[2.1] Για τον Νικία λοιπόν μπορώ να αναφέρω πρώτα πρώτα αυτό που έχει γράψει ο Αριστοτέλης, ότι τρεις ήταν οι άριστοι πολίτες που είχαν κληρονομήσει από τον πατέρα τους την εύνοια του λαού, αλλά και που οι ίδιοι αγαπούσαν τον λαό, ο Νικίας, ο γιος του Νικηράτου, ο Θουκυδίδης, ο γιος του Μελησία και ο Θηραμένης, ο γιος του Άγνωνα. Ο τελευταίος, ωστόσο, λιγότερο από όσο εκείνοι· γιατί είχε επικριθεί για την ταπεινή καταγωγή του ως ξένος από την Κέα, ενώ για την αστάθεια και τις αμφιταλαντεύσεις στις πολιτικές του επιλογές είχε επικληθεί Κόθορνος. [2.2] Μεγαλύτερος από εκείνους στην ηλικία ήταν ο Θουκυδίδης, που ως αρχηγός των ολιγαρχικών αντιπολιτεύτηκε πολλές φορές τον Περικλή, τον αρχηγό των δημοκρατικών· νεότερος ήταν ο Νικίας, που είχε κάποιο κύρος από όταν ακόμη ζούσε ο Περικλής, έτσι ώστε διετέλεσε συστράτηγος με εκείνον αλλά και μόνος του επανειλημμένα άσκησε εξουσία. Και όταν πέθανε ο Περικλής, αναρριχήθηκε αμέσως στην πρώτη θέση, κυρίως από τους πλούσιους και τους ευγενείς, που τον χρησιμοποίησαν ως αντιστάθμισμα στη βδελυγμία και τη θρασύτητα του Κλέωνα· παράλληλα όμως είχε και την εύνοια του λαού, που τον υποστήριζε στα φιλόδοξα σχέδιά του. [2.3] Γιατί ο Κλέων «με το να φροντίζει για τους ηλικιωμένους και να προσφέρει ανά διαστήματα υπηρεσίες έναντι μισθού» είχε μεγάλη δύναμη. Καθώς όμως έβλεπαν την απληστία, την αυθάδεια και το θράσος του στις ενέργειες εκείνες που προέβαινε για να ευεργετήσει, οι περισσότεροι πήγαιναν με το μέρος του Νικία. [2.4] Εξάλλου, η σοβαρότητα του Νικία δεν είχε κάτι το αυστηρό ούτε και ήταν ιδιαίτερα απωθητική· αντίθετα, ήταν ένα κράμα μεταξύ σοβαρού και κάποιας περίσκεψης, και με αυτήν ακριβώς την εντύπωση του σεβασμού κέρδιζε τους περισσότερους. [2.5] Πράγματι, από φυσικού του ήταν άτολμος και απαισιόδοξος· η καλή του τύχη όμως στις πολεμικές επιχειρήσεις έκρυβε τη δειλία του· γιατί ως στρατηγός είχε συνήθως επιτυχίες. [2.6] Το γεγονός ότι στην πολιτική φοβόταν και το παραμικρό και ότι αναστατωνόταν εύκολα από τους συκοφάντες τον έκανε να φαίνεται δημοφιλής και του έδινε δύναμη όχι ευκαταφρόνητη, προερχόμενη από την εύνοια του λαού, που φοβάται όσους τον περιφρονούν, ενώ ενισχύει όσους τον φοβούνται. Γιατί για τον λαό η μεγαλύτερη τιμή είναι να μην περιφρονείται από τους ισχυρούς. [3.1] Ο Περικλής λοιπόν, καθώς ήταν πραγματικά ανώτερος και διέθετε ρητορική ικανότητα, δεν είχε καμιάν ανάγκη προσποίησης έναντι του λαού ούτε και πειθούς. Ο Νικίας, αντίθετα, που υστερούσε σε αυτά, αλλά υπερείχε στην περιουσία, προσπαθούσε με αυτήν να κερδίσει τον λαό. [3.2] Και καθώς δεν είχε καμιά πιθανότητα να αντιμετωπίσει τον Κλέωνα με τα ίδια μέσα, την ηθική παράλυση και τη βωμολοχία του, που τα μεταχειριζόταν εκείνος για να ευχαριστήσει τους Αθηναίους, αναλάμβανε χορηγίες και γυμνασιαρχίες και κέρδιζε τον λαό με άλλες τέτοιες φιλόδοξες λειτουργίες, ξεπερνώντας σε πολυτέλεια και χάρη όλους, τόσο τους προηγούμενους όσο και τους συγκαιρινούς του. [3.3] Από τα αφιερώματά του στέκουν ακόμη στην Ακρόπολη ως τις ημέρες μας το Παλλάδιο, έχοντας όμως χάσει την επιχρύσωσή του, και ο ναός με τους αναμνηστικούς τρίποδες στο κάτω μέρος του ιερού του Διονύσου. Γιατί ως χορηγός νίκησε πολλές φορές χωρίς να ηττηθεί ποτέ. [3.4] Λένε πως σε κάποια παράσταση που ήταν χορηγός ο Νικίας, παρουσιάστηκε κάποιος δούλος του με τη μορφή του Διονύσου, κάλλιστος στην όψη και λυγερόκορμος, αν και αμούστακος ακόμη. Την ώρα που οι Αθηναίοι ευχαριστημένοι από την εμφάνισή του χειροκροτούσαν ώρα πολλή, σηκώθηκε ο Νικίας και είπε πως θεωρεί ότι είναι ασέβεια να είναι δούλος ένας άνθρωπος που επευφημείται για το σώμα του ως θεός, και χάρισε στον νεαρό την ελευθερία του. [3.5] Ως λαμπρά και θεάρεστα αναφέρονται και όσα φιλοτιμήθηκε να παρουσιάσει στη Δήλο. Ενώ δηλαδή οι χοροί, που έστελναν οι πόλεις για να ψάλλουν στον θεό, προσάραζαν εκεί συνήθως όπως τύχαινε, και ο όχλος έτρεχε αμέσως προς το πλοίο να τους προϋπαντήσει και τους προέτρεπε να ψάλλουν χωρίς καμιά τάξη όπως αποβιβάζονταν βιαστικά και φορούσαν συγχρόνως το στεφάνι και τη στολή τους, ο Νικίας, όταν οδηγούσε την αποστολή ως θεωρός, αποβιβάστηκε προσωπικά στη Ρήνεια μαζί με τον χορό, τα σφάγια και όλη γενικά την προετοιμασία· είχε μαζί του ακόμη μια γέφυρα κατασκευασμένη στην Αθήνα, σύμφωνα με τα μέτρα της απόστασης που έπρεπε να καλύψει, στολισμένη με ιδιαίτερη λαμπρότητα με επιχρυσώσεις, βαψίματα, στεφάνια και παραπετάσματα, και με αυτή γεφύρωσε τη νύχτα το πέρασμα μεταξύ Ρήνειας και Δήλου, μιαν απόσταση όχι μεγάλη. [3.6] Στη συνέχεια τα ξημερώματα οδηγώντας στον θεό την πομπή και τον χορό, στολισμένο με πολυτέλεια και ψάλλοντας, άρχισε να περνά τη γέφυρα και να τους αποβιβάζει. [3.7] Μετά τη θυσία, τον αγώνα και τις εστιάσεις έστησε αφιέρωμα στον θεό τον χάλκινο φοίνικα. Αγόρασε, επίσης, μιαν έκταση αξίας δέκα χιλιάδων δραχμών και την αφιέρωσε και αυτή στον θεό· με τα έσοδα αυτής της έκτασης έπρεπε οι Δήλιοι, όταν θυσίαζαν, να κάνουν εστιάσεις ζητώντας από τους θεούς πολλά αγαθά για τον Νικία. Μεταξύ άλλων χάραξε την απαίτηση αυτή στην αναμνηστική στήλη που άφησε στη Δήλο ως φύλακα της δωρεάς του. [3.8] Ο φοίνικας εκείνος έσπασε από τους αέρηδες, έπεσε πάνω στον μεγάλο ανδριάντα των Ναξίων και τον ανέτρεψε.
|