Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Ἀγαμέμνων (717-736)


ἔθρεψεν δὲ λέοντος ἶ- [στρ. β]
νιν δόμοις ἀγάλακτον οὕ-
τως ἀνὴρ φιλόμαστον,
720 ἐν βιότου προτελείοις
ἅμερον, εὐφιλόπαιδα
καὶ γεραροῖς ἐπίχαρτον.
πολέα δ᾽ ἔσκ᾽ ἐν ἀγκάλαις
νεοτρόφου τέκνου δίκαν,
725 φαιδρωπὸς ποτὶ χεῖρα σαί-
νων τε γαστρὸς ἀνάγκαις.

χρονισθεὶς δ᾽ ἀπέδειξεν ἦ- [ἀντ. β]
θος τὸ πρὸς τοκέων· χάριν
γὰρ τροφεῦσιν ἀμείβων
730 μηλοφόνοισι μάταισιν
δαῖτ᾽ ἀκέλευστος ἔτευξεν,
αἵματι δ᾽ οἶκος ἐφύρθη,
ἄμαχον ἄλγος οἰκέταις,
μέγα σίνος πολυκτόνον.
735 ἐκ θεοῦ δ᾽ ἱερεύς τις ἄ-
τας δόμοις προσεθρέφθη.


Έτσι και μια φορά ένας έθρεψε
στο σπίτι του γαλαθηνό λιοντάρι,
αποκομμένο απ᾽ το βυζί της μάνας του
720στις πρώτες μέρες του ένα χάδι,
αχώριστο συντρόφι των παιδιών
και των γέρων ξαραθυμιά μεγάλη.
Συχνά σαν να ᾽τανε νεογέννητο παιδί
στην αγκαλιά του το κρατούσε
και κείνο χαρωπά χαϊδεύονταν
στο χέρι, που το χόρταινε αν πεινούσε.

Μα ήρθε καιρός και το ᾽δειξ᾽ από ποιούς
γονιούς βαστούσε, και για να πλερώσει
τη χάρη της θροφής του, πήγε ακάλεστα
μια νύχτα το τραπέζι του να στρώσει
730μέσα στα σπαραγμένα πρόβατα,
π᾽ όλο το σπίτι απ᾽ το αίμα να φουντώσει,
αγιάτρευτη βαρειά πληγή στους σπιτικούς
πολύφονη ζημιά μεγάλη·
λες και θεός στο σπίτι επίτηδες
ιερέα συμφοράς τον είχε βάλει.