ΕΞΟΔΟΣ (Η Εκάβη βγαίνει από τη σκήνη. Έρχεται ο Πολυμήστωρ, με τα παιδιά του και την ακολουθία του.)
ΠΟΛΥΜΗΣΤΩΡ
Ω Πρίαμε, ακριβότατε φίλε, κι εσύ,
πολυαγάπητη Εκάβη,
δακρύζω καθώς βλέπω εσένα και την πόλη σου
και τη μικρή σου που ξεψύχησε πριν από λίγο.
Αλίμονο!
τίποτα βέβαιο δεν είναι, ούτε τ᾽ όνομα
το μεγάλο
ούτε η ελπίδα πως δεν θα δυστυχήσει
αυτός που ως τώρα ζούσε ευτυχισμένος.
Όλα οι θεοί τα φέρνουν άνω κάτω,
σε μιαν αιώνια ταραχή,
για να μην ξέρουμε τίποτα κι έτσι
960περσότερο να τους φοβόμαστε. Μα τί ωφελούν
οι θρήνοι, όταν δεν φέρνουν γιατρειά
στις συμφορές που μας εβρήκαν;
Μη βιάζεσαι να παραπονεθείς
που δεν εφάνηκα. Βρισκόμουνα
στα σύνορα της Θράκης, έλειπα
όταν ήρθες εδώ· μα μόλις έφτασα,
καθώς από το σπίτι μου έβγαινα, μ᾽ αντάμωσε
η σκλάβα σου και μου ᾽φερε το μήνυμά σου.
Τ᾽ άκουσα κι ήρθα.
ΕΚΑΒΗ
Ντρέπομαι καταπρόσωπο να σε κοιτάξω,
Πολυμήστορα,
έτσι που ξέπεσα· ήμουν κάποτε
970ευτυχισμένη, όταν με γνώρισες· πώς τώρα
να σ᾽ αντικρίσω με άτρομο το βλέμμα,
όταν βρίσκομαι σε τέτοια κατάντια; Πώς
θα το μπορούσα; Μην το πάρεις
για εχθρότητα· κι έπειτα, όπως ξέρεις,
υπάρχει κι η συνήθεια να μην κοιτάζουν
κατάματα τους άντρες οι γυναίκες.
ΠΟΛΥΜΗΣΤΩΡ
Δεν με παραξενεύει αυτό. Αλλά τί με θέλεις;
Και για ποιό λόγο με ξεσήκωσες από το σπίτι;
ΕΚΑΒΗ
Έχω ένα μυστικό που θα ᾽θελα σε σένα
και στα παιδιά σου να το πω· πρόσταξε, αν θέλεις,
τους ανθρώπους σου
980μακριά από τις σκηνές να τραβηχτούνε.
ΠΟΛΥΜΗΣΤΩΡ (Στους ακολούθους του.)
Πηγαίνετε.
Φόβος δεν είναι, σ᾽ αυτή την ερημιά.
Φίλη κι εσύ, φιλικό και το στράτευμα
των Αχαιών. Μα πες μου, τώρα,
σε τί ο καλότυχος θα πρέπει να βοηθήσει
τους δύστυχους φίλους. Πρόθυμος,
στη διάθεσή σου.
|