ΧΟΡΟΣ
Κακήν κακός άθε χαθείς
στο μαύρο του πελάου το κύμα,
αφού ήθε πρώτα πλανηθείς
μ᾽ αγέρα και με καταχνιά
870στην πολυστοίβαχτη αμμουδιά
γύρω στο Σαρπηδόνιο μνήμα.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Χούγιαζε, σκούζε, ζήτ᾽ απ᾽ τους θεούς βοήθεια,
μ᾽ απ᾽ το Αιγυπτιακό κάτεργο δε ξεφεύγεις
κι αν θρήνου ακόμη πιο πικρό σκοπό μάς ψάλεις.
ΧΟΡΟΣ
Βρισιές το στόμα σου αλυχτά
και τρως τα λύσσακά σου,
μα ο μέγας Νείλος που κοιτά
880τ᾽ ανήκουστα φερσίματά σου
ας σβήσει αυτός το γαύριασμά σου.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Εμπρός, προστάζω, γρήγορα για το καράβι
τ᾽ ολοστρόγγυλο ακλούθα με· καιρό μη χάνεις
και δε θα ᾽ντηρηθώ να σε μαλλιοτραβήξω.
ΧΟΡΟΣ
Αλί, πατέρα, τρισαλί!
χαμός μου βγήκ᾽ η απαντοχή,
κρίμα! – των αγαλμάτων!
νά, βήμα βήμα με τραβά
σαν άραχνος, το μαύρο σκιάχτρο!
— Αλί και τρεις φορές αλί,
890μάνα μου Γη, μάνα μου Γη!
το φοβερό τον κράχτη,
Δία πατέρα, γιε της Γης,
κεραύνωσε και κάμε στάχτη.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Δεν τους φοβούμαι εγώ τους θεούς εδώ του τόπου,
γιατί ουδέ νιο ουδέ γέροντα μ᾽ έχουνε θρέψει.
ΧΟΡΟΣ
Όφιος διπόδαρος, λυσσά
και χύνεταί μου από κοντά,
σαν αφρισμένη οχιά δαγκά
και πια δε ξεκολλά.
— Αλί και τρεις φορές αλί,
900μάνα μου Γη, μάνα μου Γη!
το φοβερό τον κράχτη,
Δία πατέρα, γιε της Γης,
κεραύνωσε και κάμε στάχτη.
|