Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους Τύραννος (863-910)


ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ


ΧΟ. εἴ μοι ξυνείη φέροντι μοῖρα τὰν [στρ. α]
εὔσεπτον ἁγνείαν λόγων
865ἔργων τε πάντων, ὧν νόμοι πρόκεινται
ὑψίποδες, οὐρανίᾳ ᾽ν
αἰθέρι τεκνωθέντες, ὧν Ὄλυμπος
πατὴρ μόνος, οὐδέ νιν
θνατὰ φύσις ἀνέρων
870ἔτικτεν, οὐδὲ μήποτε λά-
θα κατακοιμάσῃ·
μέγας ἐν τούτοις θεός, οὐδὲ γηράσκει.

ὕβρις φυτεύει τύραννον· ὕβρις, εἰ [ἀντ. α]
πολλῶν ὑπερπλησθῇ μάταν,
875ἃ μὴ ᾽πίκαιρα μηδὲ συμφέροντα,
ἀκρότατα γεῖσ᾽ ἀναβᾶσ᾽
ἀπότομον ὤρουσεν εἰς ἀνάγκαν
ἔνθ᾽ οὐ ποδὶ χρησίμῳ
χρῆται. τὸ καλῶς δ᾽ ἔχον
880πόλει πάλαισμα μήποτε λῦ-
σαι θεὸν αἰτοῦμαι.
θεὸν οὐ λήξω ποτὲ προστάταν ἴσχων.

εἰ δέ τις ὑπέροπτα χερ- [στρ. β]
σὶν ἢ λόγῳ πορεύεται,
885Δίκας ἀφόβητος, οὐδὲ
δαιμόνων ἕδη σέβων,
κακά νιν ἕλοιτο μοῖρα,
δυσπότμου χάριν χλιδᾶς,
εἰ μὴ τὸ κέρδος κερδανεῖ δικαίως
890καὶ τῶν ἀσέπτων ἔρξεται,
ἢ τῶν ἀθίκτων ἕξεται ματᾴζων.
τίς ἔτι ποτ᾽ ἐν τοῖσδ᾽ ἀνὴρ βέλη θεῶν
ἔρξεται ψυχᾶς ἀμύ-
895νων; εἰ γὰρ αἱ τοιαίδε πράξεις τίμιαι,
τί δεῖ με χορεύειν;

οὐκέτι τὸν ἄθικτον εἶ- [ἀντ. β]
μι γᾶς ἐπ᾽ ὀμφαλὸν σέβων,
οὐδ᾽ ἐς τὸν Ἀβαῖσι ναόν,
900οὐδὲ τὰν Ὀλυμπίαν,
εἰ μὴ τάδε χειρόδεικτα
πᾶσιν ἁρμόσει βροτοῖς.
ἀλλ᾽, ὦ κρατύνων, εἴπερ ὄρθ᾽ ἀκούεις,
Ζεῦ, πάντ᾽ ἀνάσσων, μὴ λάθοι
905σὲ τάν τε σὰν ἀθάνατον αἰὲν ἀρχάν.
φθίνοντα γὰρ Λαΐου παλαιὰ
θέσφατ᾽ ἐξαιροῦσιν ἤ-
δη, κοὐδαμοῦ τιμαῖς Ἀπόλλων ἐμφανής·
910ἔρρει δὲ τὰ θεῖα.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡ. Ας μ᾽ αξιώσει η μοίρα μου [στρ. α]
ο σεπτός Σεβασμός να στεριώσει
τα έργα και τους λόγους μου για πάντα.
Νόμοι βαθύρριζοι τα θέμελά τους,
τέκνα των ουρανών αιθερογέννητα,
έχουν μοναδική πατρίδα τους τον Όλυμπο·
φύση θνητή δεν τους εγέννησε
870και δεν βυθίζονται ποτέ
στης λησμονιάς τον ύπνο.
Μέγας θεός, αγέραστος, τους εμψυχώνει.

Ύβρις φυτεύει τύραννον. [αντ. α]
Αν όμως σαν τον ποταμό
η έπαρση σηκώνει ματαιότητα,
αν κατεβάσει φέρνοντας παράκαιρα δεινά
κι αν ανεβεί στην κορυφή της στέγης,
απότομα γκρεμίζεται στα βάθη
της ανάγκης και με το πόδι στο κενό
παραπατά· το θεό παρακαλώ
880να μην πάψει να παλεύει για της πόλης το καλό.
Θεός ας είναι πάντα ισχύς μου και σκέψη μου.

Αν κάποιος πράττοντας και λέγοντας [στρ. β]
πορεύεται τον υπερόπτη δρόμο,
όποιος τη Δίκη δε φοβάται
κι όποιος δε σέβεται τα ιερά τεμένη των θεών,
ας λάβει μοίρα δεινή
για την ανόσια χλιδή της έπαρσής του.
Αν κερδίζει παράνομα κέρδη
890κι αν δεν ξορκίζει την ασέβεια
κι αν βεβηλώνει μανιακός τ᾽ ανέγγιχτα,
πώς θα το καυχηθεί πως θα γλιτώσει
την ψυχή απ᾽ των θεών τα βέλη;
Αν είναι να τιμούν ανόσιες πράξεις,
γιατί να σέρνω το χορό στην ιερά πανήγυρη;

Ποτέ προσκυνητής να μην κινήσω [αντ. β]
για των Δελφών τον ιερό τον ομφαλό
900ούτε για το μαντείο των Αβών
ούτε και για την Ολυμπία,
αν οι χρησμοί δεν συνταιριάξουν με τα πράγματα
μπροστά στα μάτια των ανθρώπων.
Αλλ᾽, ω παντοκράτορα Ζευ, αν αληθεύει
τ᾽ όνομά σου, του σύμπαντος κόσμου δυνάστη,
να μη νοθεύσεις την αθάνατη ισχύ σου.
Αμφισβητούν το κύρος των χρησμών
που παλαιόθεν δόθηκαν στον Λάιο·
ο Απόλλων φανερά πουθενά δεν τιμάται·
910ρημάξανε τα θεία.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡ. Άμποτε να ᾽ναι πάντα μοίρα μου
να ᾽χω την άγια Ευλάβεια σύντροφο
σ᾽ όλα τα λόγια κι έργα,
που ᾽ναι θεμελιωμένα πάνω στους πανύψηλους
τους νόμους — νόμους γεννημένους
μες στον αιθέρα τ᾽ ουρανού
κι έχουν τον Όλυμπο μόνο πατέρα,
ουδέ η θνητή του ανθρώπου η φύση εγέννησε
870κι ουδέποτε η αλησμονιά θ᾽ αποκοιμίσει.
Θεός μεγάλος είναι μες σ᾽ αυτούς,
που γερατειά ποτέ δε θα γνωρίσει.

Η έπαρση τον γεννάει τον τύραννο,
η έπαρση, που αν μάταια παραφορτωθεί
με πολλά που θενά ᾽ναι
παράκαιρα κι ασύφερτα, σα θενα φτάσει πια
στην πιο ψηλή κορφή, θα πέσει
μες στον ορθόγκρεμνο όλεθρο
απ᾽ όπου δεν τον ωφελεί το πόδι νά ᾽βγει.
Μα κάθε αγώνα για της χώρας το καλό
880το Θεό παρακαλώ ποτέ μην καταλύσει,
κι εγώ ποτέ μου του Θεού
την προστασία δε θέλω παρατήσει.

Μ᾽ αν ένας με τα χέρια ή με τη γλώσσα του
το παραπαίρνει επάνω του, χωρίς
τη Δίκη να φοβάται, ουδέ τιμά
των θεών τις έδρες,
μοίρα κακιά ας τον βρει για την κακότυχη
την ξιπασιά του·
αν μ᾽ αδικίες το κέρδος του ζητά
890κι απ᾽ τα παράνομα δε φυλαχτεί
και βάλει χέρι μες στην τρέλα του
στ᾽ ανέγγιχτα ιερά,
ποιός μπρος σ᾽ αυτά θα μπόρειε να κρατήσει
τα βέλη, απ᾽ την ψυχή του, της οργής;
γιατ᾽ αν τα τέτοια τα᾽ χουν σε τιμή,
προς τί να στήνω στους θεούς χορούς
να τους γιορτάζω;

Ποτέ μου πια στης γης τον ιερό ομφαλό
με σέβας δε θα πάω προσκυνητής
900ούτε στης Άβας το ναό, μηδέ
στην Ολυμπία,
αν δεν ταιριάσουν ολ᾽ αυτά χεροπιαστά
και μπροστά σ᾽ όλους.
Μα ω Δία παντοκράτορα —αν σωστά
στ᾽ όνομα ακούς αυτό— ω που κυβερνάς
τα πάντα, ας μη λαθέψει τίποτα
μες σ᾽ όλα αυτά από σε
και την αιώνια πάντα δύναμή σου·
γιατί σβησμένους πια παραπετούν
του Λάιου τους χρησμούς και πουθενά
τιμή δεν έχει ο Φοίβος φανερή
910και παν τα θεία.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡ. Να ᾽δινε η μοίρα μου να είχα
την ιερή αγνεία των λόγων, κι όλων
των έργων, που υψηλοί τα ορίζουν νόμοι,
ζωντανεμένοι μες στα αιθέρια
γλαυκά πλάτη, που ξέρουν μονάχο
πατέρα τον Όλυμπο,
και μήτε τους γέννησαν
870άντρες θνητοί, μήτε ποτέ θα τους κοιμίσει η λήθη.
Μεγάλος ζει εντός τους Θεός, και δε γερνά.

Θράσος γεννά τους τυράννους.
Θράσος, που αν φουσκώσει μάταια με ό,τι
άκαιρο είναι κι ανώφελο, κι ανέβει
στην πιο αψηλή κορφή, θα πέσει
σε γκρεμό βαθύ, εκεί όπου τα πόδια
τη γη δεν αγγίζουνε.
Μα ζητώ απ᾽ το Θεό ποτέ
880μη σταματήσει όποιον καλό στη χώρα φέρνει αγώνα.
Να είναι προστάτης μου ο Θεός παντοτινά.

Κι αν κανείς με λόγο ή μ᾽ έργο
δρόμους παίρνει αμαρτωλούς,
άφοβος για Δίκη, δίχως
σέβας να ᾽χει στους Θεούς,
για τ᾽ ανόσιο θράσος του άγρια,
μαύρη μοίρα να τον βρει,
αν το κέρδος δεν κερδίζει δίκια,
890τ᾽ άνομα αν ζητά, ή αγγίζει
θεία κι ανέγγιχτα με ανίερο χέρι.
Ποιός μπορεί, γι᾽ αυτά όλα, απ᾽ την καρδιά να διώξει
πέρα του θυμού τα βέλη;
Τιμή αν φέρνουν τέτοιες πράξες, πώς να σύρω
τον ιερό χορό;

Δε θα πάω εγώ πια με φόβο
στους ανέγγιχτους Δελφούς,
ούτε στο Μαντείο της Άβας
ή στην Ολυμπία ποτέ,
900οι χρησμοί σωστοί αν δε βγούνε
φανερά για τους θνητούς.
Ω Δία, παντοκράτορα αν σε κράζουν
όλοι δίκια, ας μην ξεφύγουν
τούτα την αιώνια δύναμή σου.
Τα μαντέματα του Λάιου μαραθήκαν
κανείς πια δεν τα πιστεύει,
κι ούτε πουθενά τιμούν και υμνούν το Φοίβο.
910Σβήνει η θεία λατρεία.