Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.99.1-6.100.3)

[6.99.1] Καὶ τῇ ὑστεραίᾳ οἱ μὲν ἐτείχιζον τῶν Ἀθηναίων τὸ πρὸς βορέαν τοῦ κύκλου τεῖχος, οἱ δὲ λίθους καὶ ξύλα ξυμφοροῦντες παρέβαλλον ἐπὶ τὸν Τρωγίλον καλούμενον αἰεί, ᾗπερ βραχύτατον ἐγίγνετο αὐτοῖς ἐκ τοῦ μεγάλου λιμένος ἐπὶ τὴν ἑτέραν θάλασσαν τὸ ἀποτείχισμα. [6.99.2] οἱ δὲ Συρακόσιοι οὐχ ἥκιστα Ἑρμοκράτους τῶν στρατηγῶν ἐσηγησαμένου μάχαις μὲν πανδημεὶ πρὸς Ἀθηναίους οὐκέτι ἐβούλοντο διακινδυνεύειν, ὑποτειχίζειν δὲ ἄμεινον ἐδόκει εἶναι, ᾗ ἐκεῖνοι ἔμελλον ἄξειν τὸ τεῖχος καί, εἰ φθάσειαν, ἀποκλῄσεις γίγνεσθαι, καὶ ἅμα καὶ ἐν τούτῳ εἰ ἐπιβοηθοῖεν, μέρος ἀντιπέμπειν αὐτοῖς τῆς στρατιᾶς καὶ φθάνειν αὐτοὶ προκαταλαμβάνοντες τοῖς σταυροῖς τὰς ἐφόδους, ἐκείνους δὲ ἂν παυομένους τοῦ ἔργου πάντας ἂν πρὸς σφᾶς τρέπεσθαι. [6.99.3] ἐτείχιζον οὖν ἐξελθόντες ἀπὸ τῆς σφετέρας πόλεως ἀρξάμενοι, κάτωθεν τοῦ κύκλου τῶν Ἀθηναίων ἐγκάρσιον τεῖχος ἄγοντες, τάς τε ἐλάας ἐκκόπτοντες τοῦ τεμένους καὶ πύργους ξυλίνους καθιστάντες. [6.99.4] αἱ δὲ νῆες τῶν Ἀθηναίων οὔπω ἐκ τῆς Θάψου περιεπεπλεύκεσαν ἐς τὸν μέγαν λιμένα, ἀλλ᾽ ἔτι οἱ Συρακόσιοι ἐκράτουν τῶν περὶ τὴν θάλασσαν, κατὰ γῆν δ᾽ ἐκ τῆς Θάψου οἱ Ἀθηναῖοι τὰ ἐπιτήδεια ἐπήγοντο. [6.100.1] ἐπειδὴ δὲ τοῖς Συρακοσίοις ἀρκούντως ἐδόκει ἔχειν ὅσα τε ἐσταυρώθη καὶ ᾠκοδομήθη τοῦ ὑποτειχίσματος, καὶ οἱ Ἀθηναῖοι αὐτοὺς οὐκ ἦλθον κωλύσοντες, φοβούμενοι μὴ σφίσι δίχα γιγνομένοις ῥᾷον μάχωνται, καὶ ἅμα τὴν καθ᾽ αὑτοὺς περιτείχισιν ἐπειγόμενοι, οἱ μὲν Συρακόσιοι φυλὴν μίαν καταλιπόντες φύλακα τοῦ οἰκοδομήματος ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν, οἱ δὲ Ἀθηναῖοι τούς τε ὀχετοὺς αὐτῶν, οἳ ἐς τὴν πόλιν ὑπονομηδὸν ποτοῦ ὕδατος ἠγμένοι ἦσαν, διέφθειραν, καὶ τηρήσαντες τούς τε ἄλλους Συρακοσίους κατὰ σκηνὰς ὄντας ἐν μεσημβρίᾳ καί τινας καὶ ἐς τὴν πόλιν ἀποκεχωρηκότας καὶ τοὺς ἐν τῷ σταυρώματι ἀμελῶς φυλάσσοντας, τριακοσίους μὲν σφῶν αὐτῶν λογάδας καὶ τῶν ψιλῶν τινὰς ἐκλεκτοὺς ὡπλισμένους προύταξαν θεῖν δρόμῳ ἐξαπιναίως πρὸς τὸ ὑποτείχισμα, ἡ δ᾽ ἄλλη στρατιὰ δίχα, ἡ μὲν μετὰ τοῦ ἑτέρου στρατηγοῦ πρὸς τὴν πόλιν, εἰ ἐπιβοηθοῖεν, ἐχώρουν, ἡ δὲ μετὰ τοῦ ἑτέρου πρὸς τὸ σταύρωμα τὸ παρὰ τὴν πυλίδα. [6.100.2] καὶ προσβαλόντες οἱ τριακόσιοι αἱροῦσι τὸ σταύρωμα· καὶ οἱ φύλακες αὐτὸ ἐκλιπόντες κατέφυγον ἐς τὸ προτείχισμα τὸ περὶ τὸν Τεμενίτην. καὶ αὐτοῖς ξυνεσέπεσον οἱ διώκοντες, καὶ ἐντὸς γενόμενοι βίᾳ ἐξεκρούσθησαν πάλιν ὑπὸ τῶν Συρακοσίων, καὶ τῶν Ἀργείων τινὲς αὐτόθι καὶ τῶν Ἀθηναίων οὐ πολλοὶ διεφθάρησαν. [6.100.3] καὶ ἐπαναχωρήσασα ἡ πᾶσα στρατιὰ τήν τε ὑποτείχισιν καθεῖλον καὶ τὸ σταύρωμα ἀνέσπασαν καὶ διεφόρησαν τοὺς σταυροὺς παρ᾽ ἑαυτοὺς καὶ τροπαῖον ἔστησαν.

[6.99.1] Την επομένη ένα τμήμα των Αθηναίων έχτιζε τείχος προς τα βόρεια του κυκλικού τείχους, ένα άλλο τμήμα κουβαλούσε πέτρες και ξύλα και τα στοίβαζε σ᾽ όλο το μάκρος μιας γραμμής (με κατεύθυνση το μέρος το καλούμενο Τρωγίλος) η οποία κάλυπτε την συντομότερη απόσταση που ήθελαν να τειχίσουν μεταξύ του μεγάλου λιμανιού και της άλλης ακτής. [6.99.2] Οι Συρακούσιοι, κυρίως επειδή τους το συμβούλεψε ο Ερμοκράτης που ήταν ένας από τους στρατηγούς, δεν ήθελαν πια να διακινδυνεύσουν μάχη μ᾽ όλο τους τον στρατό εναντίον των Αθηναίων, αλλά προτίμησαν να χτίσουν αντιτείχισμα εγκάρσιο προς το μέρος όπου ο εχθρός θα προχωρούσε το δικό του τείχος και, αν πρόφταιναν, να του κόψουν τον δρόμο. Αποφάσισαν, επίσης, αν οι Αθηναίοι πήγαιναν να τους εμποδίσουν, να στείλουν ένα μέρος του στρατού τους εναντίον τους και να βιαστούν να δημιουργήσουν εμπόδια, με πασσάλους, στο μέρος από όπου θα μπορούσε ο εχθρός να περάσει, ενώ οι Αθηναίοι θα έπρεπε να εγκαταλείπουν την δουλειά τους και να στρέφονται όλοι μαζί εναντίον τους. [6.99.3] Βγήκαν από την πόλη τους και άρχισαν να χτίζουν εγκάρσιο τείχος από το σημείο της πολιτείας που βρίσκεται πιο κάτω από το κυκλικό αθηναϊκό τείχος. Έκοβαν τις ελιές του ιερού χώρου κι έχτιζαν ξύλινους προμαχώνες. [6.99.4] Το αθηναϊκό ναυτικό δεν είχε πάει από την Θάψο στο μεγάλο λιμάνι και οι Συρακούσιοι είχαν ακόμα τον έλεγχο της περιοχής προς την θάλασσα. Οι Αθηναίοι έφερναν από στεριά τις προμήθειές τους από την Θάψο.
[6.100.1] Όταν οι Συρακούσιοι νόμισαν ότι το αντιτείχισμα —φράχτης από πασσάλους και τείχος— είχε προχωρήσει αρκετά χωρίς να έρθουν οι Αθηναίοι να τους εμποδίσουν, τότε, από φόβο μήπως προσφέρουν ευκολότερο στόχο επειδή είχαν τις δυνάμεις τους μοιρασμένες αλλά κι επειδή βιάζονταν να τελειώσουν το δικό τους περιτείχισμα, άφησαν μια μόνο φυλή να φυλάει το αντιτείχισμα και μπήκαν στην πολιτεία. Οι Αθηναίοι κατέστρεψαν τις υπόγειες σωληνώσεις που είχαν τοποθετηθεί για να φέρνουν πόσιμο νερό στην πολιτεία. Παρατήρησαν, παρακολουθώντας τους, ότι οι Συρακούσιοι, το μεσημέρι, έμεναν στις σκηνές τους (μερικοί μάλιστα πήγαιναν στην πολιτεία) και φύλαγαν απρόσεχτα τους φράχτες. Πήραν τριακόσιους διαλεχτούς οπλίτες και μερικούς εκλεκτούς ψιλούς, που τους έδωσαν βαρύ οπλισμό και τους διέταξαν να κάνουν, τρέχοντας, ξαφνική επίθεση στο αντιτείχισμα, ενώ ο υπόλοιπος στρατός χωρίστηκε σε δυο τμήματα, το καθένα μ᾽ έναν στρατηγό, και το ένα προχώρησε εναντίον της πολιτείας για την περίπτωση που θα έβγαιναν ενισχύσεις, ενώ το άλλο θα πήγαινε στον φράχτη από τους πασσάλους, κοντά στην μικρή πύλη. [6.100.2] Οι τριακόσιοι έκαναν επίθεση και κυρίεψαν τον φράχτη. Τον εγκατέλειψαν όσοι τον φρουρούσαν και κατέφυγαν στο προχωρημένο τείχος που προστάτευε τον Τεμενίτη, όπου μπήκαν τρέχοντας και όσοι τους καταδίωκαν, αλλά όταν βρέθηκαν μέσα, τους αποκρούσαν άσκημα οι Συρακούσιοι. Εκεί σκοτώθηκαν μερικοί από τους Αργείους και λίγοι Αθηναίοι. [6.100.3] Ολόκληρος ο στρατός συμπτύχθηκε, κατεδάφισε το αντιτείχισμα, ξερίζωσε τους πασσάλους, τους πήρε μαζί του και έστησε τρόπαιο.