ΕΜΠ. Λοιπόν μη με ρωτήσεις άλλο, μόνο
κάμε όσο γρήγορα μπορείς να φεύγεις
απ᾽ αυτό το νησί. ΦΙΛ. Τί λέει, παιδί μου;
τί σου πουλά και σου αγοράζει ο ξένος
για μένα, μ᾽ όσα στα κρυφά σού λέει;
580ΝΕΟ. Ακόμα δεν κατάλαβα· μα πρέπει
ό,τι έχει ξέσκεπα στο φως να λέει
σε σένα εμπρός, σε μένα, σ᾽ αυτούς όλους.
ΕΜΠ. Γιε του Αχιλλέα, μη θέλεις να μ᾽ εκθέσεις
στο στρατό, που ζητάς να λέω στη μέση
όσα δεν πρέπει· εγώ από κείνους έχω
κέρδη πολλά για άνθρωπο της ανάγκης.
ΝΕΟ. Εγώ είμ᾽ εχθρός των Ατρειδών· κι αυτός
ο φίλος μου ο καλύτερος· γιατ᾽ έχει
θανάσιμο με τους Ατρείδες μίσος·
πρέπει λοιπόν και συ που λες πως ήρθες
σα φίλος, τίποτα να μη μας κρύψεις
από τα λόγια π᾽ άκουσες. ΕΜΠ. Μα σκέψου,
παιδί μου, τί ζητάς. ΝΕΟ. Και πολύ ωραία
το ᾽χω σκεφτεί. ΕΜΠ. Θα ρίξω επάνω σου όλη
590την αφορμή. ΝΕΟ. Να τη ρίξεις, μα λέγε.
ΕΜΠ. Άκου λοιπόν· γι᾽ αυτόν οι δυο που σου ᾽πα,
του Τυδέα ο γιος κι ο άρχοντας Οδυσσέας,
πλέουν ορκισμένοι πως θενα τον πάρουν
μαζί των ή με το καλό ή με βία.
Κι άκουσαν όλ᾽ οι Αργείοι τον Οδυσσέα
να τα λέει ανοιχτά, γιατ᾽ είχ᾽ εκείνος
τα θάρρητά του πιο πολύ απ᾽ τον άλλο
πως θα πετύχει να τα βγάλει πέρα.
ΝΕΟ. Και ποιός ο λόγος που άξαφνα οι Ατρείδες
μετά ᾽πό τόσα χρόνια δείχνουν τέτοιαν
600έγνοια γι᾽ αυτόν, που είχαν παραπετάξει
τόσον καιρό; τί ᾽ν᾽ αυτός τώρα ο πόθος
που τους έπιασε; ή μήπως η εκδικήτρα
δύναμη των θεών, που τιμωρούνε
τα κακά τα έργα; ΕΜΠ. Εγώ θα σου εξηγήσω
όλα τα πάντα που ίσως δεν τα ξέρεις.
Ήταν ένας στην Τροία διαλεχτός μάντης
γιος του Πριάμου, Έλενος τ᾽ όνομά του,
που αυτός ο δολερός, ο άξιος ν᾽ ακούει
κάθε βρισιά και πόμπιασμα Οδυσσέας,
μια νύχτα που ᾽χε βγει παγάνα μόνος,
τον έπιασε και πισταγκωνισμένο
τον παρουσίασε, διαλεχτό κυνήγι
στη μέση του στρατού· αυτός λοιπόν,
610εχτός απ᾽ όσα τους προφήτεψ᾽ άλλα,
τους είπε πως ποτέ της Τροίας τα κάστρα
δε θα κυριεύσουν, παρ᾽ αν καταφέρουν
τον ήρω᾽ αυτόν με το καλό να πάρουν
απ᾽ το νησί , που τώρα ζει μονάχος.
Κι άμ᾽ άκουσε τα λόγια αυτά του μάντη
του Λαέρτη ο γιος, τους έταξε πως ότι
αυτός θα πάει να τους τον φέρει αμέσως,
κι επίστευε, είπε, πως με θέλησή του
θα τον έπαιρνε· αλλιώς και στανικώς του·
και δέχονταν, αν δεν ήθε πετύχει,
να του έκοβε όποιος θέλει το κεφάλι.
Όλα τα ξέρεις τώρα, μόνο αμέσως
620σε συμβουλεύω να βιαστείς να φεύγεις
και συ κι όποιος καλό τού θέλεις άλλος.
|