Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἰφιγένεια ἡ ἐν Ταύροις (1052-1088)


ΟΡ. ἑνὸς μόνου δεῖ, τάσδε συγκρύψαι τάδε.
ἀλλ᾽ ἀντίαζε καὶ λόγους πειστηρίους
εὕρισκ᾽· ἔχει τοι δύναμιν εἰς οἶκτον γυνή.
1055τὰ δ᾽ ἄλλ᾽ ἴσως—. ἅπαντα συμβαίη καλῶς.
ΙΦ. ὦ φίλταται γυναῖκες, εἰς ὑμᾶς βλέπω,
καὶ τἄμ᾽ ἐν ὑμῖν ἐστιν ἢ καλῶς ἔχειν
ἢ μηδὲν εἶναι καὶ στερηθῆναι πάτρας
φίλου τ᾽ ἀδελφοῦ φιλτάτης τε συγγόνου.
1060καὶ πρῶτα μέν μοι τοῦ λόγου τάδ᾽ ἀρχέτω·
γυναῖκές ἐσμεν, φιλόφρον ἀλλήλαις γένος
σῴζειν τε κοινὰ πράγματ᾽ ἀσφαλέσταται.
σιγήσαθ᾽ ἡμῖν καὶ συνεκπονήσατε
φυγάς. καλόν τοι γλῶσσ᾽ ὅτῳ πιστὴ παρῇ.
1065ὁρᾶτε δ᾽ ὡς τρεῖς μία τύχη τοὺς φιλτάτους,
ἢ γῆς πατρῴας νόστον ἢ θανεῖν ἔχει.
σωθεῖσα δ᾽, ὡς ἂν καὶ σὺ κοινωνῇς τύχης,
σώσω σ᾽ ἐς Ἑλλάδ᾽. ἀλλὰ πρός σε δεξιᾶς
σὲ καὶ σ᾽ ἱκνοῦμαι, σὲ δὲ φίλης παρηίδος,
1070γονάτων τε καὶ τῶν ἐν δόμοισι φιλτάτων
μητρὸς πατρός τε καὶ τέκνων ὅτῳ κυρεῖ.
τί φατέ; τίς ὑμῶν φησιν ἢ τίς οὐ θέλειν—
φθέγξασθε— ταῦτα; μὴ γὰρ αἰνουσῶν λόγους
ὄλωλα κἀγὼ καὶ κασίγνητος τάλας.
1075ΧΟ. θάρσει, φίλη δέσποινα, καὶ σώζου μόνον·
ὡς ἔκ γ᾽ ἐμοῦ σοι πάντα σιγηθήσεται—
ἴστω μέγας Ζεύς— ὧν ἐπισκήπτεις πέρι.
ΙΦ. ὄναισθε μύθων καὶ γένοισθ᾽ εὐδαίμονες.
σὸν ἔργον ἤδη καὶ σὸν εἰσβαίνειν δόμους·
1080ὡς αὐτίχ᾽ ἥξει τῆσδε κοίρανος χθονός,
θυσίαν ἐλέγχων εἰ κατείργασται ξένων.
ὦ πότνι᾽, ἥπερ μ᾽ Αὐλίδος κατὰ πτυχὰς
δεινῆς ἔσωσας ἐκ πατροκτόνου χερός,
σῶσόν με καὶ νῦν τούσδε τ᾽· ἢ τὸ Λοξίου
1085οὐκέτι βροτοῖσι διὰ σ᾽ ἐτήτυμον στόμα.
ἀλλ᾽ εὐμενὴς ἔκβηθι βαρβάρου χθονὸς
ἐς τὰς Ἀθήνας· καὶ γὰρ ἐνθάδ᾽ οὐ πρέπει
ναίειν, πάρον σοι πόλιν ἔχειν εὐδαίμονα.


ΟΡΕ. Τώρα ένα μένει: μυστικό οι γυναίκες
να το κρατήσουν. Έλα, ικέτευέ τες
και σκέψου με τί λόγια θα τις πείσεις·
ξέρει η γυναίκα τις καρδιές να εγγίζει.
Τ᾽ άλλα... οι θεοί δεξιά ας τα φέρουν όλα.
ΙΦΙ. Σ᾽ εσάς ελπίζω, αγαπητές μου, και είναι
στα χέρια σας η τύχη μου: ή να πάω
καλά ή να σβήσω ολότελα, να χάσω
πατρίδα, αγαπητό αδερφό, αδερφούλα
1060μυριάκριβη. Κι ας κάμω αρχή με τούτο:
στο γυναικείο το φύλο, το δικό μας,
η μια αγαπά την άλλη, ανάμεσά μας
έχουμ᾽ εμπιστοσύνη στις δουλειές μας.
Κρατήστε το κρυφό, και στη φυγή μας
βοηθήστε μας. Ωραίο να ᾽ναι κανένας
εχέμυθος. Τρεις φίλτατους μια τύχη,
βλέπετε, περιμένει: ή στην πατρίδα
να πάνε ή να χαθούν. Εγώ αν γλιτώσω,
θα δω κι εσύ απ᾽ την τύχη μου να λάβεις
μερίδιο· να γυρίσεις στην Ελλάδα.
Σας ικετεύω· στο δεξί σου χέρι
σε ορκίζω εσέ, κι εσέ· στο μάγουλό σου
1070εσένα το γλυκό· στα γόνατά σας·
σ᾽ ό,τι στο σπίτι πιο ακριβό σας είναι,
μάνα, πατέρα και παιδιά,... όσες έχουν.
Τί λέτε; Ποιά από σας λέει ναι, —μιλήστε—
ποιά αρνιέται; Αν δε δεχτείτε εσείς, χαμένη
είμαι κι εγώ κι ο δόλιος ο αδερφός μου.
ΚΟΡ. Θάρρος, καλή κυρά μας, κοίτα μόνο
να γλιτώσεις· γι᾽ αυτά που παραγγέλνεις
μιλιά δε βγάζω, μάρτυράς μου ο Δίας.
ΙΦΙ. Καλό να δείτε, να είστε ευτυχισμένες
για τα καλά σας λόγια. Εσείς οι δύο
στο ναό τώρα μπείτε· όπου και να ᾽ναι,
1080ο βασιλιάς θα ᾽ρθει, για να ρωτήσει
αν η θυσία των ξένων έχει γίνει.
Ο Ορέστης και ο Πυλάδης μπαίνουν στο ναό.
Θεά, που στα φαράγγια της Αυλίδας
από το φονικό πατρικό χέρι
μ᾽ έσωσες, έλα σώσε με και τώρα
κι αυτούς μαζί μου· αλλιώς, η αιτία θα γίνεις
να μην πιστεύουν πια οι θνητοί τα λόγια
του Φοίβου. Έβγα καλόβουλη απ᾽ τη χώρα
τη βάρβαρη και φύγε στην Αθήνα·
δε σου ταιριάζει εδώ να μένεις, όταν
μπορείς να πας σε πόλη ευτυχισμένη.
Μπαίνει στο ναό.