Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (7.26.1-7.29.3)

[7.26.1] Ἐν ᾧ δὲ οὗτοι τὸν προκείμενον πόνον ἐργάζοντο, ἐν τούτῳ ὁ πεζὸς ἅπας συλλελεγμένος ἅμα Ξέρξῃ ἐπορεύετο ἐς Σάρδις, ἐκ Κριτάλλων ὁρμηθεὶς τῶν ἐν Καππαδοκίῃ· ἐνθαῦτα γὰρ εἴρητο συλλέγεσθαι πάντα τὸν κατ᾽ ἤπειρον μέλλοντα ἅμα αὐτῷ Ξέρξῃ πορεύεσθαι στρατόν. [7.26.2] ὃς μέν νυν τῶν ὑπάρχων στρατὸν κάλλιστα ἐσταλμένον ἀγαγὼν τὰ προκείμενα παρὰ βασιλέος ἔλαβε δῶρα, οὐκ ἔχω φράσαι· οὐδὲ γὰρ ἀρχὴν ἐς κρίσιν τούτου πέρι ἐλθόντας οἶδα. [7.26.3] οἱ δὲ ἐπείτε διαβάντες τὸν Ἅλυν ποταμὸν ὡμίλησαν τῇ Φρυγίῃ, δι᾽ αὐτῆς πορευόμενοι παρεγένοντο ἐς Κελαινάς, ἵνα πηγαὶ ἀναδιδοῦσι Μαιάνδρου ποταμοῦ καὶ ἑτέρου οὐκ ἐλάσσονος ἢ Μαιάνδρου, τῷ οὔνομα τυγχάνει ἐὸν Καταρρήκτης, ὃς ἐξ αὐτῆς τῆς ἀγορῆς τῆς Κελαινέων ἀνατέλλων ἐς τὸν Μαίανδρον ἐκδιδοῖ· ἐν τῇ καὶ ὁ τοῦ Σιληνοῦ Μαρσύεω ἀσκὸς [ἐν τῇ πόλι] ἀνακρέμαται, τὸν ὑπὸ Φρυγῶν λόγος ἔχει ὑπὸ Ἀπόλλωνος ἐκδαρέντα ἀνακρεμασθῆναι. [7.27.1] ἐν ταύτῃ τῇ πόλι ὑποκατήμενος Πύθιος ὁ Ἄτυος ἀνὴρ Λυδὸς ἐξείνισε τὴν βασιλέος στρατιὴν πᾶσαν ξεινίοισι μεγίστοισι καὶ αὐτὸν Ξέρξην, χρήματά τε ἐπαγγέλλετο βουλόμενος ἐς τὸν πόλεμον παρέχειν. [7.27.2] ἐπαγγελλομένου δὲ χρήματα Πυθίου εἴρετο Ξέρξης Περσέων τοὺς παρεόντας τίς τε ἐὼν ἀνδρῶν Πύθιος καὶ κόσα χρήματα ἐκτημένος ἐπαγγέλλοιτο ταῦτα. οἱ δὲ εἶπαν· Ὦ βασιλεῦ, οὗτός ἐστι ὅς τοι τὸν πατέρα Δαρεῖον ἐδωρήσατο τῇ πλατανίστῳ τῇ χρυσέῃ καὶ τῇ ἀμπέλῳ· ὃς καὶ νῦν ἐστι πρῶτος ἀνθρώπων πλούτῳ τῶν ἡμεῖς ἴδμεν μετὰ σέ. [7.28.1] θωμάσας δὲ τῶν ἐπέων τὸ τελευταῖον Ξέρξης αὐτὸς δεύτερα εἴρετο Πύθιον ὁκόσα οἱ εἴη χρήματα. ὁ δὲ εἶπε· Ὦ βασιλεῦ, οὔτε σε ἀποκρύψω οὔτε σκήψομαι τὸ μὴ εἰδέναι τὴν ἐμεωυτοῦ οὐσίην, ἀλλ᾽ ἐπιστάμενός τοι ἀτρεκέως καταλέξω. [7.28.2] ἐπείτε γὰρ τάχιστά σε ἐπυθόμην ἐπὶ θάλασσαν καταβαίνοντα τὴν Ἑλληνίδα, βουλόμενός τοι δοῦναι ἐς τὸν πόλεμον χρήματα ἐξέμαθον, καὶ εὗρον λογιζόμενος ἀργυρίου μὲν δύο χιλιάδας ἐούσας μοι ταλάντων, χρυσίου δὲ τετρακοσίας μυριάδας στατήρων Δαρεικῶν, ἐπιδεούσας ἑπτὰ χιλιάδων. [7.28.3] καὶ τούτοισί σε ἐγὼ δωρέομαι· αὐτῷ δέ μοι ἀπὸ ἀνδραπόδων τε καὶ γεωπέδων ἀρκέων ἐστὶ βίος. ὁ μὲν ταῦτα ἔλεγε, Ξέρξης δὲ ἡσθεὶς τοῖσι εἰρημένοισι εἶπε· [7.29.1] Ξεῖνε Λυδέ, ἐγὼ ἐπείτε ἐξῆλθον τὴν Περσίδα χώρην, οὐδενὶ ἀνδρὶ συνέμειξα ἐς τόδε ὅστις ἠθέλησε ξείνια προθεῖναι στρατῷ τῷ ἐμῷ, οὐδὲ ὅστις ἐς ὄψιν τὴν ἐμὴν καταστὰς αὐτεπάγγελτος ἐς τὸν πόλεμον ἐμοὶ ἠθέλησε συμβαλέσθαι χρήματα, ἔξω σεῦ. σὺ δὲ καὶ ἐξείνισας μεγάλως στρατὸν τὸν ἐμὸν καὶ χρήματα μεγάλα ἐπαγγέλλεαι. [7.29.2] σοὶ ὦν ἐγὼ ἀντὶ αὐτῶν γέρεα τοιάδε δίδωμι· ξεῖνόν τέ σε ποιεῦμαι ἐμὸν καὶ τὰς τετρακοσίας μυριάδας τοι τῶν στατήρων ἀποπλήσω παρ᾽ ἐμεωυτοῦ δοὺς τὰς ἑπτὰ χιλιάδας, ἵνα μή τοι ἐπιδευέες ἔωσι αἱ τετρακόσιαι μυριάδες ἑπτὰ χιλιάδων, ἀλλὰ ᾖ τοι ἀπαρτιλογίη ὑπ᾽ ἐμέο πεπληρωμένη. [7.29.3] ἔκτησό τε αὐτὸς τά περ αὐτὸς ἐκτήσαο, ἐπίστασό τε εἶναι αἰεὶ τοιοῦτος· οὐ γάρ τοι ταῦτα ποιεῦντι οὔτε ἐς τὸ παρεὸν οὔτε ἐς χρόνον μεταμελήσει.

[7.26.1] Κι ενώ αυτοί καταγίνονταν με τις αγγαρείες που τους ανατέθηκαν, τον ίδιο καιρό όλο το πεζικό συγκεντρωμένο, ξεκινώντας από τα Κρίταλλα της Καππαδοκίας, πορευόταν μαζί με τον Ξέρξη προς τις Σάρδεις· γιατί αυτή η πόλη ορίστηκε τόπος συγκέντρωσης όλου του στρατού της ξηράς που ήταν να πορευτεί μαζί με τον Ξέρξη. [7.26.2] Τώρα, ποιός από τους σατράπες παρουσιάζοντας στρατό καλύτερα εξοπλισμένο πήρε τα δώρα που είχε υποσχεθεί ο βασιλιάς, δεν μπορώ να το πω· γιατί δεν ξέρω αν έκαναν καν αυτή τη σύγκριση. [7.26.3] Διάβηκαν λοιπόν τον ποταμό Άλυ και πέρασαν στη Φρυγία· κατόπι, διασχίζοντάς την πορεύτηκαν κι έφτασαν στις Κελαινές, όπου αναβλύζουν τα νερά του ποταμού Μαιάνδρου, κι ενός άλλου που δεν είναι μικρότερος από τον Μαίανδρο, που τυχαίνει να ᾽χει το όνομα Καταρράκτης· αυτός, έχοντας τις πηγές του ακριβώς μέσα στην αγορά των Κελαινών, χύνει τα νερά του στον Μαίανδρο· στην αγορά αυτή είναι κρεμασμένο ψηλά και το ασκί από το δέρμα του σιληνού Μαρσύα, για τον οποίο οι Φρύγες διηγούνται πως τον έγδαρε και κρέμασε ψηλά το τομάρι του ο Απόλλων.
[7.27.1] Σ᾽ αυτή την πόλη καθόταν και περίμενε τον Ξέρξη ο Πύθιος, ο γιος του Άτυ, ο Λυδός, και πρόσφερε φιλοξενία σ᾽ ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα με την πιο μεγαλόπρεπη ανοιχτοχεριά, όπως και στον ίδιο το βασιλιά· κι έδινε την υπόσχεση πως με τη θέλησή του έδινε χρήματα για την εκστρατεία. [7.27.2] Και καθώς ο Πύθιος υποσχόταν να προσφέρει χρήματα, ο Ξέρξης ρώτησε τους Πέρσες της συνοδείας του ποιός ήταν αυτός ο Πύθιος και πόσα χρήματα έχει, ώστε να δίνει τέτοια υπόσχεση. Κι αυτοί του αποκρίθηκαν: «Βασιλιά μου, αυτός είναι που έκανε δώρο στον πατέρα σου το χρυσό πλατάνι και το κλήμα· αυτός που και σήμερα είναι ο πλουσιότερος στον κόσμο, απ᾽ όσο ξέρουμε, μετά από σένα».
[7.28.1] Ο Ξέρξης στάθηκε απορημένος μ᾽ αυτή την τελευταία πληροφορία και κατόπι ρώτησε ο ίδιος τον Πύθιο πόση να ᾽ταν η περιουσία του. Κι αυτός αποκρίθηκε: «Βασιλιά μου, ούτε θα σου το κρατήσω κρυφό ούτε θα προφασιστώ πως δεν ξέρω την περιουσία μου, αντίθετα την ξέρω καλά και θα σου την εκθέσω με ακρίβεια. [7.28.2] Γιατί, μόλις έμαθα πως ξεκίνησες να κατεβείς στην ελληνική θάλασσα, θέλοντας να σου δώσω χρήματα για τον πόλεμο έκανα καταμέτρηση κι οι λογαριασμοί μού έδειξαν ότι έχω δυο χιλιάδες τάλαντα ασήμι και τέσσερα εκατομμύρια, παρά εφτά χιλιάδες, χρυσούς στατήρες δαρεικούς. [7.28.3] Αυτά σου τα κάνω δώρο· όσο για μένα, κρατώ τα εισοδήματα από τους δούλους και τα χτήματα, που καλύπτουν τις ανάγκες μου». Ο Ξέρξης ευχαριστήθηκε από την απάντηση και είπε:
[7.29.1] «Φίλε μου Λυδέ, από την ώρα που βγήκα από την Περσία ώς σήμερα δε συνάντησα άνθρωπο που με τη θέλησή του φιλοξένησε το στρατό μου ή που παρουσιάστηκε μπροστά μου κι αυθόρμητα προθυμοποιήθηκε να συνεισφέρει χρήματα για τον πόλεμο, έξω από σένα. Τώρα εσύ και μεγαλόπρεπα φιλοξένησες το στρατό μου και μου υπόσχεσαι πολλά χρήματα. [7.29.2] Λοιπόν, για όλ᾽ αυτά, σου δίνω αυτές τις τιμητικές διακρίσεις: σε ονομάζω φίλο μου και θα συμπληρώσω το ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων στατήρων σου βάζοντας τις εφτά χιλιάδες από τα δικά μου, ώστε να μη λείπουν από τα τέσσερα εκατομμύρια οι εφτά χιλιάδες, αλλά με το συμπληρωματικό ποσό που σου δίνω να γίνει στρογγυλό το άθροισμα. [7.29.3] Και κράτησε την περιουσία σου, όση σου ανήκει, και σ᾽ όλη τη ζωή σου μείνε αυτός που είσαι· γιατί ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον θα μετανιώσεις γι᾽ αυτή σου τη συμπεριφορά».