ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΛΥΚ. Στην ώρα βγαίνεις, ω Αμφιτρύων, απ᾽ το παλάτι,
γιατί πολύς επέρασε καιρός που ακόμα
αλλάζετε και βάζετε νεκροστολίδια.
Εμπρός, τα τέκνα του Ηρακλή και τη γυναίκα
απ᾽ το παλάτι νά ᾽βγουν έξω διάταξέ τους,
για ν᾽ αποθάνουν όπως μόνοι τους θελήσαν.
ΑΜΦ. Με κυνηγάς τον δύστυχον, ω βασιλιά μου,
και για τους πεθαμένους μου σκληρά με βρίζεις·
έπρεπε να μη βιάζεσαι, κι ας είσαι αφέντης.
710Κι αφού μας φέρνεις στην ανάγκη του θανάτου,
πρέπει να στέργουμε και κάμε ό,τι νομίζεις.
ΛΥΚ. Πού ᾽ναι η Μεγάρα; πού ᾽ναι του Ηρακλή τα τέκνα;
ΑΜΦ. Θαρρώ που αυτή, καθώς μου φαίνεται απ᾽ τη θύρα,
ΛΥΚ. Τί πράγμα; ποιάν απόδειξη της γνώμης σου έχεις;
ΑΜΦ. πα στης εστίας τ᾽ αγνά σκαλιά κάθεται ικέτης.
ΛΥΚ. Ανώφελα για τη ζωή παρακαλώντας.
ΑΜΦ. Και μάταια τον νεκρό συχνοκαλεί τον άντρα,
ΛΥΚ. Μα αυτός δεν έρχεται, που είθε ποτέ μην έρθει.
ΑΜΦ. εξόν αν βέβαια θεός κανείς τον αναστήσει.
720ΛΥΚ. Πήγαινε μέσα κι εδώ οδήγησέ την έξω.
ΑΜΦ. Του φόνου μέτοχος κι εγώ θα ᾽μαι, αν το κάμω.
ΛΥΚ. Εγώ, επειδή είναι ανάγκη να σου το θυμίσω,
οπού δεν σκιάζομαι θα βγάλω έξω μονάχος
παιδιά και μάνα. Ω δούλοι μου, εδώ ακλουθάτε
με χαρά να ιδούμε των πόνων τους το τέλος.
ΑΜΦ. Πήγαινε, μα έρχεσαι όπου πρέπει· όμως για τ᾽ άλλα
άλλοι θα φροντίσουνε. Και να περιμένεις
κακό να πάθεις κάμνοντας κακό. Ω γερόντοι,
πάει σε καλή ώρα, και σε βρόχια σπαθοφόρα
730θα μπερδευτεί νομίζοντας πως θα σκοτώσει
τους άλλους ο παγκάκιστος. Να ιδώ πηγαίνω
νεκρός να πέφτει, γιατί ο εχθρός σαν αποθνήσκει,
πληρώνοντας τα όσα έκαμε κακά, χαρά είναι.
|