ΟΡΕ. Και πώς κι αυτόν κι εκείνη θα σκοτώσω;
ΗΛΕ. Εγώ της μάνας μας τον φόνο θα ετοιμάσω.
ΟΡΕ. Κι η τύχη θα συντρέξει και για κείνα.
ΗΛΕ. Ας βοηθήσει ετούτος και στα δύο.
650ΟΡΕ. Καλά· για τον χαμό της βρήκες τρόπο;
ΗΛΕ. Πήγαινε, γέροντα, και πες της Κλυταιμήστρας
ετούτα: έχω γεννήσει γιο κι είμαι λεχώνα.
ΓΕΡ. Είναι καιρός που τάχα γέννησες ή τώρα;
ΗΛΕ. Πριν δέκα μέρες που εξαγνίζεται η λεχώνα.
ΓΕΡ. Κι αυτό λοιπόν θα φέρει τον χαμό της;
ΗΛΕ. Τη λεχωνιά μου όταν ακούσει, θα ᾽ρθει.
ΓΕΡ. Γιατί; Θαρρείς πως νοιάζεται για σένα;
ΗΛΕ. Ναι· τ᾽ άμοιρο θα λυπηθεί μωρό μου.
ΓΕΡ. Μπορεί· στο ζήτημά μας γύρνα πάλι.
660ΗΛΕ. Αν έρθει, θα χαθεί το δίχως άλλο.
ΓΕΡ. Ας πούμε ότι ζυγώνει το κατώφλι σου.
ΗΛΕ. Δεν είναι σα να πάει κατά τον Άδη;
ΓΕΡ. Μακάρι να το δω κι ας ξεψυχήσω.
ΗΛΕ. Και πρώτα, γέρο, αυτόν οδήγησέ τον…
ΓΕΡ. Εκεί που τώρα ο Αίγισθος θυσιάζει;
ΗΛΕ. Ύστερα λες στη μάνα μου όσα σου είπα.
ΓΕΡ. Θα ᾽ναι σα να τ᾽ ακούει από το στόμα σου.
ΗΛΕ. Το έργο σου τώρα, έχεις τον πρώτο φόνο.
ΟΡΕ. Πηγαίνω· ένας τον δρόμο να μου δείξει.
670ΓΕΡ. Εγώ με την καρδιά μου σ᾽ οδηγάω.
ΟΡΕ. Ω! Δία προστάτη, διώξε τους εχθρούς μας.
ΗΛΕ. Λυπήσου μας· τρανές οι συμφορές μας.
ΓΕΡ. Σπλαχνίσου τους, κρατούν απ᾽ τη γενιά σου.
ΗΛΕ. Κι ω! Ήρα εσύ, των Μυκηναίων βωμών μητέρα…
ΟΡΕ. Δώσ᾽ μας τη νίκη, αν δίκαια τη ζητάμε.
ΓΕΡ. Βοήθα να εκδικήσουν τον γονιό τους.
ΟΡΕ. Πατέρα, που σε βύθισαν στον Άδη.
ΗΛΕ. και Γη σεβάσμια, που με τα χέρια μου σε κρούω…
ΓΕΡ. Βοήθα, βοήθα τα παιδιά τ᾽ αγαπημένα.
680ΟΡΕ. Πάρε όλους τους νεκρούς και σύντρεξέ μας.
ΗΛΕ. Όσοι μαζί σου αφάνισαν τους Φρύγες.
ΓΕΡ. Κι όσοι μισούνε τους ανόσιους φονιάδες.
ΗΛΕ. Τ᾽ άκουσες, που φριχτά σε παίδεψεν η μάνα;
ΓΕΡ. Όλα ο γονιός τ᾽ ακούει, το ξέρω· ώρα να πάμε.
ΗΛΕ. Και σου το λέω να ξέρεις: να πεθάνει
ο Αίγισθος· γιατί άμα νικημένος
πέσεις κι αφανιστείς, τότε κι εγώ
σκοτώθηκα και μη με λογαριάζεις
για ζωντανή. Με δίστομο ξιφάρι
θα κόψω τον λαιμό μου. Τώρα πάω
μέσα για να στολίσω. Κι όταν έρθει
690δικό σου μήνυμα καλό, το σπίτι
θ᾽ αντιβουίξει ολάκερο· όμως
αν σκοτωθείς, τ᾽ αντίθετα θα γίνουν·
αυτά είχα να σου πω.
ΟΡΕ. Όλα τα ξέρω.
ΗΛΕ. Γι᾽ αυτό πρέπει να δείξεις άντρας.
(Φεύγουν ο γέροντας, ο Ορέστης με τον Πυλάδη και οι ακόλουθοί τους.)
Σεις γυναίκες,
της μάχης τούτης το αποτέλεσμα καθάρια
να μου το πείτε· εγώ θα περιμένω
βαστώντας έτοιμο σπαθί στο χέρι.
Ποτέ μου δεν θ᾽ αφήσω, αν με νικήσουν,
να με χλευάσουν άθλια οι εχθροί μου.
(Μπαίνει στην καλύβα.)
|