Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (5.9.1-5.11.3)

[5.9.1] «Ἄνδρες Πελοποννήσιοι, ἀπὸ μὲν οἵας χώρας ἥκομεν, ὅτι αἰεὶ διὰ τὸ εὔψυχον ἐλευθέρας, καὶ ὅτι Δωριῆς μέλλετε Ἴωσι μάχεσθαι, ὧν εἰώθατε κρείσσους εἶναι, ἀρκείτω βραχέως δεδηλωμένον· [5.9.2] τὴν δὲ ἐπιχείρησιν ᾧ τρόπῳ διανοοῦμαι ποιεῖσθαι, διδάξω, ἵνα μή τῳ τὸ κατ᾽ ὀλίγον καὶ μὴ ἅπαντας κινδυνεύειν ἐνδεὲς φαινόμενον ἀτολμίαν παράσχῃ. [5.9.3] τοὺς γὰρ ἐναντίους εἰκάζω καταφρονήσει τε ἡμῶν καὶ οὐκ ἂν ἐλπίσαντας ὡς ἂν ἐπεξέλθοι τις αὐτοῖς ἐς μάχην ἀναβῆναί τε πρὸς τὸ χωρίον καὶ νῦν ἀτάκτως κατὰ θέαν τετραμμένους ὀλιγωρεῖν. [5.9.4] ὅστις δὲ τὰς τοιαύτας ἁμαρτίας τῶν ἐναντίων κάλλιστα ἰδὼν καὶ ἅμα πρὸς τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν τὴν ἐπιχείρησιν ποιεῖται μὴ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς μᾶλλον καὶ ἀντιπαραταχθέντος ἢ ἐκ τοῦ πρὸς τὸ παρὸν ξυμφέροντος, πλεῖστ᾽ ἂν ὀρθοῖτο· [5.9.5] καὶ τὰ κλέμματα ταῦτα καλλίστην δόξαν ἔχει ἃ τὸν πολέμιον μάλιστ᾽ ἄν τις ἀπατήσας τοὺς φίλους μέγιστ᾽ ἂν ὠφελήσειεν. [5.9.6] ἕως οὖν ἔτι ἀπαράσκευοι θαρσοῦσι καὶ τοῦ ὑπαπιέναι πλέον ἢ τοῦ μένοντος, ἐξ ὧν ἐμοὶ φαίνονται, τὴν διάνοιαν ἔχουσιν, ἐν τῷ ἀνειμένῳ αὐτῶν τῆς γνώμης καὶ πρὶν ξυνταθῆναι μᾶλλον τὴν δόξαν, ἐγὼ μὲν ἔχων τοὺς μετ᾽ ἐμαυτοῦ καὶ φθάσας, ἢν δύνωμαι, προσπεσοῦμαι δρόμῳ κατὰ μέσον τὸ στράτευμα· [5.9.7] σὺ δέ, Κλεαρίδα, ὕστερον, ὅταν ἐμὲ ὁρᾷς ἤδη προσκείμενον καὶ κατὰ τὸ εἰκὸς φοβοῦντα αὐτούς, τοὺς μετὰ σεαυτοῦ τούς τ᾽ Ἀμφιπολίτας καὶ τοὺς ἄλλους ξυμμάχους ἄγων αἰφνιδίως τὰς πύλας ἀνοίξας ἐπεκθεῖν καὶ ἐπείγεσθαι ὡς τάχιστα ξυμμεῖξαι. [5.9.8] ἐλπὶς γὰρ μάλιστα αὐτοὺς οὕτω φοβηθῆναι· τὸ γὰρ ἐπιὸν ὕστερον δεινότερον τοῖς πολεμίοις τοῦ παρόντος καὶ μαχομένου. [5.9.9] καὶ αὐτός τε ἀνὴρ ἀγαθὸς γίγνου, ὥσπερ σε εἰκὸς ὄντα Σπαρτιάτην, καὶ ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες ξύμμαχοι, ἀκολουθήσατε ἀνδρείως, καὶ νομίσατε ‹τρία› εἶναι τοῦ καλῶς πολεμεῖν τὸ ἐθέλειν καὶ τὸ αἰσχύνεσθαι καὶ ‹τὸ› τοῖς ἄρχουσι πείθεσθαι, καὶ τῇδε ὑμῖν τῇ ἡμέρᾳ ἢ ἀγαθοῖς γενομένοις ἐλευθερίαν τε ὑπάρχειν καὶ Λακεδαιμονίων ξυμμάχοις κεκλῆσθαι, ἢ Ἀθηναίων τε δούλοις, ἢν τὰ ἄριστα ἄνευ ἀνδραποδισμοῦ ἢ θανατώσεως πράξητε, καὶ δουλείαν χαλεπωτέραν ἢ πρὶν εἴχετε, τοῖς δὲ λοιποῖς Ἕλλησι κωλυταῖς γενέσθαι ἐλευθερώσεως. [5.9.10] ἀλλὰ μήτε ὑμεῖς μαλακισθῆτε, ὁρῶντες περὶ ὅσων ὁ ἀγών ἐστιν, ἐγώ τε δείξω οὐ παραινέσαι οἷός τε ὢν μᾶλλον τοῖς πέλας ἢ καὶ αὐτὸς ἔργῳ ἐπεξελθεῖν.»
[5.10.1] Ὁ μὲν Βρασίδας τοσαῦτα εἰπὼν τήν τε ἔξοδον παρεσκευάζετο αὐτὸς καὶ τοὺς ἄλλους μετὰ τοῦ Κλεαρίδα καθίστη ἐπὶ τὰς Θρᾳκίας καλουμένας τῶν πυλῶν, ὅπως ὥσπερ εἴρητο ἐπεξίοιεν. [5.10.2] τῷ δὲ Κλέωνι, φανεροῦ γενομένου αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ Κερδυλίου καταβάντος καὶ ἐν τῇ πόλει ἐπιφανεῖ οὔσῃ ἔξωθεν περὶ τὸ ἱερὸν τῆς Ἀθηνᾶς θυομένου καὶ ταῦτα πράσσοντος, ἀγγέλλεται (προυκεχωρήκει γὰρ τότε κατὰ τὴν θέαν) ὅτι ἥ τε στρατιὰ ἅπασα φανερὰ τῶν πολεμίων ἐν τῇ πόλει καὶ ὑπὸ τὰς πύλας ἵππων τε πόδες πολλοὶ καὶ ἀνθρώπων ὡς ἐξιόντων ὑποφαίνονται. [5.10.3] ὁ δὲ ἀκούσας ἐπῆλθεν· καὶ ὡς εἶδεν, οὐ βουλόμενος μάχῃ διαγωνίσασθαι πρίν οἱ καὶ τοὺς βοηθοὺς ἥκειν καὶ οἰόμενος φθήσεσθαι ἀπελθών, σημαίνειν τε ἅμα ἐκέλευεν ἀναχώρησιν καὶ παρήγγειλε τοῖς ἀπιοῦσιν ἐπὶ τὸ εὐώνυμον κέρας, ὥσπερ μόνον οἷόν τ᾽ ἦν, ὑπάγειν ἐπὶ τῆς Ἠιόνος. [5.10.4] ὡς δ᾽ αὐτῷ ἐδόκει σχολὴ γίγνεσθαι, αὐτὸς ἐπιστρέψας τὸ δεξιὸν καὶ τὰ γυμνὰ πρὸς τοὺς πολεμίους δοὺς ἀπῆγε τὴν στρατιάν. [5.10.5] κἀν τούτῳ Βρασίδας ὡς ὁρᾷ τὸν καιρὸν καὶ τὸ στράτευμα τῶν Ἀθηναίων κινούμενον, λέγει τοῖς μεθ᾽ ἑαυτοῦ καὶ τοῖς ἄλλοις ὅτι «οἱ ἄνδρες ἡμᾶς οὐ μενοῦσιν. δῆλοι δὲ τῶν τε δοράτων τῇ κινήσει καὶ τῶν κεφαλῶν· οἷς γὰρ ἂν τοῦτο γίγνηται, οὐκ εἰώθασι μένειν τοὺς ἐπιόντας. ἀλλὰ τάς τε πύλας τις ἀνοιγέτω ἐμοὶ ἃς εἴρηται, καὶ ἐπεξίωμεν ὡς τάχιστα θαρσοῦντες.» [5.10.6] καὶ ὁ μὲν κατὰ τὰς ἐπὶ τὸ σταύρωμα πύλας καὶ τὰς πρώτας τοῦ μακροῦ τείχους τότε ὄντος ἐξελθὼν ἔθει δρόμῳ τὴν ὁδὸν ταύτην εὐθεῖαν, ᾗπερ νῦν κατὰ τὸ καρτερώτατον τοῦ χωρίου ἰόντι τροπαῖον ἕστηκε, καὶ προσβαλὼν τοῖς Ἀθηναίοις πεφοβημένοις τε ἅμα τῇ σφετέρᾳ ἀταξίᾳ καὶ τὴν τόλμαν αὐτοῦ ἐκπεπληγμένοις κατὰ μέσον τὸ στράτευμα τρέπει. [5.10.7] καὶ ὁ Κλεαρίδας, ὥσπερ εἴρητο, ἅμα κατὰ τὰς Θρᾳκίας πύλας ἐπεξελθὼν τῷ στρατῷ ἐπεφέρετο. ξυνέβη τε τῷ ἀδοκήτῳ καὶ ἐξαπίνης ἀμφοτέρωθεν τοὺς Ἀθηναίους θορυβηθῆναι, [5.10.8] καὶ τὸ μὲν εὐώνυμον κέρας αὐτῶν τὸ πρὸς τὴν Ἠιόνα, ὅπερ δὴ καὶ προυκεχωρήκει, εὐθὺς ἀπορραγὲν ἔφευγεν· καὶ ὁ Βρασίδας ὑποχωροῦντος ἤδη αὐτοῦ ἐπιπαριὼν τῷ δεξιῷ τιτρώσκεται, καὶ πεσόντα αὐτὸν οἱ μὲν Ἀθηναῖοι οὐκ αἰσθάνονται, οἱ δὲ πλησίον ἄραντες ἀπήνεγκαν. [5.10.9] τὸ δὲ δεξιὸν τῶν Ἀθηναίων ἔμενέ [τε] μᾶλλον, καὶ ὁ μὲν Κλέων, ὡς τὸ πρῶτον οὐ διενοεῖτο μένειν, εὐθὺς φεύγων καὶ καταληφθεὶς ὑπὸ Μυρκινίου πελταστοῦ ἀποθνῄσκει, οἱ δὲ αὐτοῦ ξυστραφέντες ὁπλῖται ἐπὶ τὸν λόφον τόν τε Κλεαρίδαν ἠμύνοντο καὶ δὶς ἢ τρὶς προσβαλόντα, καὶ οὐ πρότερον ἐνέδοσαν πρὶν ἥ τε Μυρκινία καὶ ἡ Χαλκιδικὴ ἵππος καὶ οἱ πελτασταὶ περιστάντες καὶ ἐσακοντίζοντες αὐτοὺς ἔτρεψαν. [5.10.10] οὕτω δὴ τὸ στράτευμα πᾶν ἤδη τῶν Ἀθηναίων φυγὸν χαλεπῶς καὶ πολλὰς ὁδοὺς τραπόμενοι κατὰ ὄρη, ὅσοι μὴ διεφθάρησαν ἢ αὐτίκα ἐν χερσὶν ἢ ὑπὸ τῆς Χαλκιδικῆς ἵππου καὶ τῶν πελταστῶν, οἱ λοιποὶ ἀπεκομίσθησαν ἐς τὴν Ἠιόνα. [5.10.11] οἱ δὲ τὸν Βρασίδαν ἄραντες ἐκ τῆς μάχης καὶ διασώσαντες ἐς τὴν πόλιν ἔτι ἔμπνουν ἐσεκόμισαν· καὶ ᾔσθετο μὲν ὅτι νικῶσιν οἱ μεθ᾽ αὑτοῦ, οὐ πολὺ δὲ διαλιπὼν ἐτελεύτησεν. [5.10.12] καὶ ἡ ἄλλη στρατιὰ ἀναχωρήσασα μετὰ τοῦ Κλεαρίδου ἐκ τῆς διώξεως νεκρούς τε ἐσκύλευσε καὶ τροπαῖον ἔστησεν. [5.11.1] μετὰ δὲ ταῦτα τὸν Βρασίδαν οἱ ξύμμαχοι πάντες ξὺν ὅπλοις ἐπισπόμενοι δημοσίᾳ ἔθαψαν ἐν τῇ πόλει πρὸ τῆς νῦν ἀγορᾶς οὔσης· καὶ τὸ λοιπὸν οἱ Ἀμφιπολῖται, περιείρξαντες αὐτοῦ τὸ μνημεῖον, ὡς ἥρωί τε ἐντέμνουσι καὶ τιμὰς δεδώκασιν ἀγῶνας καὶ ἐτησίους θυσίας, καὶ τὴν ἀποικίαν ὡς οἰκιστῇ προσέθεσαν, καταβαλόντες τὰ Ἁγνώνεια οἰκοδομήματα καὶ ἀφανίσαντες εἴ τι μνημόσυνόν που ἔμελλεν αὐτοῦ τῆς οἰκίσεως περιέσεσθαι, νομίσαντες τὸν μὲν Βρασίδαν σωτῆρά τε σφῶν γεγενῆσθαι καὶ ἐν τῷ παρόντι ἅμα τὴν τῶν Λακεδαιμονίων ξυμμαχίαν φόβῳ τῶν Ἀθηναίων θεραπεύοντες, τὸν δὲ Ἅγνωνα κατὰ τὸ πολέμιον τῶν Ἀθηναίων οὐκ ἂν ὁμοίως σφίσι ξυμφόρως οὐδ᾽ ἂν ἡδέως τὰς τιμὰς ἔχειν. [5.11.2] καὶ τοὺς νεκροὺς τοῖς Ἀθηναίοις ἀπέδοσαν. ἀπέθανον δὲ Ἀθηναίων μὲν περὶ ἑξακοσίους, τῶν δ᾽ ἐναντίων ἑπτά, διὰ τὸ μὴ ἐκ παρατάξεως, ἀπὸ δὲ τοιαύτης ξυντυχίας καὶ προεκφοβήσεως τὴν μάχην μᾶλλον γενέσθαι. [5.11.3] μετὰ δὲ τὴν ἀναίρεσιν οἱ μὲν ἐπ᾽ οἴκου ἀπέπλευσαν, οἱ δὲ μετὰ τοῦ Κλεαρίδου τὰ περὶ τὴν Ἀμφίπολιν καθίσταντο.

[5.9.1] «Πελοποννήσιοι. Η πατρίδα από την οποία καταγόμαστε, χρωστάει την ελευθερία της, που έχει από πάντα, στην ανδρεία των κατοίκων της. Δωριείς εσείς, θα πολεμήσετε με Ίωνες, τους οποίους είσαστε συνηθισμένοι να νικάτε. Δεν είναι ανάγκη να πω περισσότερα γι᾽ αυτά. [5.9.2] Θέλω τώρα να σας εξηγήσω με ποιόν τρόπο σκέπτομαι να κάνω την επιχείρηση, ώστε να μην χάσετε το θάρρος σας, νομίζοντας ότι θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση επειδή θα πολεμήσομε μόνο με μικρές μονάδες και όχι με όλες τις δυνάμεις μας. [5.9.3] Νομίζω ότι ο εχθρός μας που ανέβηκε στο ύψωμα, κατοπτεύει αμέριμνα την περιοχή και δεν τηρεί, τώρα, καμιά στρατιωτική τάξη, επειδή μας καταφρονεί και δεν περιμένει διόλου ότι θ᾽ αποτολμήσομε την παραμικρή έξοδο εναντίον του. [5.9.4] Όταν κανείς διαπιστώνει τέτοια λάθη του εχθρού και, υπολογίζοντας τις δικές του δυνάμεις, δεν κάνει φανερή επίθεση, αλλά τις χρησιμοποιεί ανάλογα με τις περιστάσεις, τότε είναι σχεδόν βέβαιος ότι θα νικήσει. [5.9.5] Την μεγαλύτερη δόξα την φέρνουν τα στρατηγήματα εκείνα τα οποία εξαπατούν αποτελεσματικά τον εχθρό και ωφελούν πολύ τους φίλους. [5.9.6] Τώρα που ακόμα οι Αθηναίοι δεν περιμένουν ότι θα τους επιτεθεί κανείς, τώρα που είναι αμέριμνοι και, καθώς βλέπω, σκέπτονται περισσότερο ν᾽ αποσυρθούν παρά να κρατήσουν τις θέσεις τους κι έχουν χαλαρώσει την προσοχή τους, εγώ θα τρέξω με τους οπλίτες μου και θα κάνω ό,τι μπορώ, περνώντας μέσ᾽ από το στράτευμά τους, για να τους αιφνιδιάσω προτού συνέλθουν. [5.9.7] Εσύ, Κλεαρίδα, όταν με δεις να έχω αρχίσει μαζί τους την μάχη και, καθώς πιστεύω, να τους έχω προκαλέσει πανικό, θ᾽ ανοίξεις άξαφνα τις πύλες και, με τους δικούς σου, με τους Αμφιπολίτες και τους άλλους συμμάχους θα κάνεις έξοδο και θα τρέξεις όσο μπορείς πιο γρήγορα να τους επιτεθείς. [5.9.8] Είναι βέβαιο ότι έτσι θα τους προκαλέσομε πανικό, γιατί ένα δεύτερο κύμα επίθεσης προκαλεί πάντα μεγαλύτερο φόβο στον εχθρό παρά η πρώτη σύγκρουση με τις μονάδες με τις οποίες κιόλας μάχεται. [5.9.9] Δείξου ανδρείος όπως ταιριάζει σ᾽ έναν Σπαρτιάτη. Και σεις, σύμμαχοι, ακολουθήσετε με θάρρος και θυμηθείτε ότι ο καλός στρατιώτης πρέπει να είναι γενναίος, να έχει το αίσθημα της τιμής και να υπακούει στους αξιωματικούς. Αν σήμερα φανείτε γενναίοι, θα εξασφαλίσετε την ελευθερία σας και το δικαίωμα να ονομάζεστε σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων. Διαφορετικά θα είστε κάτω από τον ζυγό των Αθηναίων. Και αν έχετε την τύχη να μην σας πουλήσουν δούλους ή να μην σας θανατώσουν, ο ζυγός τους θα είναι σκληρότερος από πριν. Εκτός απ᾽ αυτό θα έχετε σταθεί εμπόδιο στην απελευθέρωση των Ελλήνων. [5.9.10] Μην αποθαρρύνεστε και σκεφτείτε πόσα εξαρτώνται από τον αγώνα αυτόν. Εγώ θα σας δείξω ότι όσο ξέρω να ενθαρρύνω τους άλλους, τόσο ξέρω και καλά να πολεμώ.
[5.10.1] Με τα λόγια αυτά ο Βρασίδας ετοιμάστηκε για την έξοδο και παράταξε τον στρατό του Κλεαρίδα μπροστά στις πύλες που ονομάζονται Θράκιαι, από τις οποίες, όπως του είχε πει, θα έβγαινε να επιτεθεί. [5.10.2] Ο Κλέων είχε δει τον Βρασίδα όταν κατέβαινε από το Κερδύλιο και, καθώς μπορούσε, από ψηλά, να βλέπει μέσα στην πολιτεία, τον παρακολουθούσε όταν έκανε θυσία στον ναό της Αθηνάς και μετά, όταν έκανε τις προετοιμασίες του. Είχε προχωρήσει για ν᾽ αναγνωρίσει το έδαφος, όταν του αναγγείλαν ότι ολόκληρος ο εχθρικός στρατός ήταν παραταγμένος μέσα στην πολιτεία και ότι κάτω από τις πύλες φαίνονταν πολλά πόδια αλόγων και ανθρώπων που ήσαν έτοιμοι να κάνουν έξοδο. [5.10.3] Μόλις το άκουσε ο Κλέων, πλησίασε και όταν το διαπίστωσε ο ίδιος, επειδή δεν ήθελε να δώσει μάχη προτού φθάσουν οι ενισχύσεις και νόμιζε ότι είχε όλον τον καιρό να επιχειρήσει και την υποχώρησή του, έδωσε διαταγή να υψωθεί το σήμα για υποχώρηση και παράγγειλε να βαδίσει ο στρατός στην Ηιόνα. Η αριστερή πτέρυγα θα ξεκινούσε πρώτη. Ήταν ο μόνος τρόπος που μπορούσε να γίνει ο ελιγμός. [5.10.4] Του φάνηκε, όμως, ότι ο ελιγμός γινόταν πολύ σιγά κι έδωσε διαταγή στην δεξιά πτέρυγα να προχωρήσει κάνοντας κλίση προς τ᾽ αριστερά και προσφέροντας έτσι στον εχθρό το ακάλυπτο μέρος των οπλιτών. [5.10.5] Όταν ο Βρασίδας αντιλήφθηκε την ευκαιρία και είδε τον στρατό των Αθηναίων να υποχωρεί, είπε σε όσους είχε μαζί του και στους άλλους: «Οι άνθρωποι αυτοί δεν θα μας αντισταθούν. Τούτο φαίνεται καθαρά από τον τρόπο που κινούν τα κοντάρια τους και τα κεφάλια τους. Όσοι βαδίζουν έτσι δεν αντέχουν, συνήθως, σε επίθεση. Ας ανοίξει, λοιπόν, κάποιος την πύλη που όρισα κι ας κάνομε αμέσως επίθεση με ορμή». [5.10.6] Βγήκε από την πύλη που έβλεπε προς τον φράχτη και από την πρώτη πύλη του Μακρού Τείχους που υπήρχε τότε και όρμησε, τρέχοντας, απάνω στον ίσιο δρόμο που περνάει κοντά στο τρόπαιο το οποίο βλέπει κανείς σήμερα, κατά μήκος του πιο οχυρού σημείου της πολιτείας. Έπεσε πάνω στο κέντρο των Αθηναίων, που, φοβισμένοι από την δική τους αταξία, τρόμαξαν με την τόλμη του και τράπηκαν σε φυγή. [5.10.7] Βγήκε, όπως είχε συμφωνηθεί, και ο Κλεαρίδας από τις Θρακικές πύλες κι έκανε επίθεση. Η σύγχυση γενικεύτηκε στις τάξεις των Αθηναίων που δεν περίμεναν τέτοιο διπλό αιφνιδιασμό. [5.10.8] Η αριστερή τους πτέρυγα που είχε προχωρήσει προς την Ηιόνα, διαλύθηκε αμέσως κι έφυγε. Ο εχθρός βρισκόταν σε πλήρη υποχώρηση κι ο Βρασίδας ετοιμαζόταν να στραφεί εναντίον της δεξιάς πτέρυγας, όταν πληγώθηκε. Έπεσε χωρίς να τον καταλάβουν οι Αθηναίοι και οι γύρω στρατιώτες του τον μεταφέραν μακριά. [5.10.9] Η δεξιά πτέρυγα των Αθηναίων αντιστάθηκε περισσότερο. Ο Κλέων, που απ᾽ την αρχή δεν είχε σκοπό να πολεμήσει, είχε φύγει αμέσως, αλλά τον πρόλαβε ένας Μυρκίνιος πελταστής και τον σκότωσε, οι οπλίτες του όμως ανασυγκροτήθηκαν πάνω στον λόφο και απόκρουσαν δύο και τρεις φορές τον Κλεαρίδα και δεν υποχώρησαν παρά μόνο όταν περικυκλώθηκαν από το ιππικό των Μυρκινίων και της Χαλκιδικής και από τους πελταστές που τους χτυπούσαν με ακόντια. [5.10.10] Έτσι ολόκληρος ο στρατός τράπηκε σε φυγή και όσοι δεν είχαν σκοτωθεί στην μάχη σώμα με σώμα, ή μετά, από το Χαλκιδικό ιππικό και τους πελταστές, έφυγαν με μεγάλη δυσκολία παίρνοντας διάφορα μονοπάτια στα βουνά και έφτασαν στην Ηιόνα. [5.10.11] Οι στρατιώτες που είχαν σηκώσει τον Βρασίδα από την μάχη τον μεταφέραν στην πολιτεία, ενώ ανάπνεε ακόμα. Έμαθε ότι ο στρατός του νικούσε και μετά από λίγο πέθανε. [5.10.12] Ο υπόλοιπος στρατός γύρισε με τον Κλεαρίδα από την καταδίωξη, γύμνωσε τους νεκρούς και έστησε τρόπαιο.
[5.11.1] Μετά απ᾽ αυτά όλοι οι σύμμαχοι παρακολούθησαν, με τα όπλα τους, την δημόσια ταφή του Βρασίδα τον οποίο έθαψαν μέσα στην πόλη, στην είσοδο της σημερινής αγοράς. Οι Αμφιπολίτες περιέβαλαν το μνημείο με κιγκλίδωμα. Από τότε του προσφέρουν θυσίες σαν σε ήρωα. Κάθε χρόνο οργανώνουν αγώνες στην μνήμη του και τον έχουν ανακηρύξει ιδρυτή της αποικίας. Κατεδάφισαν όλες τις οικοδομές που είχε χτίσει ο Άγνων και εξαφάνισαν ό,τι μπορούσε να θυμίζει ότι ο Άγνων ήταν ιδρυτής της αποικίας. Οι Αμφιπολίτες όχι μόνο θεωρούσαν τον Βρασίδα σωτήρα τους αλλά, από φόβο των Αθηναίων, ήθελαν να διατηρήσουν την συμμαχία τους με τους Λακεδαιμονίους. Αφού είχαν πόλεμο με τους Αθηναίους, δεν είχαν κανένα συμφέρον αλλά και καμιά διάθεση ν᾽ αποδίδουν τιμές στην μνήμη του Άγνωνος. [5.11.2] Αποδώσαν τους νεκρούς στους Αθηναίους οι οποίοι είχαν χάσει εξακόσιους στρατιώτες, ενώ οι αντίπαλοί τους είχαν χάσει μόνο επτά, επειδή δεν είχε γίνει τακτική μάχη, αλλά η σύγκρουση έγινε αιφνιδιαστικά και οι Αθηναίοι είχαν πανικοβληθεί προτού αρχίσει. [5.11.3] Οι Αθηναίοι αφού σήκωσαν τους νεκρούς τους έφυγαν με τα πλοία για την Αθήνα, ενώ ο Κλεαρίδας έμεινε στην Αμφίπολη για να τακτοποιήσει την κατάσταση.