Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Αἴας (974-991)


ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ


ΤΕΥΚΡΟΣ
ἰώ μοί μοι.
975ΧΟ. σίγησον· αὐδὴν γὰρ δοκῶ Τεύκρου κλύειν
βοῶντος ἄτης τῆσδ᾽ ἐπίσκοπον μέλος.
ΤΕΥ. ὦ φίλτατ᾽ Αἴας, ὦ ξύναιμον ὄμμ᾽ ἐμοί,
ἆρ᾽ ἠμπόληκας ὥσπερ ἡ φάτις κρατεῖ;
ΧΟ. ὄλωλεν ἁνήρ, Τεῦκρε, τοῦτ᾽ ἐπίστασο.
980ΤΕΥ. ὤμοι βαρείας ἆρα τῆς ἐμῆς τύχης.
ΧΟ. ὡς ὧδ᾽ ἐχόντων— ΤΕΥ. ὢ τάλας ἐγώ, τάλας.
ΧΟ. πάρα στενάζειν. ΤΕΥ. ὦ περισπερχὲς πάθος.
ΧΟ. ἄγαν γε, Τεῦκρε. ΤΕΥ. φεῦ τάλας. τί γὰρ τέκνον
τὸ τοῦδε, ποῦ μοι γῆς κυρεῖ τῆς Τρῳάδος;
985ΧΟ. μόνος παρὰ σκηναῖσιν. ΤΕΥ. οὐχ ὅσον τάχος
δῆτ᾽ αὐτὸν ἄξεις δεῦρο, μή τις ὡς κενῆς
σκύμνον λεαίνης δυσμενῶν ἀναρπάσῃ;
ἴθ᾽, ἐγκόνει, σύγκαμνε. τοῖς θανοῦσί τοι
φιλοῦσι πάντες κειμένοις ἐπεγγελᾶν.
990ΧΟ. καὶ μὴν ἔτι ζῶν, Τεῦκρε, τοῦδέ σοι μέλειν
ἐφίεθ᾽ ἁνὴρ κεῖνος, ὥσπερ οὖν μέλει.


ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ


ΤΕΥΚΡΟΣ
Αιαί, αιαί.
ΧΟ. Σώπα, μου φαίνεται ακούω του Τεύκρου τη φωνή,
κι ο θρήνος του καλά ταιριάζει σ᾽ αυτή τη συμφορά.
ΤΕΥ. Ω Αίαντα αγαπημένε, ω αίμα μου αδελφικό.
Την εξαγόρασες, λοιπόν, τη μοίρα σου, όπως το λέει
αυτή η φήμη;
ΧΟ. Είναι νεκρός ο Αίας, Τεύκρο· τώρα το ξέρεις.
980ΤΕΥ. Ουαί κι αλίμονο, βαριά η μοίρα που με βρήκε.
ΧΟ. Είναι πια γεγονός ΤΕΥ. Οά ο δύσμοιρος, οά.
ΧΟ. Πικρά αρμόζει ο στεναγμός...
ΤΕΥ. Τί πάθος ασυγκράτητο.
ΧΟ. Και κάτι παραπάνω, Τεύκρο...
ΤΕΥ. Τί συμφορά αβάστακτη· κι ο γιος του τί απέγινε;
σε ποιά μεριά ξέμεινε της Τρωάδας;
ΧΟ. Έμεινε μόνος πλάι στις σκηνές...
ΤΕΥ. Όσο μπορείς πιο γρήγορα, δεν πας να μου τον φέρεις;
Μήπως και κάποιος απ᾽ όσους μας εχθρεύονται,
τρέξει να τον αρπάξει, σαν λιονταράκι μοναχό
μιας χήρας λέαινας.
Εμπρός λοιπόν, δώσε κι εσύ ένα χέρι,
γιατί πολλοί το συνηθίζουν να χλευάζουν τους νεκρούς,
όταν τους δουν πεσμένους καταγής.
990ΧΟ. Κι εκείνος, Τεύκρο, όσο ζούσε, παράγγειλε
εσύ τον γιο του να φροντίσεις — το βλέπω τώρα
πως πολύ τον νοιάζεσαι.


ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ


(Έρχεται ο Τεύκρος με στρατιώτες)
ΤΕΥΚΡΟΣ
Αχ! αχ! αλίμονό μου.
ΧΟΡ. Σώπα· θαρρώ πως άκουσα του Τεύκρου
τη φωνή, που έτσι σκούζει ταιριασμένο
στη συμφορά του ετούτη μοιρολόι.
ΤΕΥ. Αγαπημένε μου Αίαντα, αδερφέ μου,
εχάθης λοιπόν, ως λέει ο κόσμος;
ΧΟΡ. Πέθαν᾽ ο ήρωας, Τεύκρο, να το ξέρεις.
980ΤΕΥ. Αχ! μαύρη τύχη που με χτύπησε!
ΧΟΡ. Κι αφού ήρθαν έτσι αυτά–
ΤΕΥ. Ωχ! συμφορά μου, συμφορά.
ΧΟΡ. Μονάχα ο θρήνος σού απομένει.
ΤΕΥ. Ω! ξαφνικό κακό.
ΧΟΡ. Ναι, Τεύκρο, τόσο ξαφνικό.
ΤΕΥ. Α! ο δύστυχος εγώ. Και το παιδί του;
Σε ποιά μεριά είναι τώρα της Τρωάδας;
ΧΟΡ. Μονάχο μέσα στη σκηνή.
ΤΕΥ. Δε θα το φέρεις γρήγορα εδώ πέρα,
μήπως κανείς απ᾽ τους εχθρούς τ᾽ αρπάξει
καθώς το λιονταράκι από την έρμη
φωλιά του; Εμπρός λοιπόν, βοήθα, βιάσου.
Γιατί όλοι συνηθίζουν να ντροπιάζουν
τους πεθαμένους αναμπαίζοντάς τους.
(Η Τέκμησσα φεύγει)
990ΧΟΡ. Όταν ακόμη, Τεύκρο, ζούσε εκείνος,
ήθελε να γνοιαστείς για το παιδί του,
όπως και γνοιάζεσαι γι᾽ αυτό στ᾽ αλήθεια.


ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ


ΤΕΥΚΡΟΣ
Οϊμέ, οϊμέ!
ΧΟΡ. Σωπάτε, σαν και ν᾽ άκουσα ξεφωνητά του Τεύκρου
όπου γι᾽ αυτή τη συφορά μοιρολογά και κλαίει.
ΤΕΥ. Ω Αία αδερφούλη μου, αγαπημένε μου Αία,
τάχα κατάντησες σ᾽ αυτό καθώς το κρένουν όλοι;
ΧΟΡ. Χάθηκε, Τεύκρο, μάθε το, ο άνθρωπος και πάει.
980ΤΕΥ. Οϊμέ στη μοίρα μου, κακό αβάσταχτο με βρήκε.
ΧΟΡ. Αυτά σα μας συνέβηκαν.
ΤΕΥ. Αχ, ο τρισδυστυχισμένος!
ΧΟΡ. Δίκιο έχεις τώρα για να κλαις.
ΤΕΥ. Ω συφορά πολύπικρη.
ΧΟΡ. Ναι, Τεύκρο μου, περίσσα.
ΤΕΥ. Αχ δύστυχος· μα το φτωχό πού να ᾽ναι το παιδί του;
Σε ποιά μεριά να βρίσκεται της Τροίας το καημένο;
ΧΟΡ. Μες στο καλύβι μοναχό.
ΤΕΥ. Δεν πας να μου το φέρεις
εδώ κοντά μου γλήγορα, μην τύχει οχτρός κανένας,
σα λιονταράκι που έχασε τη μάνα του τ᾽ αρπάξει;
Τρέχα, ροβόλα, πέταξε. Όλοι τ᾽ αποθυμούνε
να περιπαίξουν τους οχτρούς σαν έγειραν στο χώμα.
990ΧΟΡ. Έτσι κι εκείνος το ᾽θελε σαν ζούσε, Τεύκρο, ακόμα
να ᾽χεις τον νου σου στο παιδί, ως κοίταξες και τώρα.