[8.77.1] Τώρα, δεν μπορώ ν᾽ αμφισβητήσω την αλήθεια των χρησμών, κι ούτε έχω πρόθεση να τους ανασκευάσω την ώρα που μιλούν ξεκάθαρα, όταν έχω μπροστά μου περιπτώσεις σαν και αυτή που παραθέτω: Αλλ᾽ όταν της χρυσόσπαθης της Άρτεμης οι Πέρσες (που πάτησαν τ᾽ ολόλαμπρο το κάστρο της Αθήνας με ξέφρενες ελπίδες) το ακρωτήρι τ᾽ άγιο με της Κυνόσουρας εκεί τ᾽ ακροθαλάσσι ενώσουν με καραβιών γεφύρι, τότε η Δίκη των θεών τον γιο της Ύβρης Κόρο, όσο κι αν είναι δυνατός, τον σβήνει μες στη μάνητα τη φοβερή, την ώρα που πίστευε τα πάντα πως κατέχει. [8.77.2] Γιατί χαλκός με το χαλκό θα ᾽ρθουν να χτυπηθούνε κι ο Άρης θενά βάψει το πέλαγο με πορφυρό αιμάτινο ποτάμι. Και τότε στην Ελλάδα θα φέρει μέρα λευτεριάς ο Δίας ο παντεπόπτης και η σεβάσμια Νίκη. Λοιπόν, όταν ο Βάκης λέει τέτοιους χρησμούς και τόσο ξεκάθαρους, εγώ δεν τολμώ να εκφράσω αμφιβολίες για τους χρησμούς κι ούτε τις αποδέχομαι, όταν τις διατυπώνουν άλλοι. [8.78.1] Αλλά οι στρατηγοί που ήταν στη Σαλαμίνα άλλαζαν λόγια βαριά ανάμεσά τους. Κι ακόμα δεν αντιλήφτηκαν ότι τους περικύκλωναν με τα καράβια τους οι βάρβαροι, αλλά πίστευαν πως δε μετακινήθηκαν από τις θέσεις που τους είδαν να κρατούν την προηγούμενη μέρα. [8.79.1] Την ώρα που λογόφερναν οι στρατηγοί πέρασε από την Αίγινα στη Σαλαμίνα ο Αριστείδης, ο γιος του Λυσιμάχου, Αθηναίος πολίτης που το δημοκρατικό πλήθος τον είχε τιμωρήσει με εξοστρακισμό· όμως εγώ, συγκεντρώνοντας πληροφορίες για τη συμπεριφορά του, σχημάτισα τη γνώμη πως αναδείχτηκε ο πρώτος στην αρετή και ο δικαιότατος ανάμεσα στους Αθηναίους. [8.79.2] Αυτός ο άντρας στάθηκε έξω απ᾽ τον χώρο όπου συνεδρίαζαν κι έλεγε να του φωνάξουν τον Θεμιστοκλή· δεν ήταν βέβαια φίλος του, κάθε άλλο, ήταν ο πιο μεγάλος εχθρός του· όμως καθώς οι συμφορές που τους βρήκαν τότε ήταν μεγάλες, έριξε στη λήθη τις διαφορές τους και τον καλούσε να βγει έξω θέλοντας να συναντηθούν. Κι είχε κιόλας ακούσει πως οι Πελοποννήσιοι ασκούσαν πίεση, για ν᾽ ανοιχτούν με τα καράβια τους στον Ισθμό. [8.79.3] Λοιπόν, μόλις βγήκε έξω ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης του μίλησε έτσι: «Εμείς έχουμε χρέος να συγκρουόμαστε και σε κάθε άλλη κρίσιμη ώρα και προπάντων τώρα για το ποιός από τους δυο μας θα προσφέρει πολυτιμότερες υπηρεσίες στην πατρίδα. [8.79.4] Έχω λοιπόν να σου πω ότι είτε πολλά είτε λίγα έχετε να πείτε με τους Πελοποννησίους για την αποχώρηση του στόλου αποδώ, το ίδιο κάνει. Γιατί εγώ σου λέω ως αυτόπτης πως, όσο κι αν το θέλουν οι Κορίνθιοι —ας είναι κι ο ίδιος ο Ευρυβιάδης—, δε θα μπορέσουν να φύγουν αποδώ με τα καράβια τους· γιατί μας έχουν ζώσει ολόγυρα οι εχθροί. Αλλά πήγαινε μέσα και δώσε τους αυτό το μήνυμα». [8.80.1] Κι ο Θεμιστοκλής αποκρίθηκε: «Έξοχες οι παραινέσεις σου και λαμπρές οι ειδήσεις σου· γιατί αυτά που εγώ παρακαλούσα να γίνουν, τα είδες με τα μάτια σου στον ερχομό σου. Μάθε λοιπόν πως πίσω απ᾽ αυτές τις κινήσεις των Μήδων βρίσκομαι εγώ. Γιατί έπρεπε, τη στιγμή που οι Έλληνες δε δέχονταν να πάρουν θέση μάχης με τη θέλησή τους, να εξασφαλίσω τη συμπαράταξή τους άθελά τους. Εσύ τώρα, αφού βέβαια ήρθες φέρνοντας καλή είδηση, ανάγγειλέ την ο ίδιος σ᾽ αυτούς. [8.80.2] Γιατί, αν τα πω εγώ αυτά, θα πουν ότι τα έπλασα με το νου μου και τα λέω, και δε θα τους πείσω ότι οι βάρβαροι έκαναν αυτή την ενέργεια. Αλλά πέρασε μέσα και δώσε ο ίδιος το μήνυμα, τί συμβαίνει. Κι αφού τους δώσεις το μήνυμα, αν πειστούν, τόσο το καλύτερο· αν όμως δεν το βρουν αξιόπιστο, εμάς το ίδιο μας κάνει. Γιατί τώρα πια δε θα δραπετεύσουν, αφού ο εχθρός μάς έχει ζώσει από παντού, κατά τα λεγόμενά σου». [8.81.1] Ο Αριστείδης παρουσιάστηκε στο συμβούλιο και τους ανακοίνωσε αυτά, δηλώνοντας πως έρχεται από την Αίγινα και πως με δυσκολία το καράβι του ξέφυγε την επιτήρηση των εχθρών· γιατί το στρατόπεδο των Ελλήνων ολόκληρο είναι ζωσμένο απ᾽ τα καράβια του Ξέρξη· και τους συμβούλευε να πάρουν τα μέτρα τους, γιατί όπου να ᾽ναι θ᾽ αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Από τη μεριά του αυτά είπε κι αποσύρθηκε, ενώ οι άλλοι ήρθαν σε προστριβές για μια ακόμη φορά· γιατί οι στρατηγοί στην πλειοψηφία τους δεν πείθονταν σε όσα τους ανακοίνωσε. [8.82.1] Αυτοί λοιπόν έμεναν στη δυσπιστία τους, όταν έφτασε τριήρης με πλήρωμα Τηνίους που αυτομόλησαν, με κυβερνήτη τον Τήνιο Παναίτιο, το γιο του Σωσιμένη, που τους έφερε την πάσα αλήθεια. Και γι᾽ αυτή τους την υπηρεσία τ᾽ όνομα των Τηνίων χαράχτηκε στον τρίποδα των Δελφών ανάμεσα σ᾽ εκείνους που κατατρόπωσαν τον βάρβαρο. [8.82.2] Λοιπόν, με την προσθήκη αυτού του καραβιού που αυτομόλησε στη Σαλαμίνα, και του άλλου, των Λημνίων, που αυτομόλησε προηγουμένως στο Αρτεμίσιο, το ναυτικό των Ελλήνων έφτασε σε στρογγυλό αριθμό, τριακόσια ογδόντα καράβια· γιατί ώς τότε του έλειπαν δύο για να συμπληρωθεί αυτός ο αριθμός. |