Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΥΣΙΑΣ

Ὑπὲρ τοῦ ἀδυνάτου (24) (4-9)


[4] Περὶ μὲν οὖν τούτων τοσαῦτά μοι εἰρήσθω· ὑπὲρ ὧν δέ μοι προσήκει λέγειν, ὡς ἂν οἷόν τε διὰ βραχυτάτων ἐρῶ. φησὶ γὰρ ὁ κατήγορος οὐ δικαίως με λαμβάνειν τὸ παρὰ τῆς πόλεως ἀργύριον· καὶ γὰρ τῷ σώματι δύνασθαι καὶ οὐκ εἶναι τῶν ἀδυνάτων, καὶ τέχνην ἐπίστασθαι τοιαύτην ὥστε καὶ ἄνευ τοῦ διδομένου τούτου ζῆν. [5] καὶ τεκμηρίοις χρῆται τῆς μὲν τοῦ σώματος ῥώμης, ὅτι ἐπὶ τοὺς ἵππους ἀναβαίνω, τῆς δ᾽ ἐν τῇ τέχνῃ εὐπορίας, ὅτι δύναμαι συνεῖναι δυναμένοις ἀνθρώποις ἀναλίσκειν. τὴν μὲν οὖν ἐκ τῆς τέχνης εὐπορίαν καὶ τὸν ἄλλον τὸν ἐμὸν βίον, οἷος τυγχάνει, πάντας ὑμᾶς οἴομαι γιγνώσκειν· ὅμως δὲ κἀγὼ διὰ βραχέων ἐρῶ. [6] ἐμοὶ γὰρ ὁ μὲν πατὴρ κατέλιπεν οὐδέν, τὴν δὲ μητέρα τελευτήσασαν πέπαυμαι τρέφων τρίτον ἔτος τουτί, παῖδες δέ μοι οὔπω εἰσὶν οἵ με θεραπεύσουσι. τέχνην δὲ κέκτημαι βραχέα δυναμένην ὠφελεῖν, ἣν αὐτὸς μὲν ἤδη χαλεπῶς ἐργάζομαι, τὸν διαδεξόμενον δ᾽ αὐτὴν οὔπω δύναμαι κτήσασθαι. πρόσοδος δέ μοι οὐκ ἔστιν ἄλλη πλὴν ταύτης, ἣν ἐὰν ἀφέλησθέ με, κινδυνεύσαιμ᾽ ἂν ὑπὸ τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ. [7] μὴ τοίνυν, ἐπειδή γε ἔστιν, ὦ βουλή, σῶσαί με δικαίως, ἀπολέσητε ἀδίκως· μηδὲ ἃ νεωτέρῳ καὶ μᾶλλον ἐρρωμένῳ ὄντι ἔδοτε, πρεσβύτερον καὶ ἀσθενέστερον γιγνόμενον ἀφέλησθε· μηδὲ πρότερον καὶ περὶ τοὺς οὐδὲν ἔχοντας κακὸν ἐλεημονέστατοι δοκοῦντες εἶναι νυνὶ διὰ τοῦτον τοὺς καὶ τοῖς ἐχθροῖς ἐλεινοὺς ὄντας ἀγρίως ἀποδέξησθε· μηδ᾽ ἐμὲ τολμήσαντες ἀδικῆσαι καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς ὁμοίως ἐμοὶ διακειμένους ἀθυμῆσαι ποιήσητε. [8] καὶ γὰρ ἂν ἄτοπον εἴη, ὦ βουλή, εἰ ὅτε μὲν ἁπλῆ μοι ἦν ἡ συμφορά, τότε μὲν φαινοίμην λαμβάνων τὸ ἀργύριον τοῦτο, νῦν δ᾽ ἐπειδὴ καὶ γῆρας καὶ νόσοι καὶ τὰ τούτοις ἑπόμενα κακὰ προσγίγνεταί μοι, τότε ἀφαιρεθείην. [9] δοκεῖ δέ μοι τῆς πενίας τῆς ἐμῆς τὸ μέγεθος ὁ κατήγορος ἂν ἐπιδεῖξαι σαφέστατα μόνος ἀνθρώπων. εἰ γὰρ ἐγὼ κατασταθεὶς χορηγὸς τραγῳδοῖς προκαλεσαίμην αὐτὸν εἰς ἀντίδοσιν, δεκάκις ἂν ἕλοιτο χορηγῆσαι μᾶλλον ἢ ἀντιδοῦναι ἅπαξ. καὶ πῶς οὐ δεινόν ἐστι νῦν μὲν κατηγορεῖν ὡς διὰ πολλὴν εὐπορίαν ἐξ ἴσου δύναμαι συνεῖναι τοῖς πλουσιωτάτοις, εἰ δὲ ὧν ἐγὼ λέγω τύχοι τι γενόμενον, †τοιοῦτον εἶναι† καὶ ἔτι πονηρότερον;


[4] Όσον αφορά λοιπόν αυτά, ας αρκεστώ στα όσα έχω ήδη πει. Για όσα τώρα επιβάλλεται να μιλήσω, θα μιλήσω με τη μέγιστη δυνατή συντομία. Ισχυρίζεται εν προκειμένω ο κατήγορος ότι κακώς λαμβάνω το επίδομα από την πόλη. Διότι και σωματικά είμαι ικανός και δεν ανήκω στους ανάπηρους, και κατέχω τέτοια τέχνη ώστε να μπορώ να ζω και χωρίς το συγκεκριμένο επίδομα. [5] Και χρησιμοποιεί ως απόδειξη για μεν τη σωματική ευρωστία το ότι ιππεύω, για δε την ευπορία μου από την τέχνη το γεγονός ότι έχω τη δυνατότητα να συναναστρέφομαι ανθρώπους που έχουν την άνεση να ξοδεύουν. Ως προς την ευπορία μου λοιπόν από την τέχνη και τα εισοδήματά μου γενικότερα, νομίζω πως όλοι εσείς γνωρίζετε ποιά είναι. Όμως θα αναφερθώ και εγώ εν συντομία σε αυτά. [6] Εμένα ο πατέρας μου δεν μου άφησε τίποτα, η μητέρα μου πάνε τώρα δύο χρόνια που πέθανε και έπαψα να τη συντηρώ, ενώ δεν έχω ακόμη παιδιά για να με φροντίσουν. Η τέχνη πάλι που κατέχω μικρή ωφέλεια μπορεί να μου εξασφαλίσει. Ο ίδιος την ασκώ ήδη με δυσκολία, ενώ δεν είμαι ακόμα σε θέση να αποκτήσω κάποιον που θα την αναλάβει. Άλλο εισόδημα εκτός από το επίδομα δεν έχω. Αν μου το στερήσετε, θα κινδυνεύσω να βρεθώ σε δραματική κατάσταση. [7] Μη λοιπόν με εξοντώσετε αδίκως, μέλη της βουλής, αφού μπορείτε να με σώσετε δικαίως. Και μη μου στερήσετε τώρα που γίνομαι πρεσβύτερος και ασθενέστερος αυτά που μου δώσατε όταν ήμουν νεώτερος και δυνατότερος. Ούτε πάλι, ενώ έως σήμερα είχατε τη φήμη ανθρώπων εξαιρετικά ευαίσθητων και με εκείνους που δεν είχαν απολύτως κανένα πρόβλημα, τώρα, εξ αιτίας του, να αντιμετωπίσετε με σκληρότητα αυτούς για τους οποίους αισθάνονται οίκτο ακόμα και οι εχθροί τους. Ούτε, τέλος, με το να τολμήσετε να αδικήσετε εμένα να γίνετε η αιτία να απογοητευτούν όσοι βρίσκονται στην ίδια μοίρα με εμένα. [8] Άλλωστε, θα ήταν παράλογο, μέλη της βουλής, να παίρνω αυτονοήτως το επίδομα όταν υπήρχε μόνο η συμφορά, να το στερηθώ όμως τώρα που αντιμετωπίζω επιπλέον και γεράματα και αρρώστιες και τα προβλήματα που τα συνοδεύουν. [9] Νομίζω μάλιστα ότι ο κατήγορος είναι ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που θα μπορούσε να τεκμηριώσει αδιαμφισβήτητα το μέγεθος της πενίας μου. Γιατί αν εγώ οριστώ χορηγός για αγώνες τραγωδίας και τον καλέσω να ανταλλάξουμε τις περιουσίες, θα προτιμήσει να αναλάβει δέκα φορές χορηγός παρά να ανταλλάξει την περιουσία μία. Και είναι ή δεν είναι τρομερό τώρα να με κατηγορεί ότι λόγω της μεγάλης μου οικονομικής άνεσης μπορώ να συναναστρέφομαι επί ίσοις όροις ανθρώπους πάμπλουτους, αν όμως τύχει να συμβεί κάτι από αυτά που λέω εγώ, αυτός να είναι έτσι και χειρότερος;