ἐγώ σε φημὶ δεῖν, ὅσον χρόνον
εἶ κύριος, χρῆσθαι σε γενναίως, πάτερ,
αὐτόν, ἐπικουρεῖν πᾶσιν, εὐπόρους ποεῖν
ὡς ἂν δύνῃ πλείστους διὰ σαυτοῦ. τοῦτο γὰρ
ἀθάνατόν ἐστι, κἄν ποτε πταίσας τύχῃς,
810 ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν.
πολλῷ δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος
ἢ πλοῦτος ἀφανής, ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις.


ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΑΞΗ

Ο Καλλιππίδης και ο Σώστρατος βγαίνουν από το ιερό.
ΣΩΣ. Δε γίνονται όλα σαν που εγώ ποθούσα
κι έτσι όπως τα περίμενα από σένα,
πατέρα. ΚΑΛ. Μα γιατί; Δεν έχω δώσει
τη συγκατάθεσή μου για να πάρεις
εκείνη που αγαπάς; Αυτό το θέλω
και πρέπει, λέω, να γίνει. ΣΩΣ. Δεν το δείχνεις.
ΚΑΛ. Μά τους θεούς, συνειδητά το λέω·
του νέου ο γάμος τότε έχει θεμέλια,
790αν ο έρωτας σ᾽ αυτόν τον οδηγήσει.
ΣΩΣ. Την αδερφή εγώ παίρνω του Γοργία
πιστεύοντας αντάξιος μας πως είναι·
μα τότε πώς δε δέχεσαι να δώσεις
κι αντίστροφα σ᾽ αυτόν την αδερφή μου;
Αυτό δεν είν᾽ ωραίο. ΚΑΛ. Γιατί δε θέλω
νύφη φτωχιά, γαμπρό φτωχό να κάμω
έτσι μαζί· το ᾽να απ᾽ τα δυο μάς φτάνει.
ΣΩΣ. Για χρήματα μιλάς, αβέβαιο πράμα.
Αν ξέρεις πως αυτά θα μείνουν πάντα
κοντά σου, φύλαγέ τα και μη δίνεις
800μερίδιο σε κανένα. Μα από πράμα
που το χρωστάς στην τύχη, που δεν είσαι
απόλυτός του κύριος, μη διστάζεις,
πατέρα μου, να δίνεις και στους άλλους.
Η τύχη που τα χάρισε σ᾽ εσένα,
η ίδια μπορεί από σένα να τα πάρει
και σε κάποιον ανάξιο να τα δώσει.
Νομίζω, εγώ τουλάχιστο, ότι πρέπει,
όσον καιρό στα χέρια σου είν᾽ ακόμα,
γενναιόδωρος να δείχνεσαι, πατέρα,
όλους να τους βοηθάς και να πλουτίζεις
κι άλλους, όσους μπορείς, με τ᾽ αγαθά σου.
Μόνον αυτό είν᾽ αθάνατο, κι αν ίσως
κάποτε η τύχη ανάποδα τα φέρει,
810κείθε θα βρεις ό,τι καλό έχεις κάμει.
Κάλλιο ένας φίλος που μπροστά σου λάμπει
παρά πλούτη κρυφά, στη γη θαμμένα.