Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ἱστορίαι (7.31.1-7.33.2)
[7.31.1] Ὁ δὲ Δημοσθένης τότε ἀποπλέων ἐπὶ τῆς Κερκύρας μετὰ τὴν ἐκ τῆς Λακωνικῆς τείχισιν, ὁλκάδα ὁρμοῦσαν ἐν Φειᾷ τῇ Ἠλείων εὑρών, ἐν ᾗ οἱ Κορίνθιοι ὁπλῖται ἐς τὴν Σικελίαν ἔμελλον περαιοῦσθαι, αὐτὴν μὲν διαφθείρει, οἱ δ᾽ ἄνδρες ἀποφυγόντες ὕστερον λαβόντες ἄλλην ἔπλεον. [7.31.2] καὶ μετὰ τοῦτο ἀφικόμενος ὁ Δημοσθένης ἐς τὴν Ζάκυνθον καὶ Κεφαλληνίαν ὁπλίτας τε παρέλαβε καὶ ἐκ τῆς Ναυπάκτου τῶν Μεσσηνίων μετεπέμψατο καὶ ἐς τὴν ἀντιπέρας ἤπειρον τῆς Ἀκαρνανίας διέβη, ἐς Ἀλύζιάν τε καὶ Ἀνακτόριον, ὃ αὐτοὶ εἶχον. [7.31.3] ὄντι δ᾽ αὐτῷ περὶ ταῦτα ὁ Εὐρυμέδων ἀπαντᾷ ἐκ τῆς Σικελίας ἀποπλέων, ὃς τότε τοῦ χειμῶνος τὰ χρήματα ἄγων τῇ στρατιᾷ ἀπεπέμφθη, καὶ ἀγγέλλει τά τε ἄλλα καὶ ὅτι πύθοιτο κατὰ πλοῦν ἤδη ὢν τὸ Πλημμύριον ὑπὸ τῶν Συρακοσίων ἑαλωκός. [7.31.4] ἀφικνεῖται δὲ καὶ Κόνων παρ᾽ αὐτούς, ὃς ἦρχε Ναυπάκτου, ἀγγέλλων ὅτι αἱ πέντε καὶ εἴκοσι νῆες τῶν Κορινθίων αἱ σφίσιν ἀνθορμοῦσαι οὔτε καταλύουσι τὸν πόλεμον ναυμαχεῖν τε μέλλουσιν· πέμπειν οὖν ἐκέλευεν αὐτοὺς ναῦς, ὡς οὐχ ἱκανὰς οὔσας δυοῖν δεούσας εἴκοσι τὰς ἑαυτῶν πρὸς τὰς ἐκείνων πέντε καὶ εἴκοσι ναυμαχεῖν. [7.31.5] τῷ μὲν οὖν Κόνωνι δέκα ναῦς ὁ Δημοσθένης καὶ ὁ Εὐρυμέδων τὰς ἄριστα σφίσι πλεούσας ἀφ᾽ ὧν αὐτοὶ εἶχον ξυμπέμπουσι πρὸς τὰς ἐν τῇ Ναυπάκτῳ· αὐτοὶ δὲ τὰ περὶ τῆς στρατιᾶς τὸν ξύλλογον ἡτοιμάζοντο, Εὐρυμέδων μὲν ἐς τὴν Κέρκυραν πλεύσας καὶ πέντε καὶ δέκα τε ναῦς πληροῦν κελεύσας αὐτοὺς καὶ ὁπλίτας καταλεγόμενος (ξυνῆρχε γὰρ ἤδη Δημοσθένει ἀποτραπόμενος, ὥσπερ καὶ ᾑρέθη), Δημοσθένης δ᾽ ἐκ τῶν περὶ τὴν Ἀκαρνανίαν χωρίων σφενδονήτας τε καὶ ἀκοντιστὰς ξυναγείρων. |
[7.31.1] Μετά την κατασκευή του τείχους, στην Λακωνική, ο Δημοσθένης έφυγε για την Κέρκυρα. Στην Φειά της Ηλείας βρήκε αραγμένο ένα φορτηγό με το οποίο θα περνούσαν στην Σικελία οι Κορίνθιοι οπλίτες. Το βύθισε, αλλά οι στρατιώτες γλίτωσαν, βρήκαν αργότερα άλλο φορτηγό, και ξεκίνησαν. [7.31.2] Μετά απ᾽ αυτό ο Δημοσθένης έφτασε στην Ζάκυνθο και την Κεφαλληνία, παρέλαβε οπλίτες και ζήτησε άλλους από τους Μεσσηνίους της Ναυπάκτου. Μετά πέρασε στην αντικρινή ηπειρωτική ακτή της Ακαρνανίας, στην Αλύζια και το Ανακτόριο, που είχαν οι Αθηναίοι. [7.31.3] Ενώ ήταν εκεί, τον συνάντησε ο Ευρυμέδων που γύριζε από την Σικελία όπου είχε σταλεί τον χειμώνα για να πάει χρήματα στον στρατό. Μαζί με τ᾽ άλλα του είπε ότι, ενώ ταξίδευε, είχε μάθει πως οι Συρακούσιοι είχαν κυριέψει το Πλημμύριο. [7.31.4] Έφτασε και ο Κόνων, διοικητής της Ναυπάκτου, και τους είπε ότι τα είκοσι πέντε κορινθιακά καράβια που ήσαν αραγμένα απέναντί του, δεν χαλάρωναν την φρούρησή τους, αλλά μάλλον ετοιμάζονταν να πολεμήσουν. Τους ζήτησε να του στείλουν καράβια, γιατί τα δέκα οκτώ δικά του δεν μπορούσαν ν᾽ αναμετρηθούν με τα είκοσι πέντε του αντιπάλου. [7.31.5] Ο Δημοσθένης και ο Ευρυμέδων του έδωσαν δέκα καράβια, τα γρηγορότερα απ᾽ όσα είχαν μαζί τους, για να προστεθούν σ᾽ εκείνα που ήσαν στην Ναύπακτο. Οι ίδιοι φρόντιζαν να συγκεντρώσουν τον στρατό τους. Ο Ευρυμέδων πήγε στην Κέρκυρα και ζήτησε ν᾽ αρματωθούν δεκαπέντε καράβια και να παρουσιαστούν οπλίτες (ήταν, τώρα, με τον γυρισμό του από την Σικελία, συστρατηγός του Δημοσθένη, όπως τον είχαν ορίσει οι Αθηναίοι) και ο Δημοσθένης συγκέντρωσε από την Ακαρνανία και την γύρω περιοχή σφενδονιστές και ακοντιστές. |