ΑΘ. Το ξέρω, Οδυσσέα, κι είμαι από ώρα εδώ,
πρόθυμος οδηγός σου στο κυνήγι.
ΟΔ. Πες τώρα εσύ, δέσποινα της καρδιάς μου·
πάει ο κόπος μου χαμένος;
ΑΘ. Σίγουρα όχι, πέτυχες πράγματι τον ένοχο
αυτής της πράξης.
40ΟΔ. Ποιός λόγος όμως κίνησε τόσο παράλογα το χέρι του;
ΑΘ. Τον θόλωσε η εκδίκηση για του Αχιλλέα τα όπλα.
ΟΔ. Και τί τον έκανε να πέσει πάνω στα κοπάδια;
ΑΘ. Η ιδέα του πως βάφει στο αίμα σας το χέρι του.
ΟΔ. Κι ήταν αυτή η φονική επίθεση για τους Αργίτες;
ΑΘ. Που θα την έφερνε σε πέρας, αν αμελούσα εγώ.
ΟΔ. Πού βρήκε όμως τόση τόλμη για μιαν απόφαση παράτολμη;
ΑΘ. Όρμησε μόνος μες στη νύχτα με δόλο καταπάνω σας.
ΟΔ. Πράγματι κόντεψε στον τελικό του στόχο;
ΑΘ. Δίδυμες πύλες άγγιξε των δύο στρατηγών.
50ΟΔ. Και πώς συγκράτησε το χέρι του που λιμπιζόταν αίμα;
ΑΘ. Εγώ του βγήκα εμπόδιο, με παραισθήσεις ξέφρενης
παραφοράς σκοτίζοντας τα μάτια του,
και τον παρέσυρα προς τα κοπάδια, λεία ακόμη αμοίραστη
κι ανάκατη, που οι βοσκοί τη φύλαγαν.
Χύθηκε τότε πάνω τους κι έκανε θραύση, σφάζοντας
κεφάλια κερασφόρα ολόγυρα, τη μια νομίζοντας
ότι πετσόκοβε τους δυο Ατρείδες με τα χέρια του,
την άλλη πως μακέλευε κανέναν άλλον στρατηγό.
Στο πλάι εγώ, παρόξυνα τη φονική μανία του,
60βαθύτερα μέσα να πέσει στη σκοτεινή παγίδα.
Μετά, όταν χόρτασε μ᾽ αυτό το μακελειό,
όσα απ᾽ τα βόδια είχαν μείνει ζωντανά, τα δένει
μεταξύ τους, κι ευθύς, με τ᾽ άλλο ποίμνιο μαζί,
τα μπάζει στη σκηνή, σάμπως να είχε αιχμαλωτίσει
άντρες, όχι κοπάδι κερασφόρο.
Εκεί, δεμένα πια, τώρα τα βασανίζει.
Θα σου τη δείξω εγώ την ξέφρενη παραφορά του,
κι αφού τη δουν τα μάτια σου, μετά τη φανερώνεις
σ᾽ όλους τους Αργίτες.
Θάρρος προς το παρόν, μείνε εδώ, και μη σε πιάνει
πανικός, νομίζοντας πως θα σε βλάψει.
Αναλαμβάνω εγώ το βλέμμα του να διαστρέψω,
70να μην μπορεί να δει το πρόσωπό σου.
—Εσένα, εσένα προσκαλώ, που με σχοινιά πιστάγκωνα
των αιχμαλώτων έδεσες τα χέρια· με τ᾽ όνομά σου,
Αίαντα, σε προσφωνώ να ᾽ρθεις· βγες έξω
από το στέκι σου, μπροστά προχώρησε.
ΟΔ. Τί πας να κάνεις, Αθηνά! Μην τον φωνάζεις έξω.
ΑΘ. Σταμάτα, μη μιλάς, μη δείχνεσαι δειλός.
ΟΔ. Όχι, για τον θεό· μέσα καλύτερα να μείνει.
ΑΘ. Μα τί φοβάσαι πως θα γίνει· δεν ήταν άνθρωπος κι αυτός;
ΟΔ. Υπήρξε εχθρός, και παραμένει εχθρός.
ΑΘ. Και δεν σου φέρνει τώρα απόλαυση ο περίγελός του;
80ΟΔ. Μου φτάνει να τον ξέρω μέσα στη σκηνή του.
ΑΘ. Διστάζεις μήπως ν᾽ αντικρίσεις έναν παράφορο τρελό;
ΟΔ. Αν ήταν στα καλά του, σίγουρα δεν θα δίσταζα.
ΑΘ. Τώρα ωστόσο, ας είσαι πλάι του, τα μάτια του
δεν θα σε δουν.
ΟΔ. Πώς είναι όμως δυνατό, όσο έχει ακόμη ανοιχτά
τα βλέφαρά του ;
ΑΘ. Εγώ κι ολάνοιχτα θα τ᾽ αμαυρώσω.
ΟΔ. Φαίνεται όλα γίνονται, όταν στη μέση μπαίνει ένας θεός.
ΑΘ. Σώπασε τώρα, μείνε ακίνητος.
ΟΔ. Εντάξει μένω· θα προτιμούσα όμως να ᾽μαι εκτός.
ΑΘ. Αίαντα, δεύτερη φορά εσένα προσφωνώ·
90τόσο λοιπόν δεν καταδέχεσαι τη σύμμαχό σου;
|