Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους Τύραννος (698-725)


ΙΟ. πρὸς θεῶν δίδαξον κἄμ᾽, ἄναξ, ὅτου ποτὲ
μῆνιν τοσήνδε πράγματος στήσας ἔχεις.
700ΟΙ. ἐρῶ· σὲ γὰρ τῶνδ᾽ ἐς πλέον, γύναι, σέβω·
Κρέοντος, οἷά μοι βεβουλευκὼς ἔχει.
ΙΟ. λέγ᾽, εἰ σαφῶς τὸ νεῖκος ἐγκαλῶν ἐρεῖς.
ΟΙ. φονέα μέ φησι Λαΐου καθεστάναι.
ΙΟ. αὐτὸς ξυνειδώς, ἢ μαθὼν ἄλλου πάρα;
705ΟΙ. μάντιν μὲν οὖν κακοῦργον ἐσπέμψας, ἐπεὶ
τό γ᾽ εἰς ἑαυτὸν πᾶν ἐλευθεροῖ στόμα.
ΙΟ. σύ νυν ἀφεὶς σεαυτὸν ὧν λέγεις πέρι
ἐμοῦ ᾽πάκουσον καὶ μάθ᾽ οὕνεκ᾽ ἐστί σοι
βρότειον οὐδὲν μαντικῆς ἔχον τέχνης.
710φανῶ δέ σοι σημεῖα τῶνδε σύντομα.
χρησμὸς γὰρ ἦλθε Λαΐῳ ποτ᾽, οὐκ ἐρῶ
Φοίβου γ᾽ ἀπ᾽ αὐτοῦ, τῶν δ᾽ ὑπηρετῶν ἄπο,
ὡς αὐτὸν ἕξοι μοῖρα πρὸς παιδὸς θανεῖν,
ὅστις γένοιτ᾽ ἐμοῦ τε κἀκείνου πάρα.
715καὶ τὸν μέν, ὥσπερ γ᾽ ἡ φάτις, ξένοι ποτὲ
λῃσταὶ φονεύουσ᾽ ἐν τριπλαῖς ἁμαξιτοῖς·
παιδὸς δὲ βλάστας οὐ διέσχον ἡμέραι
τρεῖς, καί νιν ἄρθρα κεῖνος ἐνζεύξας ποδοῖν
ἔρριψεν ἄλλων χερσὶν εἰς ἄβατον ὄρος.
720κἀνταῦθ᾽ Ἀπόλλων οὔτ᾽ ἐκεῖνον ἤνυσεν
φονέα γενέσθαι πατρὸς οὔτε Λάιον
τὸ δεινὸν οὑφοβεῖτο πρὸς παιδὸς παθεῖν.
τοιαῦτα φῆμαι μαντικαὶ διώρισαν,
ὧν ἐντρέπου σὺ μηδέν· ὧν γὰρ ἂν θεὸς
725χρείαν ἐρευνᾷ ῥᾳδίως αὐτὸς φανεῖ.


ΙΟΚ. Για τ᾽ όνομα του θεού, βασιλιά μου,
φανέρωσέ μου την αιτία
που θύμωσες τόσο πολύ.
700ΟΙΔ. Απ᾽ όλα πιο πολύ
τιμώ και σέβομαι,
το πρόσωπό σου,
και θα σου πω τί μηχανεύτηκεν
ο Κρέων εναντίον μου.
ΙΟΚ. Λέγε μου για να δω
αν τον κατηγορείς σωστά
πως έφταιξεν αυτός για την φιλονικία.
ΟΙΔ. Με κατηγόρησε πως σκότωσα τον Λάιο.
ΙΟΚ. Είπε πως το γνωρίζει μόνος του
ή το ᾽μαθε και το ᾽πε;
ΟΙΔ. Έστειλε τον πανούργο μάντη να το πει·
αυτός φυλάγεται· κρατεί κλειστό το στόμα.
ΙΟΚ. Παράτα κάθε τέτοια σκέψη τώρα
κι άκου να μάθεις από μένα
πως δε γεννήθηκε θνητός κανείς
τη μαντική την τέχνη να κατέχει.
710Με λίγα λόγια προσκομίζω τα τεκμήρια.
Δόθηκε κάποτε χρησμός στο Λάιο,
από το Φοίβο, προφανώς τον ίδιο, όχι·
από τους υπηρέτες του ναού, βεβαίως,
πως ήτανε γραφτό του να πεθάνει
απ᾽ το παιδί που θα γεννούσαμε αυτός κι εγώ.
Κι αυτόν, καθώς μου είπαν,
ξένοι ληστές τον σκότωσαν
σε τρίστρατον αμαξιτής οδού.
Τ᾽ αγόρι που γεννήθηκε
δεν πέρασαν ημέρες τρεις,
κι ο Λάιος το τύλιξε μ᾽ ένα σκοινί
σφιχτά στους αστραγάλους,
σε ξένα χέρια το ᾽δωσε
και ᾽κείνα το πετάξαν
σ᾽ απάτητη βουνού κορφή.
720Έτσι ο Απόλλων δεν επέτρεψε
να γίνει πατροκτόνος το παιδί
κι ο Λάιος δεν έπαθε
αυτό που τον τρομοκρατούσε:
απ᾽ το παιδί να σκοτωθεί.
Αυτά καθόριζαν οι προφητείες
και μη σκοτίζεσαι γι᾽ αυτές.
Όταν η χρεία το καλεί
βρίσκει ο θεός τον τρόπο
να φανερώσει τη βουλή του.


ΙΟΚ. Για το Θεό, πες, βασιλιά, και μένα
τί ᾽ναι π᾽ άναψε τόσο το θυμό σου.
700ΟΙΔ. Θα σου το πω, γιατί, γυναίκα, εσένα
τιμώ απ᾽ τους άλλους πιότερο, να μάθεις
τί ο Κρέοντας μηχανεύτηκε για μένα.
ΙΟΚ. Λέγε να ιδώ αν αληθινά έχεις δίκιο
γι᾽ αυτή την κατηγόρια που του ρίχτεις.
ΟΙΔ. Εγώ φονιάς του Λάιου λέει πως είμαι.
ΙΟΚ. Ο ίδιος το ξέρει, ή τα ᾽χει ακούσει απ᾽ άλλους;
ΟΙΔ. Έναν κακούργο μου ᾽χε στείλει μάντη,
γιατ᾽ όσο για τον ίδιο, αυτός φυλάει
ολωσδιόλου ελεύθερο το στόμα.
ΙΟΚ. Λοιπόν εσύ γι᾽ αυτά που λες ξεγνοιάσου
κι άκουσ᾽ εμένα· μάθε πως δε θα ᾽βρεις
ψυχή στον κόσμο που να ᾽χει το δώρο
της μαντοσύνης· και θενα σου φέρω
710απόδειξη γι᾽ αυτό με λίγα λόγια:
Ήρθε χρησμός έναν καιρό στο Λάιο,
δε λέω από τον Απόλλωνα τον ίδιο,
μ᾽ από τους υπηρέτες του, πως θα ᾽ταν
η μοίρα του να σκοτωθεί απ᾽ το γιο του
που απ᾽ αυτόν κι από μένα θα γεννιόταν·
και μολαταύτα εκείνον τον σκοτώνουν
ξένοι ληστές, καθώς ακούσαμε όλοι,
σε τριπλό δρόμο αμαξιτό μια μέρα·
και το παιδί, δεν πέρασαν τρεις μέρες
πού ηρθε στο φως, και δένοντάς το εκείνος
απ᾽ των ποδιών τις κλείδωσες, σ᾽ ένα έρμο
το πέταξε βουνό με ξένα χέρια.
720Κι έτσι ο Φοίβος δεν το ᾽φερε σε τέλος
ούτε ο Λάιος —πράγμα φριχτό που τόσο
φοβόντανε— να σκοτωθεί απ᾽ το γιο του,
ούτε ο γιος του να σκοτώσει τον πατέρα.
Αυτά είχαν των χρησμών τα λόγια ορίσει,
κι εσύ καθόλου μην τους λογαριάζεις,
γιατ᾽ ό,τι βρίσκει ο Θεός πως είναι ανάγκη,
θα το φανέρων᾽ εύκολα και μόνος.


ΙΟΚ. Για το Θεό, πες μου κι εμένα, Οιδίπου,
τόση οργή για ποιό λόγο σε κατέχει;
700ΟΙΔ. Σου λέω, γιατί τιμώ εσένα απάνω απ᾽ όλους.
Ο λόγος είναι ο Κρέοντας κι οι βουλές του.
ΙΟΚ. Πες, να ιδώ αν καθαρά πως φταίει θα δείξεις.
ΟΙΔ. Φονιάς εγώ του Λάιου, λέει, πως είμαι.
ΙΟΚ. Αυτός το ξέρει, ή απ᾽ άλλους το ᾽χει μάθει;
ΟΙΔ. Το φαύλο μάντη μού έστειλε, γιατί ο ίδιος
κοιτά στα τέτοια να μη βγάνει ούτ᾽ άχνα.
ΙΟΚ. Μη γνοιάζεσαι λοιπόν γι᾽ αυτά, μα εμένα
άκου να μάθεις πως θνητός κανένας
τη μαντική την τέχνη δεν κατέχει.
710Κι απόδειξη ολοφάνερη σου φέρνω.
Στο Λάιο ήρθε χρησμός, δε λέω απ᾽ το Φοίβο
μα απ᾽ τους ιερείς του κάποτε, πως είναι
μοίρα του να πεθάνει απ᾽ το παιδί
που θα γεννιούνταν από με κι εκείνον.
Κι όμως αυτόν ξένοι ληστές σκοτώνουν
σιμά σ᾽ αμαξωτό τρίστρατο, ως λένε.
Και το παιδί, πριν τριώ μερώ να γίνει,
των ποδιών τα σφυρά αυτός δένοντάς του,
στέλνει και σε βουνό έρημο το ρίχνουν.
720Κι έτσι ο Απόλλων δεν άφησε ούτε τούτο
φονιάς να βγει του γονιού του, ούτε ο Λάιος
να πάθει απ᾽ το παιδί του όσα εφοβόταν.
Κι όμως αυτά οι χρησμοί μάς προφητεύαν.
Μη σε πλανεύουν. Ό,τι ο Θεός κρίνει
χρήσιμο εύκολα ο ίδιος φανερώνει.