ΘΡΑΣΥΚΛΗΣ [56] Δεν έχω έρθει, Τίμων, για τους ίδιους λόγους που ήρθαν αυτοί οι πολλοί. Όπως έτρεξαν για παράδειγμα αυτοί που θαυμάζουν τα πλούτη σου περιμένοντας ασήμι και χρυσάφι και δείπνα πλούσια, για να πουν πολλές κολακείες σ᾽ έναν άνθρωπο, όπως εσύ, απλό και ανοιχτοχέρη. Ξέρεις βέβαια ότι το κριθαρόψωμο για εμένα είναι δείπνο αρκετό, προσφάγι νοστιμότατο το θυμάρι ή το κάρδαμο και, όταν κάποτε το ρίχνω στην τρυφή, του βάζω και λίγο αλάτι. Πιοτό μου η Εννεάκρουνος. Και αυτό το τριβώνιο καλύτερο από όποια θέλεις πορφύρα. Το χρυσάφι πάλι καθόλου πιο πολύτιμο από τα χαλίκια του γιαλού. Αλλά κουβαλήθηκα μόνο για χάρη σου, για να μη σε διαφθείρει το πιο κακό και καταστρεπτικό πράγμα, ο πλούτος, που πολλές φορές σε πολλούς στάθηκε αίτια αγιάτρευτων συμφορών. Εάν λοιπόν πειστείς σ᾽ εμένα, σίγουρα θα τον πετάξεις όλον στη θάλασσα, διότι καθόλου δεν είναι αναγκαίος για έναν άνθρωπο αγαθό, που μπορεί να καταλάβει τον πλούτο της φιλοσοφίας. Μην τον ρίξεις όμως βαθιά, καλέ μου, αλλά μόλις μπεις ώς τη μέση στο νερό, λίγο πιο πέρα από την ακτή και να σε βλέπω μόνο εγώ. [57] Και αν αυτό δε σου αρέσει, εσύ με άλλο τρόπο καλύτερο γρήγορα σύρε τον έξω από το σπίτι σου, χωρίς να αφήσεις για τον εαυτό σου ούτε οβολό. Μοίρασέ τον σε όλους που έχουν ανάγκη, σε άλλον πέντε δραχμές, σε άλλον μία μνα, σε άλλον μισό τάλαντο. Εάν μάλιστα κανείς είναι φιλόσοφος, είναι δίκαιο να πάρει διπλό ή τριπλό μερίδιο. Και σ᾽ εμένα —αν και δε ζητώ για τον εαυτό μου, αλλά για να δώσω σε φίλους, που έχουν ανάγκη— φτάνει να μου γεμίσεις τούτο το ταγάρι, που καλά καλά δε χωρά ούτε δύο Αιγινητικούς μεδίμνους. Πρέπει ο φιλόσοφος να είναι ολιγαρκής και μετριόφρων και να μη σκέπτεται τίποτε πέρα από το ταγάρι του. ΤΙΜΩΝ Σε επαινώ για τούτα, Θρασυκλή. Πριν όμως από το ταγάρι έλα, αν θέλεις, να σου γεμίσω το κεφάλι γροθιές και να σου δώσω και από πάνω άλλες με τη δικέλλα. ΘΡΑΣΥΚΛΗΣ Ω δημοκρατία και νόμοι, σε ελεύθερη πόλη δεχόμαστε χτυπήματα από τον καταραμένο. ΤΙΜΩΝ Τί αγανακτείς, καλέ μου; Μήπως σε έχω ξεγελάσει; Μα θα προσθέσω τέσσερις χοίνικες επί πλέον. Μα τί είναι αυτό; [58] Έρχονται πολλοί μαζί. Ο Βλεψίας εκείνος και ο Λάχης και ο Γνίφων και όλο το σύνταγμα που θα βογκήξουν. Γιατί λοιπόν να μην ανέβω σ᾽ αυτόν το βράχο και να ξεκουράσω το δικέλλι μου, που από καιρό έχει κουραστεί, και να μαζέψω ο ίδιος όσο γίνεται πιο πολλές πέτρες και να τους πετροβολήσω από μακριά; ΒΛΕΨΙΑΣ Μη βαράς, Τίμων. Θα φύγουμε. ΤΙΜΩΝ Αλλ᾽ όχι χωρίς αίματα, μήτε χωρίς τραύματα.
|