Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ἱστορίαι (6.103.1-6.105.3)
[6.103.1] Μετὰ δὲ τοῦτο οἱ Ἀθηναῖοι τροπαῖον ἔστησαν καὶ τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους ἀπέδοσαν τοῖς Συρακοσίοις καὶ τοὺς μετὰ Λαμάχου καὶ αὐτὸν ἐκομίσαντο· καὶ παρόντος ἤδη σφίσι παντὸς τοῦ στρατεύματος καὶ τοῦ ναυτικοῦ καὶ τοῦ πεζοῦ, ἀπὸ τῶν Ἐπιπολῶν καὶ τοῦ κρημνώδους ἀρξάμενοι ἀπετείχιζον μέχρι τῆς θαλάσσης τείχει διπλῷ τοὺς Συρακοσίους. [6.103.2] τὰ δ᾽ ἐπιτήδεια τῇ στρατιᾷ ἐσήγετο ἐκ τῆς Ἰταλίας πανταχόθεν. ἦλθον δὲ καὶ τῶν Σικελῶν πολλοὶ ξύμμαχοι τοῖς Ἀθηναίοις, οἳ πρότερον περιεωρῶντο, καὶ ἐκ τῆς Τυρσηνίας νῆες πεντηκόντοροι τρεῖς. καὶ τἆλλα προυχώρει αὐτοῖς ἐς ἐλπίδας. [6.103.3] καὶ γὰρ οἱ Συρακόσιοι πολέμῳ μὲν οὐκέτι ἐνόμιζον ἂν περιγενέσθαι, ὡς αὐτοῖς οὐδὲ ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ὠφελία οὐδεμία ἧκε, τοὺς δὲ λόγους ἔν τε σφίσιν αὐτοῖς ἐποιοῦντο ξυμβατικοὺς καὶ πρὸς τὸν Νικίαν· οὗτος γὰρ δὴ μόνος εἶχε Λαμάχου τεθνεῶτος τὴν ἀρχήν. [6.103.4] καὶ κύρωσις μὲν οὐδεμία ἐγίγνετο, οἷα δὲ εἰκὸς ἀνθρώπων ἀπορούντων καὶ μᾶλλον ἢ πρὶν πολιορκουμένων, πολλὰ ἐλέγετο πρός τε ἐκεῖνον καὶ πλείω ἔτι κατὰ τὴν πόλιν. καὶ γάρ τινα καὶ ὑποψίαν ὑπὸ τῶν παρόντων κακῶν ἐς ἀλλήλους εἶχον, καὶ τοὺς στρατηγούς τε ἐφ᾽ ὧν αὐτοῖς ταῦτα ξυνέβη ἔπαυσαν, ὡς ἢ δυστυχίᾳ ἢ προδοσίᾳ τῇ ἐκείνων βλαπτόμενοι, καὶ ἄλλους ἀνθείλοντο, Ἡρακλείδην καὶ Εὐκλέα καὶ Τελλίαν. |
[6.103.1] Μετά απ᾽ αυτά οι Αθηναίοι έστησαν τρόπαιο, απόδωσαν, με εκεχειρία, τους νεκρούς στους Συρακουσίους και πήραν οι ίδιοι τους νεκρούς του Λαμάχου και των συντρόφων του. Έχοντας, τώρα, όλες τις δυνάμεις τους, πεζικές και ναυτικές, έχτισαν διπλό τείχος, ξεκινώντας από τις Επιπολές και τους γκρεμούς, έως την θάλασσα, και απέκλεισαν τους Συρακουσίους. [6.103.2] Ο ανεφοδιασμός έφτανε στον στρατό από όλα τα μέρη της Ιταλίας. Πήγαν να συμπολεμήσουν με τους Αθηναίους πολλοί Σικελοί, που έως τότε παρακολουθούσαν τα πράγματα, και τρία τυρρηνικά καράβια με πενήντα κουπιά. Όλα βάδιζαν σύμφωνα με τις ελπίδες τους, [6.103.3] γιατί και οι Συρακούσιοι δεν πίστευαν πια ότι θα μπορούσαν να νικήσουν στον πόλεμο, αφού δεν τους είχε έρθει καμιά βοήθεια από την Πελοπόννησο και δεν έκαναν λόγο μεταξύ τους, και προς τον Νικία, παρά για συνθηκολόγηση. Μετά τον θάνατο του Λαμάχου, ο Νικίας ήταν ο μόνος στρατηγός. [6.103.4] Αλλά δεν έπαιρναν καμιά οριστική απόφαση. Όπως είναι φυσικό για ανθρώπους που βρίσκονται σε δύσκολη θέση και πολιορκούνται πολύ πιο στενά από πριν, του μηνούσαν πολλά και έλεγαν ακόμα περισσότερα μεταξύ τους μέσα στην πολιτεία. Οι συμφορές τις οποίες είχαν πάθει, προκαλούσαν υποψίες μεταξύ τους και έπαψαν τους στρατηγούς που ασκούσαν την εξουσία όταν συνέβησαν αυτά, αποδίδοντάς τα στην κακοτυχία τους ή σε προδοσία, και διόρισαν στην θέση τους τον Ηρακλείδη, τον Ευκλέα και τον Τελλία. |