[7.11.1] Αυτά τα λόγια είπε ο Αρτάβανος, κι ο Ξέρξης κυριευμένος από θυμό αποκρίθηκε έτσι: «Αρτάβανε, είσαι αδερφός του πατέρα μου· αυτό θα σε γλιτώσει από τον κίνδυνο να πληρώσεις όπως σου άξιζε για τα χαμένα λόγια σου. Και σε στιγματίζω μ᾽ αυτή την προσβολή, για τη δειλία και τη γκρίνια σου· δε θα σε πάρω μαζί μου στην εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας και θα μείνεις εδώ, μαζί με τις γυναίκες· κι εγώ, τα όσα είπα θα τα εκτελέσω και χωρίς εσένα. [7.11.2] Γιατί δε θα ᾽μουν απ᾽ τον Δαρείο, το γιο του Υστάσπη, γιου του Αρσάμη, γιου του Αριαράμνη, γιου του Τεΐσπη, γιου του Κύρου, γιου του Καμβύση, γιου του Τεΐσπη, γιου του Αχαιμένη, αν δεν τιμωρούσα τους Αθηναίους, την ώρα που ξέρω καλά ότι, αν εμείς καθίσουμε ήσυχοι, εκείνοι δε θα καθίσουν, αλλά προθυμότερα θα εκστρατεύσουν εναντίον της χώρας μας· αυτό το συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε απ᾽ όσα έχουν πράξει εκείνοι πρωτύτερα, που παράδωσαν στις φλόγες τις Σάρδεις και προέλασαν στην Ασία. [7.11.3] Λοιπόν καμιά από τις δυο μεριές δεν μπορεί να κάνει πίσω, αλλά ο αγώνας που μας περιμένει είναι ή να δώσουμε ή να δεχτούμε χτυπήματα, ώστε ή όλες αυτές οι χώρες μας να πέσουν στα χέρια των Ελλήνων ή όλες οι χώρες εκείνων να πέσουν στα χέρια των Περσών· μέση λύση στην έχθρα που μας χωρίζει δεν υπάρχει. [7.11.4] Λοιπόν, τώρα πια το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε, μια κι εμείς δεχτήκαμε πρώτοι χτύπημα, είναι να τους τιμωρήσουμε, κι έτσι θα μάθω και τον κίνδυνο που θα διατρέξω οδηγώντας το στρατό μου εναντίον αυτού του λαού, που ο Πέλοπας ο Φρύγας, που ήταν δούλος των προγόνων μου, πόρθησε τη χώρα τους με τρόπο που και σήμερα και οι κάτοικοι και η χώρα τους είναι γνωστοί με τ᾽ όνομα του πορθητή τους». [7.12.1] Λοιπόν η συζήτηση κράτησε ώς εδώ· κι ύστερα έπεσε η νύχτα και τον Ξέρξη δεν τον άφηνε σε ησυχία η γνώμη του Αρταβάνου· και καθώς το γυρόφερνε, τη νύχτα, στο μυαλό του, όλο και συνειδητοποιούσε πως δεν είναι για το καλό του η εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας. Κι όταν κατέληξε σ᾽ αυτή την αντίθετη απόφαση, τον πήρε ο ύπνος· και τότε, σε κάποια ώρα της νύχτας, είδε ένα όνειρο τέτοιας λογής, όπως διηγούνται οι Πέρσες· φάνηκε στον Ξέρξη πως ένας ψηλός κι όμορφος άντρας στάθηκε πάνω απ᾽ το κεφάλι του και του είπε: [7.12.2] «Βασιλιά των Περσών, αλλάζεις απόφαση, να μη οδηγήσεις το στρατό σου εναντίον της Ελλάδας, μολονότι έχεις παραγγείλει στους Πέρσες να συγκεντρώσουν στρατό; Λοιπόν, δεν κάνεις καλά που αλλάζεις απόφαση κι ούτε βρίσκεται άνθρωπος που θα συμφωνήσει μαζί σου· τώρα ακολούθησε το δρόμο που σου δείχνει η απόφαση που πήρες την ημέρα». Λοιπόν φάνηκε του Ξέρξη πως αυτός, αφού είπε αυτά, απομακρύνθηκε πετώντας· [7.13.1] και με το φως της μέρας, χωρίς να δώσει καμιά σημασία στο όνειρο, συγκέντρωσε τους Πέρσες που πήραν μέρος και στην προηγούμενη σύσκεψη και τους έλεγε τα εξής: [7.13.2] «Άνδρες Πέρσες, ζητώ τη συγγνώμη σας για την απότομη μεταβολή της απόφασής μου· γιατί και η σκέψη μου δεν έχει φτάσει ακόμα στην πλήρη ωριμότητά της κι εκείνοι που με παρακινούν για εκστρατεία δε λένε ούτε στιγμή να ξεκολλήσουν από κοντά μου. Όταν όμως άκουσα τη γνώμη του Αρταβάνου, τη στιγμή εκείνη κόχλαζε η νεανική παραφορά μου κι έτσι εκστόμισα άπρεπα λόγια, σε βαθμό απαράδεκτο, σε άνθρωπο μεγάλης ηλικίας. Τώρα όμως το σκέφτηκα καλύτερα και θ᾽ ακολουθήσω τη δική του γνώμη. [7.13.3] Λοιπόν, από την ώρα που άλλαξα απόφαση και δε θα εκστρατεύσω εναντίον της Ελλάδας, χαρείτε την ησυχία σας». Τότε οι Πέρσες, με το που τ᾽ άκουσαν αυτά, έπεσαν και τον προσκυνούσαν καταχαρούμενοι. [7.14.1] Κι όταν ξανάπεσε η νύχτα, το ίδιο όνειρο στάθηκε πάλι πάνω απ᾽ το κεφάλι του Ξέρξη, που τον είχε πάρει ο ύπνος, και του έλεγε: «Γιε του Δαρείου, φανερά τώρα πια μπροστά στους Πέρσες αποκήρυξες την εκστρατεία και δεν έδωσες καμιά σημασία στα λόγια μου, σα να ειπώθηκαν από κάποιον παρακατιανό; Βάλ᾽ το λοιπόν καλά στο νου σου, αν δεν εκστρατεύσεις αμέσως, νά πού θα καταλήξει αυτή η υπόθεση: όπως μέσα σε λίγο καιρό έγινες μέγας και πολύς, γρήγορα θα γίνεις πάλι ταπεινός». [7.15.1] Λοιπόν το όνειρο κατατρόμαξε τον Ξέρξη· πετάχτηκε απ᾽ το κρεβάτι του και στέλνει αγγελιοφόρο να καλέσει τον Αρτάβανο. Κι όταν εκείνος έφτασε, ο Ξέρξης τού μίλησε έτσι: «Αρτάβανε, εγώ την πρώτη στιγμή πάνω στην παραφορά μου είπα εναντίον σου χαμένα λόγια για τη φρόνιμη συμβουλή σου· [7.15.2] ύστερ᾽ από λίγο όμως άλλαξα γνώμη και πήρα απόφαση να κάνω αυτό που με συμβούλεψες. Θέλω λοιπόν να το κάνω, αλλά δεν μπορώ· γιατί, από την ώρα που άλλαξα γνώμη και απόφαση, ένα φάντασμα έρχεται και ξανάρχεται στα όνειρά μου, που κάθε άλλο παρά επιδοκιμάζει αυτή μου την απόφαση· μάλιστα τώρα δα αποσύρθηκε, αφού με κατατρόμαξε με απειλές. [7.15.3] Αν λοιπόν θεός είναι που μου το στέλνει και μόνο κάνοντας εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας τού κάνουμε την καρδιά, το ίδιο ετούτο όνειρο θα έρθει πετώντας και σε σένα με τις ίδιες εντολές που έδωσε και σ᾽ εμένα. Και λέω με το νου μου πως αυτό μπορεί να γίνει με τον εξής τρόπο: να πάρεις ολόκληρη τη στολή μου και να τη φορέσεις, κατόπι να καθίσεις στο θρόνο μου κι ύστερα να πας να κοιμηθείς στο κρεβάτι μου». [7.16.1] Έτσι του μίλησε ο Ξέρξης, αλλά ο Αρτάβανος δεν πείστηκε με την πρώτη προσταγή του, γιατί, έλεγε, δεν έβρισκε τον εαυτό του άξιο να καθίσει στον βασιλικό θρόνο· στο τέλος όμως, καθώς ο Ξέρξης τον πίεζε, εκτέλεσε την προσταγή, αφού είπε τα εξής: [7.16α.1] «Βασιλιά μου, κατά την κρίση μου την ίδια αξία έχουν η ορθή σκέψη και η πρόθυμη αποδοχή των φρόνιμων προτάσεων κάποιου άλλου. Εσύ τα έχεις και τα δυο, όμως σε σπρώχνουν στην πλάνη οι συναναστροφές με κακούς ανθρώπους· νά, συμβαίνει κάτι παρόμοιο με το πιο ευεργετικό στοιχείο για τον άνθρωπο, τη θάλασσα· λένε πως οι ριπές των ανέμων πέφτοντας απάνω της δεν την αφήνουν να δείχνει το καλό φυσικό της. [7.16α.2] Όσο για μένα, όταν δέχτηκα τις μομφές σου, δεν ένιωσα απ᾽ αυτές, σαν από δάγκωμα, τόσο λύπη, όσο που, ενώ οι Πέρσες είχαν να διαλέξουν ανάμεσα σε δυο γνώμες, εσύ προτίμησες την πιο επικίνδυνη για τον εαυτό σου και τους Πέρσες, αφού από τις γνώμες που προτάθηκαν η πρώτη δυνάμωνε την αλαζονική πρόκληση, ενώ η δεύτερη την καταργούσε και συμβούλευε πως είναι κακό να διδάσκεις την ψυχή του ανθρώπου να λαχταρά πάντοτε κάτι περισσότερο απ᾽ αυτά που έχει. [7.16β.1] Λοιπόν, τώρα που ασπάστηκες την καλύτερη γνώμη, λες πως, απ᾽ τη στιγμή που ακύρωσες την εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, σου έρχεται και ξανάρχεται, σταλμένο από κάποιο θεό, όνειρο, που σου απαγορεύει να παραιτηθείς από την εκστρατεία. [7.16β.2] Όμως, γιε μου, όλ᾽ αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με το θεό· γιατί εγώ, που έχω πολύ μεγαλύτερη ηλικία από σένα, θα σε διδάξω τί ακριβώς είναι τα όνειρα, που, περιπλανώμενα, εμφανίζονται στους ανθρώπους· λοιπόν, στον ύπνο μας βλέπουμε συνήθως σαν όνειρα περιπλανώμενα τα όσα απασχολούν τον καθένα μας τη μέρα· κι εμείς τις προηγούμενες μέρες άλλο δεν κάναμε παρά καταγινόμασταν με το παραπάνω μ᾽ αυτήν την εκστρατεία. [7.16γ.1] Τώρα, στην περίπτωση που αυτό το όνειρο δεν ανήκει στην κατηγορία που λέω εγώ, αλλά κατά κάποιο τρόπο έχει να κάνει με το θεό, εσύ με δυο λόγια είπες την ουσία· δηλαδή, ας εμφανιστεί και σε μένα με τον τρόπο που εμφανίστηκε σ᾽ εσένα, να δώσει τις προσταγές του. Βέβαια, αν είναι να φανερωθεί, θα μου εμφανιστεί είτε φορώ τη δική σου στολή είτε τη δική μου, είτε στο δικό σου είτε στο δικό μου κρεβάτι αναπαύομαι, αν οπωσδήποτε θέλει να εμφανιστεί. [7.16γ.2] Γιατί βέβαια δεν είναι σε τέτοιο βαθμό ηλίθιο τούτο, ό,τι τέλος πάντων είναι η ονειροφαντασιά σου, ώστε να πιστέψει, ενώ θ᾽ αντικρίζει εμένα, πως έχει να κάνει με σένα, εικάζοντας από τα ρούχα σου. Αν πάλι αδιαφορήσει εντελώς για μένα κι ούτε καταδεχτεί να εμφανιστεί είτε φορώ τα δικά μου ρούχα είτε τα δικά σου, και ξανάρθει σε σένα, τότε πια αξίζει να το καλοσκεφτούμε· γιατί βέβαια αν έρχεται και ξανάρχεται σε σένα συνεχώς, θα παραδεχόμουν κι εγώ πως είναι απ᾽ το θεό. [7.1616.γ3] Τώρα, αν το έχεις αποφασίσει ν᾽ ακολουθήσουμε αυτή τη μεθόδευση κι είναι αδύνατο ν᾽ ακολουθήσουμε άλλη, μια και πρέπει πια να πλαγιάζω εγώ στο κρεβάτι σου, εμπρός, την ώρα που εκτελώ την εντολή σου, ας έρθει να φανερωθεί και σε μένα. Ώς τότε όμως θα επιμείνω στη γνώμη που έχω». [7.17.1] Έτσι μίλησε ο Αρτάβανος· κι ελπίζοντας πως θ᾽ αποδείξει ότι τα όσα έλεγε ο Ξέρξης δεν ήταν σοβαρά, εκτελούσε την προσταγή του· φόρεσε λοιπόν τα ρούχα του Ξέρξη και κάθισε στο βασιλικό θρόνο· ύστερα πήγε και κατακλίθηκε, οπότε, την ώρα που τον είχε πάρει ο ύπνος, στάθηκε πάνω απ᾽ το κεφάλι του Αρταβάνου το ίδιο όνειρο που ερχόταν και ξαναρχόταν στον Ξέρξη και νά τί του είπε: [7.17.2] «Εσύ είσαι λοιπόν εκείνος που βάλθηκες ν᾽ αποτρέψεις τον Ξέρξη από την εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας — τάχα μου από έγνοια γι᾽ αυτόν; αλλά ούτε στο μέλλον ούτε τώρα, στο παρόν, θα μείνεις ατιμώρητος φέρνοντας εμπόδια σ᾽ ό,τι είναι γραμμένο να γίνει· κι όσο για το τί θα πάθει οπωσδήποτε ο Ξέρξης, αν με παρακούσει, έχει δηλωθεί σ᾽ αυτόν τον ίδιο». [7.18.1] Ο Αρτάβανος λοιπόν αυτές τις απειλές είδε να του απευθύνει στ᾽ όνειρό του το φάντασμα και πως ήταν έτοιμο να του κάψει τα μάτια με πυρωμένα σίδερα. Κι έβγαλε μεγάλη κραυγή, πετάχτηκε απ᾽ το κρεβάτι και πήγε και κάθισε κοντά στον Ξέρξη, κι αφού του αφηγήθηκε με λεπτομέρειες το όνειρο που είδε στον ύπνο του, του λέει κατόπι τα εξής: [7.18.2] «Εγώ βέβαια, βασιλιά μου, καθότι τα μάτια μου είδαν κιόλας πολλές και μεγάλες δυνάμεις να νικιένται από μικρότερες, δε σ᾽ άφηνα να παρασυρθείς ολότελα από τα νιάτα σου, ξέροντας καλά πως είναι κακό να επιθυμείς πολλά, κι είχα στο νου μου πού κατέληξε η εκστρατεία του Κύρου εναντίον των Μασσαγετών, κρατούσα στη μνήμη μου και την εκστρατεία του Καμβύση εναντίον των Αιθιόπων κι είχα εκστρατεύσει μαζί με τον Δαρείο εναντίον των Σκυθών. [7.18.3] Ξέροντας όλ᾽ αυτά είχα τη γνώμη πως, αν χαιρόσουν την ησυχία σου, θα σε μακάριζε όλος ο κόσμος. Επειδή όμως μας σπρώχνει μια θεϊκή δύναμη, κι απ᾽ ό,τι φαίνεται, τους Έλληνες τους περιμένει μια θεόσταλτη καταστροφή, λοιπόν κι εγώ από μόνος μου αλλάζω γνώμη κι απόφαση· κι απ᾽ τη μεριά σου, ανακοίνωσε στους Πέρσες τις εντολές που στέλνει ο θεός και δώσε διαταγή να εκτελέσουν τις παραγγελίες που τους έχεις δώσει πρωτύτερα κι ενέργησε με τρόπο που, όσο ο θεός σού τα φέρνει δεξιά, σ᾽ ό,τι εξαρτάται από σένα να μην υπάρξει καμιά παράλειψη». [7.18.4] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτή τη συνομιλία τους, μόλις φώτισε η μέρα, έτσι που τους ξεσήκωσε το όνειρο, αμέσως κι ο Ξέρξης κοινολόγησε αυτά στους Πέρσες, κι ο Αρτάβανος, που ώς εκείνη τη στιγμή ήταν ο μόνος που δημόσια ενεργούσε για τη ματαίωση της εκστρατείας, τότε φανερά ενεργούσε για την επίσπευσή της. |