
Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ
Τίμων ἢ Μισάνθρωπος (4-6)
[4] Τοιγάρτοι ἀκόλουθα τῆς ῥᾳθυμίας τἀπίχειρα κομίζῃ παρ᾽ αὐτῶν, οὔτε θύοντος ἔτι σοί τινος οὔτε στεφανοῦντος, εἰ μή τις ἄρα πάρεργον Ὀλυμπίων, καὶ οὗτος οὐ πάνυ ἀναγκαῖα ποιεῖν δοκῶν, ἀλλ᾽ εἰς ἔθος τι ἀρχαῖον συντελῶν· καὶ κατ᾽ ὀλίγον Κρόνον σε, ὦ θεῶν γενναιότατε, ἀποφαίνουσι, παρωσάμενοι τῆς τιμῆς. ἐῶ λέγειν ποσάκις ἤδη σου τὸν νεὼν σεσυλήκασιν· οἱ δὲ καὶ αὐτῷ σοὶ τὰς χεῖρας Ὀλυμπίασιν ἐπιβεβλήκασι, καὶ σὺ ὁ ὑψιβρεμέτης ὤκνησας ἢ ἀναστῆσαι τοὺς κύνας ἢ τοὺς γείτονας ἐπικαλέσασθαι, ὡς βοηδρομήσαντες αὐτοὺς συλλάβοιεν ἔτι συσκευαζομένους πρὸς τὴν φυγήν· ἀλλ᾽ ὁ γενναῖος καὶ Γιγαντολέτωρ καὶ Τιτανοκράτωρ ἐκάθησο τοὺς πλοκάμους περικειρόμενος ὑπ᾽ αὐτῶν, δεκάπηχυν κεραυνὸν ἔχων ἐν τῇ δεξιᾷ. |
[4] Παίρνεις λοιπόν από τους ανθρώπους την αμοιβή της οκνηρίας σου. Κανείς δε σου προσφέρει πια θυσίες, μήτε σε στεφανώνει, παρά μόνο τυχαία στην Ολυμπία χωρίς να νομίζει και αυτός ότι κάνει κάτι απαραίτητο, κρατάει μόνο μια συνήθεια παλιά. Και όπου να ᾽ναι θα σε πετάξουν από την εξουσία και θα σε καταντήσουν σαν τον Κρόνο, ω θεέ γενναιότατε. Αφήνω πια πόσες φορές ώς τώρα έχουν κατακλέψει το ναό σου. Άλλοι πάλι άπλωσαν το χέρι τους ακόμα και σ᾽ εσένα τον ίδιο στην Ολυμπία. Κι εσύ, ο υψιβρεμέτης, βαρέθηκες να ξεσηκώσεις τα σκυλιά ή τους γειτόνους να φωνάξεις να τρέξουν για βοήθεια και να τους πιάσουν την ώρα που ετοίμαζαν τα κλεμμένα για φευγάλα. Μα ο δυνατός εσύ Γιγαντοφάγος, ο νικητής των Τιτάνων, καθόσουν και τους άφηνες να σου κόβουν τους πλοκάμους, και ας κρατούσες στο χέρι σου έναν κεραυνό δέκα πήχες. |