ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (Έρχεται η Λύσσα (Λύττα) ξαφνικά, ακολουθούμενη από την Ίρη).
ΧΟ. Ωιμένα, ωιμέ!
πάλι στην ίδια ταραχή ήρθαμε του φόβου;
τί φάντασμα, ω γερόντοι, πα στο σπίτι βλέπω;
Δρόμο, δρόμο,
τα αργά μέλη σήκωσε κα κρύψου!
820Ω βασιλιά μου Απόλλωνα,
τις συμφορές απόδιωξέ μου!
ΙΡΙΣ
Θάρρος, ω γέροι, βλέποντας τη Λύσσα, γέννα
της Νύχτας, και την Ίριδα μένα, υπηρέτρα
των θεών· δεν ήρθαμε να βλάψουμε την πόλη,
σ᾽ ενού εκστρατεύομε μονάχα το παλάτι,
που λένε ότι είναι γιος του Διός και της Αλκμήνης.
Πριν να τελειώσει τους πικρούς του άθλους, το χρέος
τον έσωζε· ο πατέρας του Δίας ούτ᾽ εμένα
άφηνε να τον βλάψουμεν ούτε την Ήρα.
830Τώρα που ξέκαμε τους άθλους του Ευρυσθέα,
με συγγενικό αίμα θέλ᾽ η Ήρα να τον βάψει
κι εγώ, σκοτώνοντας ο ίδιος τα παιδιά του.
Αλλά μπρος, κάμνοντας άσπλαχνη την καρδιά σου,
ω εσύ παρθέν᾽ ανύπαντρη της μαύρης Νύχτας,
τρέλα στον άντρ᾽ αυτόν και σάλεμα του νου του
παιδοχτόνο και τινάγματα των ποδιών του
φέρε του κι άπλωσε το φονικό σχοινί σου
κι απ᾽ τον Αχέροντα περνώντας το στεφάνι
της καλής νίκης των παιδιώνε του, που ο ίδιος
840θα τα σκοτώσει, ας μάθει την οργή της Ήρας
και τη δική μου· αλλιώς πια τίποτε δεν είναι
οι θεοί και δύναμη έχουν οι άνθρωποι μεγάλη.
|