Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΠΛΑΤΩΝ
Πολιτεία (360e-362c)
[360e] Τὴν δὲ κρίσιν αὐτὴν τοῦ βίου πέρι ὧν λέγομεν, ἐὰν διαστησώμεθα τόν τε δικαιότατον καὶ τὸν ἀδικώτατον, οἷοί τ᾽ ἐσόμεθα κρῖναι ὀρθῶς· εἰ δὲ μή, οὔ. τίς οὖν δὴ ἡ διάστασις; ἥδε· μηδὲν ἀφαιρῶμεν μήτε τοῦ ἀδίκου ἀπὸ τῆς ἀδικίας, μήτε τοῦ δικαίου ἀπὸ τῆς δικαιοσύνης, ἀλλὰ τέλεον ἑκάτερον εἰς τὸ ἑαυτοῦ ἐπιτήδευμα τιθῶμεν. πρῶτον μὲν οὖν ὁ ἄδικος ὥσπερ οἱ δεινοὶ δημιουργοὶ ποιείτω —οἷον κυβερνήτης ἄκρος ἢ ἰατρὸς τά τε ἀδύνατα ἐν τῇ τέχνῃ καὶ τὰ δυνατὰ [361a] διαισθάνεται, καὶ τοῖς μὲν ἐπιχειρεῖ, τὰ δὲ ἐᾷ· ἔτι δὲ ἐὰν ἄρα πῃ σφαλῇ, ἱκανὸς ἐπανορθοῦσθαι— οὕτω καὶ ὁ ἄδικος ἐπιχειρῶν ὀρθῶς τοῖς ἀδικήμασιν λανθανέτω, εἰ μέλλει σφόδρα ἄδικος εἶναι. τὸν ἁλισκόμενον δὲ φαῦλον ἡγητέον· ἐσχάτη γὰρ ἀδικία δοκεῖν δίκαιον εἶναι μὴ ὄντα. δοτέον οὖν τῷ τελέως ἀδίκῳ τὴν τελεωτάτην ἀδικίαν, καὶ οὐκ ἀφαιρετέον ἀλλ᾽ ἐατέον τὰ μέγιστα ἀδικοῦντα τὴν μεγίστην δόξαν αὑτῷ [361b] παρεσκευακέναι εἰς δικαιοσύνην, καὶ ἐὰν ἄρα σφάλληταί τι, ἐπανορθοῦσθαι δυνατῷ εἶναι, λέγειν τε ἱκανῷ ὄντι πρὸς τὸ πείθειν, ἐάν τι μηνύηται τῶν ἀδικημάτων, καὶ βιάσασθαι ὅσα ἂν βίας δέηται, διά τε ἀνδρείαν καὶ ῥώμην καὶ διὰ παρασκευὴν φίλων καὶ οὐσίας. τοῦτον δὲ τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον αὖ παρ᾽ αὐτὸν ἱστῶμεν τῷ λόγῳ, ἄνδρα ἁπλοῦν καὶ γενναῖον, κατ᾽ Αἰσχύλον οὐ δοκεῖν ἀλλ᾽ εἶναι ἀγαθὸν ἐθέλοντα. ἀφαιρετέον δὴ τὸ δοκεῖν. εἰ γὰρ δόξει δίκαιος [361c] εἶναι, ἔσονται αὐτῷ τιμαὶ καὶ δωρεαὶ δοκοῦντι τοιούτῳ εἶναι· ἄδηλον οὖν εἴτε τοῦ δικαίου εἴτε τῶν δωρεῶν τε καὶ τιμῶν ἕνεκα τοιοῦτος εἴη. γυμνωτέος δὴ πάντων πλὴν δικαιοσύνης καὶ ποιητέος ἐναντίως διακείμενος τῷ προτέρῳ· μηδὲν γὰρ ἀδικῶν δόξαν ἐχέτω τὴν μεγίστην ἀδικίας, ἵνα ᾖ βεβασανισμένος εἰς δικαιοσύνην τῷ μὴ τέγγεσθαι ὑπὸ κακοδοξίας καὶ τῶν ὑπ᾽ αὐτῆς γιγνομένων, ἀλλὰ ἴτω ἀμετάστατος μέχρι [361d] θανάτου, δοκῶν μὲν εἶναι ἄδικος διὰ βίου, ὢν δὲ δίκαιος, ἵνα ἀμφότεροι εἰς τὸ ἔσχατον ἐληλυθότες, ὁ μὲν δικαιοσύνης, ὁ δὲ ἀδικίας, κρίνωνται ὁπότερος αὐτοῖν εὐδαιμονέστερος. |
[360e] Για να κρίνομε τώρα πώς ζουν αυτοί οι δυο άνθρωποι που λέμε, θα είμαστε σε θέση να κάμομε σωστή την κρίση μας, αν πάρομε κι εξετάσομε χωριστά έναν δικαιότατο κι έναν αδικότατο άνθρωπο· αλλιώς όχι. Και πώς θα γίνει το ξεχώρισμα αυτό; να, έτσι: Τίποτα να μην αφαιρέσομε ούτε από την αδικία του αδίκου, ούτε από τη δικαιοσύνη του δικαίου, αλλά να πάρομε και τον ένα και τον άλλο τέλειο στο είδος της ζωής που κάνει. Πρώτα λοιπόν ο άδικος να είναι σαν οι πιο μοναδικοί τεχνίτες στη δουλειά τους· όπως λόγου χάριν ένας πρώτης τάξεως καπετάνιος ή ένας περιφημότατος γιατρός, που να παίρνει μεμιάς η ματιά του ποιά είναι αδύνατα και ποιά είναι δυνατά [361a] για την τέχνη του, κι αυτά αμέσως να τα επιχειρίζεται και να παρατά εκείνα τα άλλα· κι ακόμα αν πέσει κάπου σε κανένα λάθος, να είναι σε θέση να το διορθώνει. Έτσι λέγω και ο άδικος, με τόση επιδεξιότητα να βγάζει πέρα τις αδικίες του, που να είναι αδύνατο να πιαστεί· κι αν αφήσει να τον πιάσουν, δε θα ᾽ναι πια ο τέλειος άδικος, όπως τον δεχτήκαμε, αλλά άξιος για όλη μας την περιφρόνηση, γιατί το άκρον άωτον της αδικίας είναι να τον θεωρούν κανένα δίκαιο, ενώ δεν είναι. Ας δώσομε λοιπόν στον τέλειο άδικο την πιο τέλεια αδικία και ας μην του αφαιρέσομε, αλλ᾽ ας του αφήσομε το δικαίωμα, αν και θα διαπράττει τις μεγαλύτερες αδικίες, [361b] να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη υπόληψη δικαιοσύνης, κι αν κάπου πέσει έξω, να είναι σε θέση να επανορθώσει το λάθος του, και να έχει και αρκετή ευγλωττία, που να βγαίνει λάδι, αν τύχει και τον σύρουν στα δικαστήρια για καμιά του αδικία, κι αν η χρεία το καλέσει, και τη βία να βάζει σε ενέργεια, γιατί και ο ίδιος θα ᾽χει την τόλμη και τη δύναμη και φίλους και περιουσία θα έχει προετοιμάσει. Τώρα ας βάλομε πλάι σ᾽ αυτόν, σύμφωνα με την υπόθεσή μας, τον δίκαιο, έναν άνθρωπο άκακο και ειλικρινή, που καθώς λέγει ο Αισχύλος: να είναι θέλει και όχι να φαίνεται αγαθός. Ας του αφαιρέσομε λοιπόν το να θεωρείται δίκαιος· γιατί αν περνά για τέτοιος, [361c] θα τον φορτώνουν φυσικά με τιμές και με χαρίσματα και δε θα ᾽μαστε πια βέβαιοι αν θα ᾽ναι τέτοιος για τα δώρα και τις τιμές που θα ᾽χει, ή από αγάπη της δικαιοσύνης. Ας τον απογυμνώσουμε λοιπόν απ᾽ όλα τα άλλα, εκτός από τη δικαιοσύνη κι ας τον κάμομε να είναι ολωσδιόλου το αντίθετο από κείνο τον πρώτο· έτσι, χωρίς να έχει κάμει ποτέ την παραμικρότερη αδικία, ας τον θεωρούν για το χειρότερο κακούργο, για να περάσει η αρετή του από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες, χωρίς να τον επηρεάζει η κακή ιδέα του κόσμου κι όσα προέρχονται απ᾽ αυτήν· κι ας μη παραστρατήσει από το δρόμο του ώσπου [361d] να πεθάνει, έτσι που να περνά σ᾽ όλη του τη ζωή για άδικος, ενώ αυτός ήταν ο πιο δίκαιος άνθρωπος. Έτσι λοιπόν που θα έχουμε μπρος μας τα δυο αυτά πρότυπα, της πιο τέλειας δικαιοσύνης το ένα και της πιο τέλειας αδικίας το άλλο, θα είμαστε σε θέση να κρίνομε τίνος από τους δυο η ζωή είναι πιο ευτυχισμένη. |