Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (7.20.1-7.23.4)

[7.20.1] Ἐν δὲ τούτῳ καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἅμα τῆς Δεκελείας τῷ τειχισμῷ καὶ τοῦ ἦρος εὐθὺς ἀρχομένου περί τε Πελοπόννησον ναῦς τριάκοντα ἔστειλαν καὶ Χαρικλέα τὸν Ἀπολλοδώρου ἄρχοντα, ᾧ εἴρητο καὶ ἐς Ἄργος ἀφικομένῳ κατὰ τὸ ξυμμαχικὸν παρακαλεῖν Ἀργείων [τε] ὁπλίτας ἐπὶ τὰς ναῦς, [7.20.2] καὶ τὸν Δημοσθένη ἐς τὴν Σικελίαν, ὥσπερ ἔμελλον, ἀπέστελλον ἑξήκοντα μὲν ναυσὶν Ἀθηναίων καὶ πέντε Χίαις, ὁπλίταις δὲ ἐκ καταλόγου Ἀθηναίων διακοσίοις καὶ χιλίοις, καὶ νησιωτῶν ὅσοις ἑκασταχόθεν οἷόν τ᾽ ἦν πλείστοις χρήσασθαι, καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ξυμμάχων τῶν ὑπηκόων, εἴ ποθέν τι εἶχον ἐπιτήδειον ἐς τὸν πόλεμον, ξυμπορίσαντες. εἴρητο δ᾽ αὐτῷ πρῶτον μετὰ τοῦ Χαρικλέους ἅμα περιπλέοντα ξυστρατεύεσθαι περὶ τὴν Λακωνικήν. [7.20.3] καὶ ὁ μὲν Δημοσθένης ἐς τὴν Αἴγιναν προσπλεύσας τοῦ στρατεύματός τε εἴ τι ὑπελέλειπτο περιέμενε καὶ τὸν Χαρικλέα τοὺς Ἀργείους παραλαβεῖν.
[7.21.1] Ἐν δὲ τῇ Σικελίᾳ ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τούτου τοῦ ἦρος καὶ ὁ Γύλιππος ἧκεν ἐς τὰς Συρακούσας, ἄγων ἀπὸ τῶν πόλεων ὧν ἔπεισε στρατιὰν ὅσην ἑκασταχόθεν πλείστην ἐδύνατο. [7.21.2] καὶ ξυγκαλέσας τοὺς Συρακοσίους ἔφη χρῆναι πληροῦν ναῦς ὡς δύνανται πλείστας καὶ ναυμαχίας ἀπόπειραν λαμβάνειν· ἐλπίζειν γὰρ ἀπ᾽ αὐτοῦ τι ἔργον ἄξιον τοῦ κινδύνου ἐς τὸν πόλεμον κατεργάσεσθαι. [7.21.3] ξυνανέπειθε δὲ καὶ ὁ Ἑρμοκράτης οὐχ ἥκιστα, τοῦ ταῖς ναυσὶ μὴ ἀθυμεῖν ἐπιχειρῆσαι πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, λέγων οὐδ᾽ ἐκείνους πάτριον τὴν ἐμπειρίαν οὐδ᾽ ἀίδιον τῆς θαλάσσης ἔχειν, ἀλλ᾽ ἠπειρώτας μᾶλλον τῶν Συρακοσίων ὄντας καὶ ἀναγκασθέντας ὑπὸ Μήδων ναυτικοὺς γενέσθαι. καὶ πρὸς ἄνδρας τολμηρούς, οἵους καὶ Ἀθηναίους, τοὺς ἀντιτολμῶντας χαλεπωτάτους ἂν [αὐτοῖς] φαίνεσθαι· ᾧ γὰρ ἐκεῖνοι τοὺς πέλας, οὐ δυνάμει ἔστιν ὅτε προύχοντες, τῷ δὲ θράσει ἐπιχειροῦντες καταφοβοῦσι, καὶ σφᾶς ἂν τὸ αὐτὸ ὁμοίως τοῖς ἐναντίοις ὑποσχεῖν. [7.21.4] καὶ Συρακοσίους εὖ εἰδέναι ἔφη τῷ τολμῆσαι ἀπροσδοκήτως πρὸς τὸ Ἀθηναίων ναυτικὸν ἀντιστῆναι πλέον τι διὰ τὸ τοιοῦτον ἐκπλαγέντων αὐτῶν περιγενησομένους ἢ Ἀθηναίους τῇ ἐπιστήμῃ τὴν Συρακοσίων ἀπειρίαν βλάψοντας. ἰέναι οὖν ἐκέλευεν ἐς τὴν πεῖραν τοῦ ναυτικοῦ καὶ μὴ ἀποκνεῖν.
[7.21.5] Καὶ οἱ μὲν Συρακόσιοι, τοῦ τε Γυλίππου καὶ Ἑρμοκράτους καὶ εἴ του ἄλλου πειθόντων, ὥρμηντό τε ἐς τὴν ναυμαχίαν καὶ τὰς ναῦς ἐπλήρουν· [7.22.1] ὁ δὲ Γύλιππος ἐπειδὴ παρεσκευάσατο τὸ ναυτικόν, ἀγαγὼν ὑπὸ νύκτα πᾶσαν τὴν στρατιὰν τὴν πεζὴν αὐτὸς μὲν τοῖς ἐν τῷ Πλημμυρίῳ τείχεσι κατὰ γῆν ἔμελλε προσβαλεῖν, αἱ δὲ τριήρεις τῶν Συρακοσίων ἅμα καὶ ἀπὸ ξυνθήματος πέντε μὲν καὶ τριάκοντα ἐκ τοῦ μεγάλου λιμένος ἐπέπλεον, αἱ δὲ πέντε καὶ τεσσαράκοντα ἐκ τοῦ ἐλάσσονος, οὗ ἦν καὶ τὸ νεώριον αὐτοῖς, [καὶ] περιέπλεον βουλόμενοι πρὸς τὰς ἐντὸς προσμεῖξαι καὶ ἅμα ἐπιπλεῖν τῷ Πλημμυρίῳ, ὅπως οἱ Ἀθηναῖοι ἀμφοτέρωθεν θορυβῶνται. [7.22.2] οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι διὰ τάχους ἀντιπληρώσαντες ἑξήκοντα ναῦς ταῖς μὲν πέντε καὶ εἴκοσι πρὸς τὰς πέντε καὶ τριάκοντα τῶν Συρακοσίων τὰς ἐν τῷ μεγάλῳ λιμένι ἐναυμάχουν, ταῖς δ᾽ ἐπιλοίποις ἀπήντων ἐπὶ τὰς ἐκ τοῦ νεωρίου περιπλεούσας. καὶ εὐθὺς πρὸ τοῦ στόματος τοῦ μεγάλου λιμένος ἐναυμάχουν, καὶ ἀντεῖχον ἀλλήλοις ἐπὶ πολύ, οἱ μὲν βιάσασθαι βουλόμενοι τὸν ἔσπλουν, οἱ δὲ κωλύειν. [7.23.1] ἐν τούτῳ δ᾽ ὁ Γύλιππος τῶν ἐν τῷ Πλημμυρίῳ Ἀθηναίων πρὸς τὴν θάλασσαν ἐπικαταβάντων καὶ τῇ ναυμαχίᾳ τὴν γνώμην προσεχόντων φθάνει προσπεσὼν ἅμα τῇ ἕῳ αἰφνιδίως τοῖς τείχεσι, καὶ αἱρεῖ τὸ μέγιστον πρῶτον, ἔπειτα δὲ καὶ τὰ ἐλάσσω δύο, οὐχ ὑπομεινάντων τῶν φυλάκων, ὡς εἶδον τὸ μέγιστον ῥᾳδίως ληφθέν. [7.23.2] καὶ ἐκ μὲν τοῦ πρώτου ἁλόντος χαλεπῶς οἱ ἄνθρωποι, ὅσοι καὶ ἐς τὰ πλοῖα καὶ ὁλκάδα τινὰ κατέφυγον, ἐς τὸ στρατόπεδον ἐξεκομίζοντο· τῶν γὰρ Συρακοσίων ταῖς ἐν τῷ μεγάλῳ λιμένι ναυσὶ κρατούντων τῇ ναυμαχίᾳ ὑπὸ τριήρους μιᾶς καὶ εὖ πλεούσης ἐπεδιώκοντο· ἐπειδὴ δὲ τὰ δύο τειχίσματα ἡλίσκετο, ἐν τούτῳ καὶ οἱ Συρακόσιοι ἐτύγχανον ἤδη νικώμενοι καὶ οἱ ἐξ αὐτῶν φεύγοντες ῥᾷον παρέπλευσαν. [7.23.3] αἱ γὰρ τῶν Συρακοσίων αἱ πρὸ τοῦ στόματος νῆες ναυμαχοῦσαι βιασάμεναι τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς οὐδενὶ κόσμῳ ἐσέπλεον, καὶ ταραχθεῖσαι περὶ ἀλλήλας παρέδοσαν τὴν νίκην τοῖς Ἀθηναίοις· ταύτας τε γὰρ ἔτρεψαν καὶ ὑφ᾽ ὧν τὸ πρῶτον ἐνικῶντο ἐν τῷ λιμένι. [7.23.4] καὶ ἕνδεκα μὲν ναῦς τῶν Συρακοσίων κατέδυσαν, καὶ τοὺς πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων ἀπέκτειναν, πλὴν ὅσον ἐκ τριῶν νεῶν οὓς ἐζώγρησαν· τῶν δὲ σφετέρων τρεῖς νῆες διεφθάρησαν. τὰ δὲ ναυάγια ἀνελκύσαντες τῶν Συρακοσίων καὶ τροπαῖον ἐν τῷ νησιδίῳ στήσαντες τῷ πρὸ τοῦ Πλημμυρίου, ἀνεχώρησαν ἐς τὸ ἑαυτῶν στρατόπεδον.

[7.20.1] Στο μεταξύ και ενώ οχυρωνόταν η Δεκέλεια —στην αρχή της άνοιξης— οι Αθηναίοι έστειλαν γύρω από την Πελοπόννησο τριάντα καράβια με αρχηγό τον Χαρικλή του Απολλοδώρου, στον οποίο έδωσαν οδηγίες να πάει στο Άργος και να ζητήσει, κατά τους όρους της συμμαχίας, να επιβιβαστούν Αργείοι οπλίτες στον στόλο του. [7.20.2] Όπως είχαν αποφασίσει, έστειλαν στην Σικελία τον Δημοσθένη με εξήντα αθηναϊκά καράβια και πέντε από την Χίο. Είχε επίσης χίλιους διακόσιους Αθηναίους οπλίτες από τους στρατολογικούς καταλόγους και όσους νησιώτες μπορούσαν να είναι χρήσιμοι, τους οποίους είχαν πάρει από οπουδήποτε και όσο το δυνατόν περισσότερους. Είχε, τέλος, από τους άλλους συμμάχους και υποτελείς, ό,τι μπορούσε να είναι χρήσιμο για τον πόλεμο. Του έδωσαν οδηγίες να ενωθεί πρώτα με τον Χαρικλή και να περιπλεύσει την Λακωνική. [7.20.3] Ο Δημοσθένης πήγε στην Αίγινα όπου περίμενε όσους είχαν αργοπορήσει. Περίμενε και για να επιβιβάσει ο Χαρικλής τους Αργείους.
[7.21.1] Στην Σικελία, την ίδια περίπου εποχή της άνοιξης, έφτασε και ο Γύλιππος με στρατό — ό,τι είχε μπορέσει να συγκεντρώσει από την καθεμιά από τις πολιτείες που είχε κατορθώσει να πείσει. [7.21.2] Συγκάλεσε τους Συρακουσίους και τους είπε ότι ήταν ανάγκη να επανδρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα καράβια και ν᾽ αποπειραθούν να ναυμαχήσουν. Ήλπιζε ότι έτσι θα επιτύχαινε αποτελέσματα τόσο ευνοϊκά για την εξέλιξη του πολέμου, ώστε άξιζε να διατρέξει τον κίνδυνο αυτόν. [7.21.3] Το ίδιο υποστήριζε πολύ και ο Ερμοκράτης, λέγοντάς τους να μην φοβούνται επειδή θ᾽ αντιμετωπίσουν Αθηναίους κατά θάλασσα και πρόσθεσε και ότι ούτε εκείνοι είχαν από τους πατέρες τους την εμπειρία στη θάλασσα, ούτε είχαν για πάντα εξασφαλισμένη την ναυτική υπεροχή. Είπε ότι ήσαν περισσότερο στεριανοί από τους Συρακουσίους και ότι από τους Μήδους είχαν αναγκαστεί να γίνουν ναυτικοί. Σε ανθρώπους τολμηρούς όπως οι Αθηναίοι, έπρεπε να δείξει κανείς επίσης τόλμη ώστε να φανεί πολύ επικίνδυνος εχθρός. Όπως δηλαδή εκείνοι, πολλές φορές, προκαλούν στους αντιπάλους τον πανικό, όχι με την υπεροχή της δύναμής τους, αλλά με την τόλμη τους, έτσι κι αυτοί έπρεπε το ίδιο να κάνουν εναντίον τους. [7.21.4] Είπε ότι ήξερε καλά πως αν οι Συρακούσιοι τολμούσαν, απροσδόκητα, να αντισταθούν στο ναυτικό των Αθηναίων, τότε, από την έκπληξη που θα τους προκαλούσαν, θα είχαν ωφέλεια πολύ μεγαλύτερη από την βλάβη που θα προκαλούσε η τεχνική των Αθηναίων εναντίον της απειρίας των Συρακουσίων. Γι᾽ αυτό και τους παρακινούσε να μην διστάζουν και να δοκιμάσουν το ναυτικό τους. [7.21.5] Με τις παρακινήσεις του Γυλίππου, του Ερμοκράτη και άλλων, οι Συρακούσιοι ήσαν πρόθυμοι να ναυμαχήσουν κι επάνδρωναν τα καράβια.
[7.22.1] Όταν ετοιμάστηκε το ναυτικό, ο Γύλιππος έβγαλε, νύχτα, όλο τον στρατό του με σκοπό να χτυπήσει τα τείχη του Πλημμυρίου ενώ, μ᾽ ένα σύνθημα, θα προχωρούσαν τα καράβια των Συρακουσίων, τριάντα πέντε από το μεγάλο λιμάνι και σαράντα πέντε από το μικρό λιμάνι (όπου είχαν τον ναύσταθμό τους) που θα περιπλέαν το νησί, θα έσμιγαν με τ᾽ άλλα και θα έκαναν επίθεση εναντίον του Πλημμυρίου, ώστε, με την διπλή επίθεση, να προκληθεί σύγχυση στους Αθηναίους. [7.22.2] Αυτοί, όμως, επάνδρωσαν γρήγορα εξήντα καράβια και με τα είκοσι πέντε ναυμάχησαν εναντίον των τριάντα πέντε των Συρακουσίων, τα οποία έρχονταν από το μεγάλο λιμάνι. Με τα υπόλοιπα, βγήκαν ν᾽ αντιμετωπίσουν τα καράβια που από τον ναύσταθμο παράπλεαν το νησί. Εναυμάχησαν αμέσως στο στόμιο του μεγάλου λιμανιού, πολεμώντας πολλή ώρα. Οι Συρακούσιοι προσπαθούσαν να περάσουν την είσοδο του λιμανιού και οι Αθηναίοι προσπαθούσαν να τους εμποδίσουν.
[7.23.1] Στο μεταξύ, καθώς οι Αθηναίοι του Πλημμυρίου είχαν κατεβεί στην ακροθαλασσιά και είχαν όλη τους την προσοχή συγκεντρωμένη στην ναυμαχία, ο Γύλιππος τους πρόφτασε και, κάνοντας αιφνιδιαστική επίθεση στα φρούρια, κυρίεψε πρώτα το κυριότερο και ύστερα τα δύο μικρότερα που δεν τα υπερασπίστηκαν οι φρουρές όταν είδαν ότι το μεγαλύτερο είχε εύκολα κυριευτεί. [7.23.2] Όσοι ήσαν στο πρώτο φρούριο όταν κυριεύτηκε, έτρεξαν στα καράβια και σ᾽ ένα φορτηγό και με δυσκολία κατάφευγαν στο στρατόπεδο και τούτο επειδή ο στόλος των Συρακουσίων, στο μεγάλο λιμάνι, νικούσε στην ναυμαχία κι ένα ταχύπλοο καράβι κυνηγούσε αδιάκοπα το φορτηγό. Όταν τα δύο μικρότερα φρούρια έπεσαν, όσοι έφυγαν απ᾽ αυτά μπόρεσαν πιο εύκολα να ξεφύγουν, παραπλέοντας την ακτή, και τούτο επειδή, στο μεταξύ, οι Συρακούσιοι άρχισαν να υποχωρούν. [7.23.3] Και πραγματικά, τα καράβια των Συρακουσίων που ναυμαχούσαν στο στόμιο του μεγάλου λιμανιού, αφού απώθησαν τ᾽ αθηναϊκά, όρμησαν μέσα με μεγάλη αταξία και, από την ταραχή που δημιούργησαν μεταξύ τους, παράδωσαν την νίκη στους Αθηναίους που τα έτρεψαν σε φυγή, τόσο αυτά όσο και τα άλλα τα οποία τους είχαν πρωτύτερα νικήσει μέσα στο λιμάνι. [7.23.4] Βούλιαξαν έντεκα καράβια των Συρακουσίων και σκότωσαν τους περισσότερους από τους ναύτες, εκτός από τα πληρώματα τριών καραβιών που τα έπιασαν ζωντανά. Τρία δικά τους καράβια βυθίστηκαν. Πήραν τα ναυάγια των Συρακουσίων κι αφού έστησαν τρόπαιο επάνω στο νησάκι που βρίσκεται μπροστά στο Πλημμύριο, γύρισαν στο στρατόπεδό τους.