Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (7.163.1-7.167.2)

[7.163.1] Οἱ μὲν δὴ τῶν Ἑλλήνων ἄγγελοι τοιαῦτα τῷ Γέλωνι χρηματισάμενοι ἀπέπλεον· Γέλων δὲ πρὸς ταῦτα δείσας μὲν περὶ τοῖσι Ἕλλησι μὴ οὐ δύνωνται τὸν βάρβαρον ὑπερβαλέσθαι, δεινὸν δὲ καὶ οὐκ ἀνασχετὸν ποιησάμενος ἐλθὼν ἐς Πελοπόννησον ἄρχεσθαι ὑπὸ Λακεδαιμονίων, ἐὼν Σικελίης τύραννος, ταύτην μὲν τὴν ὁδὸν ἠμέλησε, ὁ δὲ ἄλλης εἴχετο· [7.163.2] ἐπείτε γὰρ τάχιστα ἐπύθετο τὸν Πέρσην διαβεβηκότα τὸν Ἑλλήσποντον, πέμπει πεντηκοντέροισι τρισὶ Κάδμον τὸν Σκύθεω ἄνδρα Κῷον ἐς Δελφούς, ἔχοντα χρήματα πολλὰ καὶ φιλίους λόγους, καραδοκήσοντα τὴν μάχην τῇ πεσέεται, καὶ ἢν μὲν ὁ βάρβαρος νικᾷ, τά τε χρήματα αὐτῷ διδόναι καὶ γῆν τε καὶ ὕδωρ τῶν ἄρχει ὁ Γέλων, ἢν δὲ οἱ Ἕλληνες, ὀπίσω ἀπάγειν. [7.164.1] ὁ δὲ Κάδμος οὗτος πρότερον τούτων παραδεξάμενος παρὰ πατρὸς τυραννίδα Κῴων εὖ βεβηκυῖαν, ἑκών τε εἶναι καὶ δεινοῦ ἐπιόντος οὐδενὸς ἀλλ᾽ ὑπὸ δικαιοσύνης ἐς μέσον Κῴοισι καταθεὶς τὴν ἀρχὴν οἴχετο ἐς Σικελίην, ἔνθα μετὰ Σαμίων ἔσχε τε καὶ κατοίκησε πόλιν Ζάγκλην τὴν ἐς Μεσσήνην μεταβαλοῦσαν τὸ οὔνομα. [7.164.2] τοῦτον δὴ ὁ Γέλων τὸν Κάδμον καὶ τοιούτῳ τρόπῳ ἀπικόμενον διὰ δικαιοσύνην, τήν οἱ αὐτὸς ἄλλην συνῄδεε ἐοῦσαν, ἔπεμπε· ὃς ἐπὶ τοῖσι ἄλλοισι δικαίοισι τοῖσι ἐξ ἑωυτοῦ ἐργασμένοισι καὶ τόδε οὐκ ἐλάχιστον τούτων ἐλίπετο· κρατήσας [γὰρ] μεγάλων χρημάτων τῶν οἱ Γέλων ἐπετράπετο, παρεὸν κατασχέσθαι οὐκ ἠθέλησε, ἀλλ᾽ ἐπεὶ οἱ Ἕλληνες ἐπεκράτησαν τῇ ναυμαχίῃ καὶ Ξέρξης οἰχώκεε ἀπελαύνων, καὶ δὴ καὶ ἐκεῖνος ἀπίκετο ἐς τὴν Σικελίην ἀπὸ πάντα τὰ χρήματα ἄγων. [7.165.1] λέγεται δὲ καὶ τάδε ὑπὸ τῶν ἐν τῇ Σικελίῃ οἰκημένων, ὡς ὅμως καὶ μέλλων ἄρχεσθαι ὑπὸ Λακεδαιμονίων ὁ Γέλων ἐβοήθησε ἂν τοῖσι Ἕλλησι, εἰ μὴ ὑπὸ Θήρωνος τοῦ Αἰνησιδήμου Ἀκραγαντίνων μουνάρχου ἐξελασθεὶς ἐξ Ἱμέρης Τήριλλος ὁ Κρινίππου, τύραννος ἐὼν Ἱμέρης, ἐπῆγε ὑπ᾽ αὐτὸν τὸν χρόνον τοῦτον Φοινίκων καὶ Λιβύων καὶ Ἰβήρων καὶ Λιγύων καὶ Ἐλισύκων καὶ Σαρδονίων καὶ Κυρνίων τριήκοντα μυριάδας καὶ στρατηγὸν αὐτῶν Ἀμίλκαν τὸν Ἄννωνος, Καρχηδονίων ἐόντα βασιλέα, κατὰ ξεινίην τε τὴν ἑωυτοῦ ὁ Τήριλλος ἀναγνώσας καὶ μάλιστα διὰ τὴν Ἀναξίλεω τοῦ Κρητίνεω προθυμίην, ὃς, Ῥηγίου ἐὼν τύραννος, τὰ ἑωυτοῦ τέκνα δοὺς ὁμήρους Ἀμίλκᾳ ἐπῆγε ἐπὶ τὴν Σικελίην τιμωρέων τῷ πενθερῷ· Τηρίλλου γὰρ εἶχε θυγατέρα Ἀναξίλεως, τῇ οὔνομα ἦν Κυδίππη. οὕτω δὴ οὐκ οἷόν τε γενόμενον βοηθέειν τὸν Γέλωνα τοῖσι Ἕλλησι ἀποπέμπειν ἐς Δελφοὺς τὰ χρήματα. [7.166.1] πρὸς δὲ καὶ τάδε λέγουσι, ὡς συνέβη τῆς αὐτῆς ἡμέρης ἔν τε τῇ Σικελίῃ Γέλωνα καὶ Θήρωνα νικᾶν Ἀμίλκαν τὸν Καρχηδόνιον καὶ ἐν Σαλαμῖνι τοὺς Ἕλληνας τὸν Πέρσην. τὸν δὲ Ἀμίλκαν, Καρχηδόνιον ἐόντα πρὸς πατρός, μητρόθεν δὲ Συρηκόσιον, βασιλεύσαντά τε κατ᾽ ἀνδραγαθίην Καρχηδονίων, ὡς ἡ συμβολή τε ἐγίνετο καὶ ὡς ἑσσοῦτο τῇ μάχῃ, ἀφανισθῆναι πυνθάνομαι· οὔτε γὰρ ζῶντα οὔτε ἀποθανόντα φανῆναι οὐδαμοῦ γῆς· τὸ πᾶν γὰρ ἐπεξελθεῖν διζήμενον Γέλωνα. [7.167.1] ἔστι δὲ ὑπ᾽ αὐτῶν Καρχηδονίων ὅδε λόγος λεγόμενος, οἰκότι χρεωμένων, ὡς οἱ μὲν βάρβαροι τοῖσι Ἕλλησι [ἐν τῇ Σικελίῃ] ἐμάχοντο ἐξ ἠοῦς ἀρξάμενοι μέχρι δείλης ὀψίης (ἐπὶ τοσοῦτο γὰρ λέγεται ἑλκύσαι τὴν σύστασιν), ὁ δὲ Ἀμίλκας ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ μένων ἐν τῷ στρατοπέδῳ [ἐθύετο] καὶ ἐκαλλιερέετο ἐπὶ πυρῆς μεγάλης σώματα ὅλα καταγίζων, ἰδὼν δὲ τροπὴν τῶν ἑωυτοῦ γινομένην, ὡς ἔτυχε ἐπισπένδων τοῖσι ἱροῖσι, ὦσε ἑωυτὸν ἐς τὸ πῦρ· οὕτω δὴ κατακαυθέντα ἀφανισθῆναι. [7.167.2] ἀφανισθέντι δὲ Ἀμίλκᾳ τρόπῳ εἴτε τοιούτῳ ὡς Φοίνικες λέγουσι, εἴτε ἑτέρῳ [ὡς Καρχηδόνιοι καὶ Συρηκόσιοι], τοῦτο μέν οἱ θύουσι, τοῦτο δὲ μνήματα ἐποίησαν ἐν πόσῃσι τῇσι πόλισι τῶν ἀποικίδων, ἐν αὐτῇ τε μέγιστον Καρχηδόνι. τὰ μὲν ἀπὸ Σικελίης τοσαῦτα.

[7.163.1] Λοιπόν, οι απεσταλμένοι των Ελλήνων, ύστερ᾽ απ᾽ αυτές τις διαπραγματεύσεις με τον Γέλωνα, γύρισαν πίσω με τα καράβια τους· ο Γέλων, μια κι έτσι πήγαν τα πράγματα, από τη μια έχοντας φόβο για τους Έλληνες, μήπως δεν μπορέσουν να βάλουν κάτω τον βάρβαρο, κι από την άλλη θεωρώντας φοβερό και απαράδεκτο να πάει στην Πελοπόννησο και να τον εξουσιάζουν οι Λακεδαιμόνιοι, αυτόν, τον τύραννο της Σικελίας, εγκατέλειψε αυτό το δρόμο και πήρε διαφορετικό· [7.163.2] αμέσως μόλις έμαθε πως ο Πέρσης είχε διαβεί τον Ελλήσποντο, στέλνει με τρεις πεντηκοντόρους στους Δελφούς τον Κάδμο, το γιο του Σκύθη, που καταγόταν από την Κω, με πολλά χρήματα και φιλικές προτάσεις για να καιροσκοπήσει, προς τα πού θα γείρει η ζυγαριά του πολέμου· κι αν νικητής βγει ο βάρβαρος, να δώσει σ᾽ αυτόν και τα χρήματα και γην και ύδωρ για τα μέρη που όριζε ο Γέλων· αν οι Έλληνες, να γυρίσει πίσω.
[7.164.1] Αυτός ο Κάδμος στο παρελθόν είχε παραλάβει από τον πατέρα του την τυραννική εξουσία στην Κω, σταθερά θεμελιωμένη· και με τη θέλησή του, χωρίς ν᾽ αντιμετωπίζει κανένα κίνδυνο, από αίσθημα δικαιοσύνης και μόνο παραιτήθηκε από την εξουσία και την έκανε κοινό κτήμα των Κώων κι έφυγε στη Σικελία, όπου, με τη σύμπραξη των Σαμίων κυρίεψε την πόλη Ζάγκλη (που άλλαξε τ᾽ όνομά της και λέγεται Μεσσήνη) κι εγκαταστάθηκε σ᾽ αυτή. [7.164.2] Ο Γέλων λοιπόν σ᾽ αυτό τον Κάδμο, που είχε φτάσει εκεί με τον τρόπο που είπαμε, του ανέθεσε αυτή την αποστολή, εξαιτίας της δικαιοσύνης του, για την οποία είχε και άλλες, προσωπικές μαρτυρίες. Κι εκείνος, κοντά στις άλλες δίκαιες πράξεις του, άφησε στη μνήμη των ανθρώπων κι αυτή, τη μεγαλύτερη απ᾽ όλες: ενώ είχε στα χέρια του μεγάλα χρηματικά ποσά, που του τα είχε εμπιστευθεί ο Γέλων, και μπορούσε να τα κατακρατήσει, δεν το καταδέχτηκε, αλλά, όταν οι Έλληνες νίκησαν στη ναυμαχία κι ο Ξέρξης πήρε βιαστικά το δρόμο του γυρισμού, τότε κι εκείνος, έχοντας μαζί του όλα τα χρήματα, γύρισε στη Σικελία.
[7.165.1] Αυτοί που είναι εγκατεστημένοι στη Σικελία προσθέτουν και τα εξής: πως ο Γέλων, κι ας ήταν να ᾽ναι κάτω από τις διαταγές των Λακεδαιμονίων, θα βοηθούσε τους Έλληνες, αν ο Τήριλλος, ο γιος του Κρινίππου, τύραννος της Ιμέρας, δεν εξοριζόταν από τον μονάρχη των Ακραγαντίνων, τον Θήρωνα, γιο του Αινησιδήμου, από την Ιμέρα και δεν έκανε να συναχτούν εναντίον του Θήρωνος εκείνο τον καιρό στρατιωτικές δυνάμεις τριακοσίων χιλιάδων αντρών από Φοίνικες και Λίβυες και Ίβηρες και Λίγυες και Ελισύκους και Σαρδηνίους και Κυρνίους, με στρατηγό τους το βασιλιά των Καρχηδονίων Αμίλκα, το γιο του Άννωνος· αυτόν τον έπεισε ο Τήριλλος με τους δεσμούς φιλίας που είχε μαζί του, περισσότερο όμως με τη δραστηριότητα που έδειχνε ο Αναξίλας, ο γιος του Κρατίνου, τύραννος του Ρηγίου, που έδωσε τα παιδιά του ομήρους στον Αμίλκα και τον ξεσήκωσε εναντίον της Σικελίας, βοηθώντας τον πεθερό του· γιατί ο Αναξίλας είχε τη θυγατέρα του Τηρίλλου, που την έλεγαν Κυδίππη· κι έτσι δε στάθηκε δυνατό ο Γέλων να βοηθήσει τους Έλληνες κι έστειλε εκείνα τα χρήματα στους Δελφούς.
[7.166.1] Και συμπληρώνουν τη διήγησή τους με τ᾽ ακόλουθα, πως συνέβη την ίδια μέρα να νικούν στη Σικελία ο Γέλων και ο Θήρων τον Αμίλκα τον Καρχηδόνιο και στη Σαλαμίνα οι Έλληνες τους Πέρσες. Και πληροφορήθηκα πως ο Αμίλκας, που από τη μεριά του πατέρα του ήταν Καρχηδόνιος, αλλά από της μητέρας του Συρακούσιος, κι έγινε βασιλιάς των Καρχηδονίων με τ᾽ ανδραγαθήματά του, όταν ήρθαν στα χέρια και νικιόταν στη μάχη, έγινε άφαντος· γιατί δε φάνηκε πουθενά πάνω στη γη, ούτε ζωντανός ούτε πεθαμένος, μολονότι ο Γέλων δεν άφησε μεριά που δεν την ερεύνησε αναζητώντας τον.
[7.167.1] Τώρα, οι Καρχηδόνιοι από τη μεριά τους διηγούνται την εξής ιστορία, που φαίνεται πιθανή· ότι οι βάρβαροι πολεμούσαν με τους Έλληνες, και μάχονταν από την αυγή ώς αργά το δειλινό (γιατί λένε πως τόσο κράτησε η σύγκρουση), κι ο Αμίλκας όλο αυτό το διάστημα έμενε στο στρατόπεδο κι έκανε θυσίες για να πάρει αίσιο προμήνυμα, ρίχνοντας πάνω σε μεγάλη πυρά τα σφάγια μ᾽ όλα τους τα μέλη· κι όταν είδε το στράτευμά του να τρέπεται σε φυγή, όπως βρέθηκε να κάνει σπονδές πάνω στα σφάγια, ρίχτηκε από μόνος του στη φωτιά· κι έτσι λοιπόν έγινε στάχτη κι εξαφανίστηκε. [7.167.2] Και για τον Αμίλκα, που εξαφανίστηκε είτε με τον τρόπο που λένε οι Φοίνικες είτε με κάποιον άλλο, κάνουν θυσίες για να τον τιμήσουν κι έχτισαν κενοτάφια σ᾽ όλες τις πόλεις των αποικιών τους, και το μεγαλύτερο στην ίδια την Καρχηδόνα. Αυτά λοιπόν για τα γεγονότα της Σικελίας.