Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (1.93.1-1.94.7)

[1.93.1] Θώματα δὲ γῆ ‹ἡ› Λυδίη ἐς συγγραφὴν οὐ μάλα ἔχει, οἷά τε καὶ ἄλλη χώρη, πάρεξ τοῦ ἐκ τοῦ Τμώλου καταφερομένου ψήγματος. [1.93.2] ἓν δὲ ἔργον πολλὸν μέγιστον παρέχεται χωρὶς τῶν τε Αἰγυπτίων ἔργων καὶ τῶν Βαβυλωνίων· ἔστι αὐτόθι Ἀλυάττεω τοῦ Κροίσου πατρὸς σῆμα, τοῦ ἡ κρηπὶς μέν ἐστι λίθων μεγάλων, τὸ δὲ ἄλλο σῆμα χῶμα γῆς. ἐξεργάσαντο δέ μιν οἱ ἀγοραῖοι ἄνθρωποι καὶ οἱ χειρώνακτες καὶ αἱ ἐνεργαζόμεναι παιδίσκαι. [1.93.3] οὖροι δὲ πέντε ἐόντες ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ ἦσαν ἐπὶ τοῦ σήματος ἄνω, καί σφι γράμματα ἐνεκεκόλαπτο τὰ ἕκαστοι ἐξεργάσαντο. καὶ ἐφαίνετο μετρεόμενον τὸ τῶν παιδισκέων ἔργον ἐὸν μέγιστον. [1.93.4] τοῦ γὰρ δὴ Λυδῶν δήμου αἱ θυγατέρες πορνεύονται πᾶσαι, συλλέγουσαι σφίσι φερνάς, ἐς ὃ ἂν συνοικήσωσι τοῦτο ποιεῦσαι· ἐκδιδοῦσι δὲ αὐταὶ ἑωυτάς. [1.93.5] ἡ μὲν δὴ περίοδος τοῦ σήματός εἰσι στάδιοι ἓξ καὶ δύο πλέθρα, τὸ δὲ εὖρός ἐστι πλέθρα τρία καὶ δέκα· λίμνη δὲ ἔχεται τοῦ σήματος μεγάλη, τὴν λέγουσι Λυδοὶ ἀένναον εἶναι· καλέεται δὲ αὕτη Γυγαίη. τοῦτο μὲν δὴ τοιοῦτό ἐστι. [1.94.1] Λυδοὶ δὲ νόμοισι μὲν παραπλησίοισι χρέωνται καὶ Ἕλληνες, χωρὶς ἢ ὅτι τὰ θήλεα τέκνα καταπορνεύουσι. πρῶτοι δὲ ἀνθρώπων τῶν ἡμεῖς ἴδμεν νόμισμα χρυσοῦ καὶ ἀργύρου κοψάμενοι ἐχρήσαντο, πρῶτοι δὲ καὶ κάπηλοι ἐγένοντο. [1.94.2] φασὶ δὲ αὐτοὶ Λυδοὶ καὶ τὰς παιγνίας τὰς νῦν σφίσι τε καὶ Ἕλλησι κατεστεώσας ἑωυτῶν ἐξεύρημα γενέσθαι. ἅμα δὲ ταύτας τε ἐξευρεθῆναι παρὰ σφίσι λέγουσι καὶ Τυρσηνίην ἀποικίσαι, ὧδε περὶ αὐτῶν λέγοντες· [1.94.3] ἐπὶ Ἄτυος τοῦ Μάνεω βασιλέος σιτοδείην ἰσχυρὴν ἀνὰ τὴν Λυδίην πᾶσαν γενέσθαι· καὶ τοὺς Λυδοὺς ἕως μὲν διάγειν λιπαρέοντας, μετὰ δέ, ὡς οὐ παύεσθαι, ἄκεα δίζησθαι, ἄλλον δὲ ἄλλο ἐπιμηχανᾶσθαι αὐτῶν. ἐξευρεθῆναι δὴ ὦν τότε καὶ τῶν κύβων καὶ τῶν ἀστραγάλων καὶ τῆς σφαίρης καὶ τῶν ἀλλέων πασέων παιγνιέων τὰ εἴδεα, πλὴν πεσσῶν· τούτων γὰρ ὦν τὴν ἐξεύρεσιν οὐκ οἰκηιοῦνται Λυδοί. [1.94.4] ποιέειν δὲ ὧδε πρὸς τὸν λιμὸν ἐξευρόντας· τὴν μὲν ἑτέρην τῶν ἡμερέων παίζειν πᾶσαν, ἵνα δὴ μὴ ζητέοιεν σιτία, τὴν δὲ ἑτέρην σιτέεσθαι παυομένους τῶν παιγνιέων. τοιούτῳ τρόπῳ διάγειν ἐπ᾽ ἔτεα δυῶν δέοντα εἴκοσι. [1.94.5] ἐπείτε δὲ οὐκ ἀνιέναι τὸ κακόν, ἀλλ᾽ ἔτι ἐπὶ μᾶλλον βιάζεσθαι, οὕτω δὴ τὸν βασιλέα αὐτῶν δύο μοίρας διελόντα Λυδῶν πάντων κληρῶσαι τὴν μὲν ἐπὶ μονῇ, τὴν δ᾽ ἐπὶ ἐξόδῳ ἐκ τῆς χώρης, καὶ ἐπὶ μὲν τῇ μένειν αὐτοῦ λαγχανούσῃ τῶν μοιρέων ἑωυτὸν τὸν βασιλέα προστάσσειν, ἐπὶ δὲ τῇ ἀπαλλασσομένῃ τὸν ἑωυτοῦ παῖδα, τῷ οὔνομα εἶναι Τυρσηνόν. [1.94.6] λαχόντας δὲ αὐτῶν τοὺς ἑτέρους ἐξιέναι ἐκ τῆς χώρης [καὶ] καταβῆναι ἐς Σμύρνην καὶ μηχανήσασθαι πλοῖα, ἐς τὰ ἐσθεμένους τὰ πάντα, ὅσα σφι ἦν χρηστὰ ἐπίπλοα, ἀποπλέειν κατὰ βίου τε καὶ γῆς ζήτησιν, ἐς ὃ ἔθνεα πολλὰ παραμειψαμένους ἀπικέσθαι ἐς Ὀμβρικούς, ἔνθα σφέας ἐνιδρύσασθαι πόλιας καὶ οἰκέειν τὸ μέχρι τοῦδε. [1.94.7] ἀντὶ δὲ Λυδῶν μετονομασθῆναι αὐτοὺς ἐπὶ τοῦ βασιλέος τοῦ παιδός, ὅς σφεας ἀνήγαγε· ἐπὶ τούτου τὴν ἐπωνυμίην ποιευμένους ὀνομασθῆναι Τυρσηνούς. Λυδοὶ μὲν δὴ ὑπὸ Πέρσῃσι ἐδεδούλωντο.

[1.93.1] Αξιοπερίεργα, για να τα περιγράψει κανείς, δεν έχει και πολλά η Λυδία, όπως ας πούμε άλλες χώρες, παρά μόνον τα ψήγματα χρυσού που κατεβαίνουν από τον Τμώλο. [1.93.2] Ένα χτίσμα ωστόσο ξεχωρίζει πολύ με το μέγεθός του, αν εξαιρέσει κανείς τα χτίσματα των Αιγυπτίων και των Βαβυλωνίων. Υπάρχει εκεί ο τύμβος του Αλυάττη, του πατέρα του Κροίσου, που ο περίβολός του είναι από μεγάλες πέτρες, ενώ το υπόλοιπό του από συσσωρευμένο χώμα. Τον έφτιαξαν με έξοδά τους οι άνθρωποι της αγοράς, οι τεχνίτες και τα κορίτσια που εμπορεύονται το κορμί τους. [1.93.3] Ορόσημα, πέντε τον αριθμό, ήσαν στημένα ακόμη και στα χρόνια μου στην κορφή του τύμβου, και σκαλισμένες επιγραφές έλεγαν τί έκανε το κάθε σωματείο· από την καταμέτρηση φαινόταν πως το έργο των κοριτσιών ήταν το μεγαλύτερο. [1.93.4] Γιατί πραγματικά όλα τα κορίτσια στη Λυδία πορνεύονται, μαζεύοντας έτσι την προίκα τους, κι αυτό το κάνουν ώσπου να παντρευτούν· βρίσκουν τον άνδρα μόνες τους. [1.93.5] Η περιφέρεια του τύμβου είναι έξι στάδια και δύο πλέθρα, το πλάτος του δεκατρία πλέθρα. Κολλητά στον τύμβο υπάρχει μια μεγάλη λίμνη, που οι Λυδοί λεν πως είναι αστείρευτη· ονομάζεται λίμνη του Γύγη. Έτσι λοιπόν έχει το πράγμα με το μνημείο αυτό.
[1.94.1] Οι Λυδοί έχουν παραπλήσια έθιμα με τους Έλληνες, μόνον που αφήνουν τα κορίτσια τους να πορνεύονται. Πρώτοι αυτοί, όσο ξέρουμε, από τους ανθρώπους έκοψαν και έθεσαν σε κυκλοφορία νομίσματα σε χρυσό και ασήμι, κι αυτοί πάλι πρώτοι έγιναν μεταπράτες. [1.94.2] Οι ίδιοι οι Λυδοί ισχυρίζονται πως και τα παιχνίδια, που συνηθίζονται σήμερα στον τόπο τους και στην Ελλάδα, είναι δική τους εφεύρεση. Την ίδια εποχή που βρήκαν τα παιχνίδια αυτά, λεν πως αποίκισαν την Τυρσηνία — και νά πώς διηγούνται το πράγμα: [1.94.3] Στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο Άτης, ο γιος του Μάνη, έπεσε σ᾽ όλη τη Λυδία μεγάλη σιτοδεία· πως οι Λυδοί στην αρχή βαστούσαν υπομονητικά, ύστερα όμως, καθώς το κακό δε σταματούσε, ζητούσαν να το θεραπεύσουν, και ο καθένας τους έβρισκε και κάτι άλλο. Πως τότε βρέθηκαν λέει τα παιχνίδια και με τα ζάρια και με τα κότσια και με την μπάλα, κι όλα τα άλλα είδη παιχνιδιών, εκτός από τους πεσσούς· γιατί αυτών την ανακάλυψη δεν τη θέλουν δική τους οι Λυδοί. [1.94.4] Πως βρήκαν λέει και εφάρμοσαν την εξής λύση, για να αντιμετωπίσουν την πείνα τους: τη μια μέρα έπαιζαν από το πρωί ώς το βράδυ για να ξεχνούν την πείνα τους, την άλλη σταματούσαν το παιχνίδι κι έτρωγαν· μ᾽ αυτόν τον τρόπο πέρασαν δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια. [1.94.5] Καθώς όμως το κακό δε μετριαζόταν αλλά πήγαινε προς το χειρότερο, πήρε λέει τότε την απόφαση ο βασιλιάς να χωρίσει όλους τους Λυδούς σε δύο ομάδες και να ρίξει κλήρο: η μια έπρεπε να μείνει, η άλλη να σηκωθεί και να φύγει από τον τόπο που έμεναν. Πως σε κείνην την ομάδα που θα έπεφτε ο κλήρος να μείνει αυτού, όρισε ο βασιλιάς τον εαυτό του να είναι αρχηγός, στην άλλη που θα ξεσηκωνόταν να φύγει, το γιο του, που το όνομά του ήταν Τυρσηνός. [1.94.6] Όταν ο κλήρος έπεσε στους άλλους να ξεσηκωθούν και να αφήσουν τον τόπο τους, λεν πως αυτοί κατέβηκαν στη Σμύρνη, έφτιαξαν πλοία, έβαλαν μέσα ό,τι πολύτιμο είχαν σε κινητή περιουσία, και άνοιξαν πανιά, για να βρουν τρόπο και τόπο να ζήσουν. Αφού περάσανε από πολλούς λαούς, έφτασαν λέει στους Ομβρικούς, όπου και ίδρυσαν πόλεις και μένουν ώς τα τώρα. [1.94.7] Αντί Λυδοί άλλαξαν όνομα και πήρανε το όνομα του γιου του βασιλιά που τους οδήγησε· σύμφωνα με το όνομα αυτού ονομάστηκαν Τυρσηνοί. Τότε λοιπόν οι Λυδοί έγιναν δούλοι των Περσών.