ΓΥ. Κακά τα ψέματα· αυτά είναι για σας τα κοριτσάκια.
20Αλλά συμπάθα με, παιδί μου,
πόσον καιρό μού τυραννιέσαι
και λιώνεις το στρώμα μονάχη σου;
Από τότε που πήγε ο Μάνδρης στην Αίγυπτο,
κοντά δέκα μήνες τώρα, ούτε γράμμα ούτε γραφή·
25σε ξέχασε, κι αλληνής δροσίζει την αυλή.
Εκεί πέρα είναι παράδεισος: Όλα,
ό,τι ζητήσεις κι ό,τι πεις, όλα στην Αίγυπτο τα βρίσκεις:
Τί θες; Πλούτη, αγώνες, λεφτά, καλοκαιράκι, δόξες;
Θεάματα, φιλόσοφοι, χρυσάφι, αγοράκια,
30πανηγύρια και γιορτές, ο βασιλιάς είναι καλός,
με το μουσείο τους, τα κρασιά τους, ό,τι βάλει ο νους σου·
και γυναίκες, μά την Περσεφόνη, πολλές γυναίκες,
όσ᾽ αστεράκια ο ουρανός παινεύεται πως έχει.
Και τί γυναίκες! Σαν τις θεές που τρέξανε
35στον Πάρη να κάνει καλλιστεία — αχ, να μη
μ᾽ ακούσανε. Πώς, λοιπόν, βαστάει η καρδιά σου, καημένη μου,
να κάθεσαι να ζεσταίνεις την καρέκλα; Θα γεράσεις
και δε θα το πάρεις χαμπάρι, τα νιάτα σου θα τα φάει το παραγώνι.
Γύρνα κι αλλού τα μάτια σου, σκέψου και τίποτα άλλο,
40συνέχεια το ίδια και τα ίδια, ρίξ᾽ το κι εσύ λίγο έξω,
δες τις χάρες και των αλλωνών. Το καράβι που κρατιέται
με μια μονάχα άγκυρα δεν είναι ασφαλισμένο. Κι όταν
γυρίσει εκείνος θα είναι αργά, κανένας τότε
δε θα σ᾽ αναστήσει κόρη μου· βαρύς χειμώνας
45έρχεται· και δεν ξέρουμε
τί μας μέλλεται, όλα πρέπει να τα περιμένει
ο άνθρωπος. Μπας και μας ακούει
κανένας; ΜΗ. Κανένας δε μας ακούει. ΓΥ. Άκου, λοιπόν,
γιατί ήρθα δω, άκου τί ήρθα να σου πω:
50Ο Γρύλλος, ο γιος της Ματακίνας, της Παταικίας·
αυτός που πήρε πέντε κύπελλα —στα Πύθια στους παιδικούς,
κι άλλες δυο φορές στην Κόρινθο στους εφήβων,
κι άλλες δυο φορές βγήκε Ολυμπιονίκης στους ανδρών
με τις γροθιές του— κι έχει καλό κομπόδεμα, παλικάρι
55ήσυχο και νοικοκύρης, κι αγνός στην αγάπη σαν το κρασί
το γιοματάρι, σε είδε στη λιτανεία της Μίσας και σάλεψε
ο νους του, κι ο έρωτάς σου τον τύφλωσε.
Κι από τότε, παιδί μου, ξημεροβραδιάζεται
στο σπίτι μου, και μου κλαίει με μαύρο δάκρυ,
60πέφτει στα πόδια μου, και λιώνει απ᾽ τον καημό.
Μητρίχη παιδάκι μου, κάν᾽ τηνε
την αμαρτία ετούτη, μια είναι· μην την κλωτσάς
την τύχη σου, τα γεράματα γρήγορα θα σε πάρουν.
Θα ᾽χεις διπλό το κέρδος· κι εσύ θα δεις γλύκες,
65και θα πάρεις περισσότερα απ᾽ όσα φαντάζεσαι. Σκέψου το,
να μ᾽ ακούσεις· εγώ σ᾽ αγαπάω, και θέλω το καλό σου.
|