Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.16.1-6.18.3)

[6.16.1] «Καὶ προσήκει μοι μᾶλλον ἑτέρων, ὦ Ἀθηναῖοι, ἄρχειν (ἀνάγκη γὰρ ἐντεῦθεν ἄρξασθαι, ἐπειδή μου Νικίας καθήψατο), καὶ ἄξιος ἅμα νομίζω εἶναι. ὧν γὰρ πέρι ἐπιβόητός εἰμι, τοῖς μὲν προγόνοις μου καὶ ἐμοὶ δόξαν φέρει ταῦτα, τῇ δὲ πατρίδι καὶ ὠφελίαν. [6.16.2] οἱ γὰρ Ἕλληνες καὶ ὑπὲρ δύναμιν μείζω ἡμῶν τὴν πόλιν ἐνόμισαν τῷ ἐμῷ διαπρεπεῖ τῆς Ὀλυμπίαζε θεωρίας, πρότερον ἐλπίζοντες αὐτὴν καταπεπολεμῆσθαι, διότι ἅρματα μὲν ἑπτὰ καθῆκα, ὅσα οὐδείς πω ἰδιώτης πρότερον, ἐνίκησα δὲ καὶ δεύτερος καὶ τέταρτος ἐγενόμην καὶ τἆλλα ἀξίως τῆς νίκης παρεσκευασάμην. νόμῳ μὲν γὰρ τιμὴ τὰ τοιαῦτα, ἐκ δὲ τοῦ δρωμένου καὶ δύναμις ἅμα ὑπονοεῖται. [6.16.3] καὶ ὅσα αὖ ἐν τῇ πόλει χορηγίαις ἢ ἄλλῳ τῳ λαμπρύνομαι, τοῖς μὲν ἀστοῖς φθονεῖται φύσει, πρὸς δὲ τοὺς ξένους καὶ αὕτη ἰσχὺς φαίνεται. καὶ οὐκ ἄχρηστος ἥδ᾽ ἡ ἄνοια, ὃς ἂν τοῖς ἰδίοις τέλεσι μὴ ἑαυτὸν μόνον ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ὠφελῇ. [6.16.4] οὐδέ γε ἄδικον ἐφ᾽ ἑαυτῷ μέγα φρονοῦντα μὴ ἴσον εἶναι, ἐπεὶ καὶ ὁ κακῶς πράσσων πρὸς οὐδένα τῆς ξυμφορᾶς ἰσομοιρεῖ· ἀλλ᾽ ὥσπερ δυστυχοῦντες οὐ προσαγορευόμεθα, ἐν τῷ ὁμοίῳ τις ἀνεχέσθω καὶ ὑπὸ τῶν εὐπραγούντων ὑπερφρονούμενος, ἢ τὰ ἴσα νέμων τὰ ὁμοῖα ἀνταξιούτω. [6.16.5] οἶδα δὲ τοὺς τοιούτους, καὶ ὅσοι ἔν τινος λαμπρότητι προέσχον, ἐν μὲν τῷ καθ᾽ αὑτοὺς βίῳ λυπηροὺς ὄντας, τοῖς ὁμοίοις μὲν μάλιστα, ἔπειτα δὲ καὶ τοῖς ἄλλοις ξυνόντας, τῶν δὲ ἔπειτα ἀνθρώπων προσποίησίν τε ξυγγενείας τισὶ καὶ μὴ οὖσαν καταλιπόντας, καὶ ἧς ἂν ὦσι πατρίδος, ταύτῃ αὔχησιν ὡς οὐ περὶ ἀλλοτρίων οὐδ᾽ ἁμαρτόντων, ἀλλ᾽ ὡς περὶ σφετέρων τε καὶ καλὰ πραξάντων. [6.16.6] ὧν ἐγὼ ὀρεγόμενος καὶ διὰ ταῦτα τὰ ἴδια ἐπιβοώμενος τὰ δημόσια σκοπεῖτε εἴ του χεῖρον μεταχειρίζω. Πελοποννήσου γὰρ τὰ δυνατώτατα ξυστήσας ἄνευ μεγάλου ὑμῖν κινδύνου καὶ δαπάνης Λακεδαιμονίους ἐς μίαν ἡμέραν κατέστησα ἐν Μαντινείᾳ περὶ τῶν ἁπάντων ἀγωνίσασθαι· ἐξ οὗ καὶ περιγενόμενοι τῇ μάχῃ οὐδέπω καὶ νῦν βεβαίως θαρσοῦσιν.
[6.17.1] «Καὶ ταῦτα ἡ ἐμὴ νεότης καὶ ἄνοια παρὰ φύσιν δοκοῦσα εἶναι ἐς τὴν Πελοποννησίων δύναμιν λόγοις τε πρέπουσιν ὡμίλησε καὶ ὀργῇ πίστιν παρασχομένη ἔπεισεν. καὶ νῦν μὴ πεφόβησθε αὐτήν, ἀλλ᾽ ἕως ἐγώ τε ἔτι ἀκμάζω μετ᾽ αὐτῆς καὶ ὁ Νικίας εὐτυχὴς δοκεῖ εἶναι, ἀποχρήσασθε τῇ ἑκατέρου ἡμῶν ὠφελίᾳ. [6.17.2] καὶ τὸν ἐς τὴν Σικελίαν πλοῦν μὴ μεταγιγνώσκετε ὡς ἐπὶ μεγάλην δύναμιν ἐσόμενον. ὄχλοις τε γὰρ ξυμμείκτοις πολυανδροῦσιν αἱ πόλεις καὶ ῥᾳδίας ἔχουσι τῶν πολιτῶν τὰς μεταβολὰς καὶ ἐπιδοχάς. [6.17.3] καὶ οὐδεὶς δι᾽ αὐτὸ ὡς περὶ οἰκείας πατρίδος οὔτε τὰ περὶ τὸ σῶμα ὅπλοις ἐξήρτυται οὔτε τὰ ἐν τῇ χώρᾳ νομίμοις κατασκευαῖς· ὅτι δὲ ἕκαστος ἢ ἐκ τοῦ λέγων πείθειν οἴεται ἢ στασιάζων ἀπὸ τοῦ κοινοῦ λαβὼν ἄλλην γῆν, μὴ κατορθώσας, οἰκήσειν, ταῦτα ἑτοιμάζεται. [6.17.4] καὶ οὐκ εἰκὸς τὸν τοιοῦτον ὅμιλον οὔτε λόγου μιᾷ γνώμῃ ἀκροᾶσθαι οὔτε ἐς τὰ ἔργα κοινῶς τρέπεσθαι· ταχὺ δ᾽ ἂν ὡς ἕκαστοι, εἴ τι καθ᾽ ἡδονὴν λέγοιτο, προσχωροῖεν, ἄλλως τε καὶ εἰ στασιάζουσιν, ὥσπερ πυνθανόμεθα. [6.17.5] καὶ μὴν οὐδ᾽ ὁπλῖται οὔτ᾽ ἐκείνοις ὅσοιπερ κομποῦνται, οὔτε οἱ ἄλλοι Ἕλληνες διεφάνησαν τοσοῦτοι ὄντες ὅσους ἕκαστοι σφᾶς αὐτοὺς ἠρίθμουν, ἀλλὰ μέγιστον δὴ αὐτοὺς ἐψευσμένη ἡ Ἑλλὰς μόλις ἐν τῷδε τῷ πολέμῳ ἱκανῶς ὡπλίσθη. [6.17.6] τά τε οὖν ἐκεῖ, ἐξ ὧν ἐγὼ ἀκοῇ αἰσθάνομαι, τοιαῦτα καὶ ἔτι εὐπορώτερα ἔσται (βαρβάρους [τε] γὰρ πολλοὺς ἕξομεν οἳ Συρακοσίων μίσει ξυνεπιθήσονται αὐτοῖς) καὶ τὰ ἐνθάδε οὐκ ἐπικωλύσει, ἢν ὑμεῖς ὀρθῶς βουλεύησθε. [6.17.7] οἱ γὰρ πατέρες ἡμῶν τοὺς αὐτοὺς τούτους οὕσπερ νῦν φασὶ πολεμίους ὑπολείποντας ἂν ἡμᾶς πλεῖν καὶ προσέτι τὸν Μῆδον ἐχθρὸν ἔχοντες τὴν ἀρχὴν ἐκτήσαντο, οὐκ ἄλλῳ τινὶ ἢ τῇ περιουσίᾳ τοῦ ναυτικοῦ ἰσχύοντες. [6.17.8] καὶ νῦν οὔτε ἀνέλπιστοί πω μᾶλλον Πελοποννήσιοι ἐς ἡμᾶς ἐγένοντο, εἴ τε καὶ πάνυ ἔρρωνται, τὸ μὲν ἐς τὴν γῆν ἡμῶν ἐσβάλλειν, κἂν μὴ ἐκπλεύσωμεν, ἱκανοί εἰσι, τῷ δὲ ναυτικῷ οὐκ ἂν δύναιντο βλάπτειν· ὑπόλοιπον γὰρ ἡμῖν ἐστὶν ἀντίπαλον ναυτικόν. [6.18.1] ὥστε τί ἂν λέγοντες εἰκὸς ἢ αὐτοὶ ἀποκνοῖμεν ἢ πρὸς τοὺς ἐκεῖ ξυμμάχους σκηπτόμενοι μὴ βοηθοῖμεν; οἷς χρεών, ἐπειδή γε καὶ ξυνωμόσαμεν, ἐπαμύνειν, καὶ μὴ ἀντιτιθέναι ὅτι οὐδὲ ἐκεῖνοι ἡμῖν. οὐ γὰρ ἵνα δεῦρο ἀντιβοηθῶσι προσεθέμεθα αὐτούς, ἀλλ᾽ ἵνα τοῖς ἐκεῖ ἐχθροῖς ἡμῶν λυπηροὶ ὄντες δεῦρο κωλύωσιν αὐτοὺς ἐπιέναι. [6.18.2] τήν τε ἀρχὴν οὕτως ἐκτησάμεθα καὶ ἡμεῖς καὶ ὅσοι δὴ ἄλλοι ἦρξαν, παραγιγνόμενοι προθύμως τοῖς αἰεὶ ἢ βαρβάροις ἢ Ἕλλησιν ἐπικαλουμένοις, ἐπεὶ εἴ γε ἡσυχάζοιεν πάντες ἢ φυλοκρινοῖεν οἷς χρεὼν βοηθεῖν, βραχὺ ἄν τι προσκτώμενοι αὐτῇ περὶ αὐτῆς ἂν ταύτης μᾶλλον κινδυνεύοιμεν. τὸν γὰρ προύχοντα οὐ μόνον ἐπιόντα τις ἀμύνεται, ἀλλὰ καὶ ὅπως μὴ ἔπεισι προκαταλαμβάνει. [6.18.3] καὶ οὐκ ἔστιν ἡμῖν ταμιεύεσθαι ἐς ὅσον βουλόμεθα ἄρχειν, ἀλλ᾽ ἀνάγκη, ἐπειδήπερ ἐν τῷδε καθέσταμεν, τοῖς μὲν ἐπιβουλεύειν, τοὺς δὲ μὴ ἀνιέναι, διὰ τὸ ἀρχθῆναι ἂν ὑφ᾽ ἑτέρων αὐτοῖς κίνδυνον εἶναι, εἰ μὴ αὐτοὶ ἄλλων ἄρχοιμεν. καὶ οὐκ ἐκ τοῦ αὐτοῦ ἐπισκεπτέον ὑμῖν τοῖς ἄλλοις τὸ ἥσυχον, εἰ μὴ καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα ἐς τὸ ὁμοῖον μεταλήψεσθε.

[6.16.1] «Αθηναίοι! Έχω περισσότερο από κάθε άλλον το δικαίωμα να ασκήσω την στρατηγία —αναγκάζομαι ν᾽ αρχίσω απ᾽ αυτό, αφού με πρόσβαλε ο Νικίας— αλλά και θεωρώ ότι την αξίζω. Τα όσα προκαλούν θόρυβο γύρω από τ᾽ όνομά μου, προσπορίζουν δόξα στους προγόνους μου και σ᾽ εμένα, αλλά και ωφελούν την πολιτεία. [6.16.2] Μετά την μεγαλοπρεπέστατη εμφάνισή μου στους Ολυμπιακούς αγώνες, οι Έλληνες αποδίδουν τώρα στην πολιτεία μας μεγαλύτερη δύναμη από ό,τι πραγματικά έχει, ενώ πριν, την θεωρούσαν εξαντλημένη από τον πόλεμο. Παρουσίασα επτά άρματα —όσα ποτέ ιδιώτης δεν είχε έως τώρα εμφανίσει— και νίκησα πρώτη και δεύτερη και τέταρτη νίκη και όλη μου η εμφάνιση ήταν αντάξια της νίκης. Αν αυτά προσδίδουν, κατά την παράδοση, μόνο τιμή, η πραγματική όμως αυτή επιτυχία δημιουργεί και την εντύπωση της δύναμης. [6.16.3] Όσο για την φήμη που αποκτώ μέσα στην πολιτεία με τις χορηγίες μου ή με άλλα, τούτο είναι φυσικό να έχει προκαλέσει τον φθόνο των συμπατριωτών μου, αλλά οι ξένοι βλέπουν και σ᾽ αυτό μιαν ένδειξη της δύναμής μας. Δεν είναι άχρηστη η τέτοιου είδους τρέλα εκείνου που, ξοδεύοντας από δικά του, δεν ωφελεί μόνο τον εαυτό του αλλά και την πολιτεία, [6.16.4] ούτε είναι αδίκημα όταν κανείς, έχοντας συνείδηση της υπεροχής του, αρνείται να θεωρεί τον εαυτό του ίσο με τους άλλους αφού κι εκείνος που αποτυχαίνει δεν μοιράζεται με κανέναν την δυστυχία του. Όπως περιφρονούμε κάποιον όταν αποτύχει, έτσι και πρέπει να δεχόμαστε να είναι ακατάδεκτοι όσοι επιτυχαίνουν, αλλιώς πρέπει κανείς να συμπεριφέρεται προς τους άλλους σαν ίσος, αν θέλει να τον θεωρούν ίσο. [6.16.5] Ξέρω, άλλωστε, ότι οι άνθρωποι αυτού του είδους και όσοι άλλοι διακρίθηκαν σε κάτι, όσο ζουν είναι οχληροί και για τους ομοίους τους και για εκείνους με τους οποίους έχουν σχέσεις. Αλλά μετά τον θάνατό τους αφήνουν τέτοιο όνομα, ώστε πολλοί να ισχυρίζονται, λέγοντας ψέματα, ότι είναι συγγενείς τους και η πατρίδα τους καυχιέται γι᾽ αυτούς και δεν τους θεωρεί ξένους ή κακούς πολίτες, αλλά δικούς της πολίτες που έκαναν σπουδαίες πράξεις. [6.16.6] Αυτή είναι η φιλοδοξία μου εξαιτίας της οποίας με κατηγορούν για την ιδιωτική μου ζωή. Σκεφθείτε όμως αν, γι᾽ αυτό, είμαι χειρότερος από άλλους στην διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων. Χωρίς κινδύνους για σας και χωρίς δαπάνες οργάνωσα σε συμμαχία τις ισχυρότερες πολιτείες της Πελοποννήσου και ανάγκασα τους Λακεδαιμονίους να τα παίξουν όλα για όλα σε μια μέρα μέσα, στην Μαντίνεια. Νίκησαν στην μάχη αλλά δεν έχουν, και σήμερα ακόμη, αποκτήσει πάλι την αυτοπεποίθησή τους.
[6.17.1] »Αυτά κατόρθωσαν τα νιάτα μου και αυτό που θεωρείται υπερβολική παρατολμία μου. Βρήκα τα λόγια τα σωστά για να δημιουργήσω δεσμούς με πολιτείες της Πελοποννήσου και ο ενθουσιασμός μου τους παράσυρε να με ακολουθήσουν. Αλλά και τώρα μη φοβηθείτε τα νιάτα μου. Όσο τα έχω και βρίσκομαι στην ακμή μου και όσο ο Νικίας είναι ο ευνοούμενος της Τύχης, μεταχειριστείτε μας και τους δύο χωρίς δισταγμό [6.17.2] και μην ματαιώσετε την εκστρατεία της Σικελίας επειδή τάχα είναι μεγάλη δύναμη. Οι πολιτείες της είναι πολυάνθρωπες, αλλά οι πληθυσμοί τους είναι ανάμεικτοι και οι πολιτογραφήσεις και μετοικήσεις γίνονται εύκολα. [6.17.3] Γι᾽ αυτό κανείς δεν αισθάνεται ότι έχει δική του πατρίδα κι έτσι δεν φροντίζει ούτε να έχει όπλα για ν᾽ αμυνθεί ο ίδιος ούτε να έχει μόνιμη εγκατάσταση. Ο καθένας προσπαθεί, είτε πείθοντας με τα λόγια, είτε με ένοπλη εξέγερση, ν᾽ αρπάξει ό,τι νομίζει πως μπορεί να επιτύχει και, αν δεν το κατορθώσει, μετοικεί σε άλλο μέρος. [6.17.4] Δεν είναι, λοιπόν, πιθανό ένας τέτοιος συρφετός ν᾽ ακολουθήσει κοινή πολιτική ούτε ν᾽ αναλάβει κοινή δράση. Γρήγορα θα προσχωρήσουν σ᾽ εμάς αν τους μιλήσομε επιτήδεια, ιδίως αν, όπως έχω πληροφορίες, υποφέρουν από εσωτερικές διαμάχες. [6.17.5] Αλλά ούτε και έχουν τόσους οπλίτες όσους καυχώνται ότι έχουν, όπως άλλωστε αποκαλύφθηκε και για τους υπόλοιπους Έλληνες ότι δεν είχαν τόσο στρατό όσο ισχυρίζονταν ότι έχουν. Η Ελλάδα που είχε γελαστεί για τον αριθμό των στρατιωτών της, μόλις τώρα, στον πόλεμο αυτόν, κατόρθωσε να εξοπλιστεί όπως έπρεπε. [6.17.6] Αυτή είναι, λοιπόν, από όσα ακούω, η κατάσταση εκεί και ακόμη ευνοϊκότερη για μας (γιατί πολλοί βάρβαροι από μίσος προς τους Συρακουσίους θα τους επιτεθούν μαζί μας) αλλά και η εδώ κατάσταση δεν θα σας είναι εμπόδιο αν πάρετε τις σωστές αποφάσεις. [6.17.7] Οι πατέρες μας είχαν τους ίδιους εχθρούς τους οποίους μας λένε τώρα ότι θ᾽ αφήσομε πίσω μας, αν φύγομε στην εκστρατεία, και είχαν ταυτόχρονα ν᾽ αντιμετωπίσουν και την εχθρότητα των Μήδων κι όμως απόκτησαν την ηγεμονία τους χωρίς να έχουν άλλο πλεονέκτημα παρά την υπεροχή τους στο ναυτικό. [6.17.8] Άλλωστε, ποτέ άλλοτε δεν είχαν οι Πελοποννήσιοι λιγότερες ελπίδες να μας νικήσουν. Αλλά και αν είχαν μεγάλη ενεργητικότητα δεν θα μπορούσαν να κάνουν άλλο παρά να εισβάλουν στο έδαφός μας και τούτο είναι σε θέση να το κάνουν και αν δεν εκστρατεύσομε, αλλά με το ναυτικό τους οπωσδήποτε δεν θα μπορούσαν να μας βλάψουν, αφού θα έχομε εδώ τον υπόλοιπο στόλο μας ικανό να τους αντιμετωπίσει.
[6.18.1] »Τι επιχείρημα, λοιπόν, θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε ή προς τον εαυτό μας για να υπαναχωρήσομε ή προς τους εκεί συμμάχους μας για ν᾽ αρνηθούμε να τους βοηθήσομε; Δεσμευμένοι με όρκους, έχομε χρέος να τους βοηθήσομε χωρίς ν᾽ αντιτάσσομε ότι εκείνοι δεν μας βοηθούν. Δεν συμμαχήσαμε μαζί τους για να έρθουν εδώ να μας βοηθήσουν, αλλά για ν᾽ απασχολούν τους εκεί εχθρούς μας εμποδίζοντάς τους να έρθουν εδώ να μας επιτεθούν. [6.18.2] Την ηγεμονία μας την αποκτήσαμε (όπως, άλλωστε, όλοι όσοι απόκτησαν ηγεμονία) σπεύδοντας να βοηθήσομε οποιουσδήποτε, βαρβάρους ή Έλληνες, μας ζητούσαν την συμπαράστασή μας. Αν αδρανούσαμε ή αν καθιερώναμε φυλετικές διακρίσεις για ν᾽ αποφασίζομε ποιούς είχαμε χρέος να βοηθήσομε, τότε λίγα θα προσθέταμε στην ηγεμονία μας και μάλλον θα εκθέταμε την ίδια την ύπαρξή μας σε κίνδυνο. Δεν αποκρούει κανείς τον ισχυρότερο μόνο άμα αυτός επιτεθεί, αλλά παίρνει μέτρα εναντίον του για ν᾽ αποτρέψει την επίθεση. [6.18.3] Δεν μπορούμε να καθορίζομε αυστηρά, σαν να ήταν διαχείριση, τα όρια της ηγεμονίας μας, αλλά είμαστε αναγκασμένοι, αφού βρισκόμαστε σ᾽ αυτήν την θέση, ν᾽ απειλούμε μερικούς ή να μην υποχωρούμε απέναντι άλλων, αφού ο κίνδυνος για μας είναι να υπαχθούμε υπό την ηγεμονία άλλων, αν δεν την ασκούμε εμείς στους άλλους. Δεν σας επιτρέπεται, εσάς, να έχετε την ίδια αντίληψη περί ησυχίας που έχουν άλλοι λαοί, αν οι επιδιώξεις σας δεν είναι όμοιες με τις δικές τους.