Στή βασιλική αυλή των Περσών [27.1] Ο Θουκυδίδης και ο Χάρων από τη Λάμψακο γράφουν στις ιστορίες τους ότι μετά το θάνατο του Ξέρξη, όταν πια βασίλευε ο γιος του, σ᾽ αυτόν παρουσιάστηκε ο Θεμιστοκλής. Αλλά ο Έφορος, ο Δείνων, ο Κλείταρχος, ο Ηρακλείδης και πολλοί άλλοι ακόμη λένε πως ο Θεμιστοκλής πήγε στον ίδιο τον Ξέρξη. [27.2] Φαίνεται όμως ότι ο Θουκυδίδης συμφωνεί περισσότερο με τα επίσημα χρονικά, μολονότι και αυτά ακόμη δε βρίσκονται σε λίγη σύγχυση. Ο Θεμιστοκλής λοιπόν, όταν βρέθηκε κοντά στην κρίσιμη ώρα του ταξιδιού του, συναντά πρώτα τον Αρτάβανο το χιλίαρχο και του λέει ότι είναι Έλληνας και θέλει να συναντηθεί με το βασιλιά για σπουδαίες υποθέσεις που τον ενδιαφέρουν εξαιρετικά. [27.3] Αυτός του απαντά: «Ξένε μου, οι συνήθειες των ανθρώπων είναι διαφορετικές σε κάθε τόπο. Άλλα νομίζουν καλά εδώ και άλλα αλλού. Μα όλοι νομίζουν σωστό να τιμούν και να διατηρούν τις δικές τους ιδιαίτερες συνήθειες. [27.4] Εσείς βέβαια λένε πως εκτιμάτε περισσότερο την ελευθερία και την ισότητα· εμείς πάλι έχουμε πολλές καλές συνήθειες, μα καλύτερη απ᾽ όλες είναι αυτή: να τιμούμε και να προσκυνούμε το βασιλιά, σαν εικόνα του Θεού που κυβερνά τα πάντα. [27.5] Αν λοιπόν αποδεχτείς τη δική μας συνήθεια και προσκυνήσεις το βασιλιά, τότε σου επιτρέπεται και να τον δεις και να του μιλήσεις· αν όμως έχεις άλλα στο νου σου, θα πρέπει να βρεις άλλους αγγελιοφόρους για να επικοινωνήσεις με αυτόν. Γιατί είναι πατροπαράδοτος νόμος για το βασιλιά να μη δέχεται σε ακρόαση άνθρωπο που δε θέλησε να τον προσκυνήσει». [27.6] Όταν άκουσε αυτά τα λόγια ο Θεμιστοκλής, του απαντά: «Μα εγώ, Αρτάβανε, ήρθα εδώ, για να αυξήσω τη δόξα και τη δύναμη του βασιλιά, επομένως και εγώ ο ίδιος θα υπακούσω στο νόμο σας, αφού έτσι το θέλησε ο Θεός που εξυψώνει τους Πέρσες, και εξαιτίας μου θα προσκυνούν το βασιλιά πολύ περισσότεροι ακόμη από όσους τώρα τον προσκυνούν. Ώστε αυτό ας μη γίνει καθόλου εμπόδιο στις προτάσεις που επιθυμώ να κάμω σ᾽ εκείνον». [27.7] «Και ποιός Έλληνας», είπε ο Αρτάβανος, «θα πούμε στο βασιλιά ότι ήρθε εδώ; Γιατί, βέβαια, από τον τρόπο που φανερώνεις τις σκέψεις σου δε φαίνεσαι να είσαι τυχαίος άνθρωπος». Και ο Θεμιστοκλής του αποκρίθηκε: «Αυτό, Αρτάβανε, δε θα το μάθει κανένας πριν από το βασιλιά». [27.8] Όλα αυτά τα διηγείται ο Φανίας. Και ο Έρατοσθένης στο βιβλίο του «Περί πλούτου», προσθέτει ότι μια γυναίκα που είχε μαζί του ο χιλίαρχος και που ήταν Ελληνίδα από την Ερέτρια, μεσολάβησε, για να συναντηθεί και συστηθεί με τον Αρτάβανο ο Θεμιστοκλής.
|